Χουλιγκανισμός: «Αγγλική νόσος» και θεραπείες

Ο νόμος περί Θεατών Ποδοσφαίρου το 1989, της Θάτσερ,  επέβαλε απαγορεύσεις ταξιδιών σε διεθνείς αγώνες για τους χούλιγκαν

Λονδίνο, Θανάσης Γκαβός

Στη δεκαετία του 1960 τα περιστατικά ποδοσφαιρικού χουλιγκανισμού αντιμετωπίζονταν από πολλούς ως μία έκφανση εκτόνωσης πιεσμένων από την πραγματικότητα της καθημερινότητας φτωχών νεαρών.

Τις επόμενες δύο δεκαετίες, ωστόσο, κατέστη σαφές πως επρόκειτο για ένα τεράστιο πρόβλημα που ξέφευγε από κάθε δυνατότητα ελέγχου, με την τραγωδία του Χέιζελ τον Μάιο του 1985 να είναι η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.

Η τότε πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ είχε αντιδράσει με τη διάσημη φράση περί «άκαμπτων» τιμωριών για τους δράστες των επεισοδίων στα γήπεδα και εν τέλει συμφώνησε με την UEFA για τον πενταετή αποκλεισμό των αγγλικών συλλόγων από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις.

Η προσπάθειά της για εισαγωγή ενός συστήματος «ταυτότητας φιλάθλου» δεν εγκρίθηκε, ωστόσο ο νόμος περί Δημόσιας Τάξεως του 1986 έδινε στα δικαστήρια την ευχέρεια απαγόρευσης εισόδου στα γήπεδα («ευχέρεια» που μετατράπηκε σε «καθήκον» των δικαστών το 1999).

Ο νόμος περί Θεατών Ποδοσφαίρου το 1989 επέβαλε απαγορεύσεις ταξιδιών σε διεθνείς αγώνες για τους χούλιγκαν, ρίχνοντας και τον σπόρο των λεγόμενων «Ποδοσφαιρικών Διαταγών Απαγόρευσης (FBOs)», που κρατούν τους αναγνωρισμένους ταραξίες μακριά από τα γήπεδα.

Οι FBO συνιστούν και τον πυρήνα μιας βάσης δεδομένων για χούλιγκαν που άρχισε να δημιουργείται τα επόμενα χρόνια από την αστυνομία. Η αποτελεσματικότητα του μέτρου φαίνεται από τους αριθμούς: τη σεζόν 1991-92 οι διαταγές απαγόρευσης σε ισχύ ήταν 6.378, το 2010-11 ήταν 3.089 και το 2019 είχαν πέσει σε 1.771.

Με την έλευση στην εξουσία του Τζον Μέιτζορ άρχισε να προωθείται ο νόμος περί Παραπτωμάτων στο Ποδόσφαιρο, που υιοθετήθηκε το 1991. Αυτός προσδιόρισε και ποινικοποίησε συγκεκριμένα αδικήματα που μπορούν να τελούνται σε ποδοσφαιρικά γήπεδα από οπαδούς: ρίψη αντικειμένων στον αγωνιστικό χώρο, ασεβή και ρατσιστικά συνθήματα, είσοδος στον αγωνιστικό χώρο δίχως άδεια, διάθεση ναρκωτικών ουσιών στους χώρους του γηπέδου και γύρω από αυτό, είσοδος σε κερκίδες υπό κατάσταση μέθης ή με κατοχή οινοπνευματωδών, μεταφορά στο γήπεδο «πυροτεχνημάτων» (φωτοβολίδων κτλ.).

Παράλληλα με όλα αυτά, σε βάθος χρόνου και σε συνεργασία με τις διοικήσεις των συλλόγων, τα γήπεδα μετατράπηκαν σε χώρους αποκλειστικά με θέσεις καθημένων θεατών (οριστικά από το 1994).

Επίσης, για την αγορά εισιτηρίου πρέπει κανείς να δίνει ηλεκτρονικά τα στοιχεία του και για τους περισσότερους μεγάλους συλλόγους που δεν προσφέρουν παρά ελάχιστα εισιτήρια σε γενική διάθεση πρέπει κάποιος να αγοράσει μία έστω βασική συνδρομή ως μέλος της αγαπημένης του ομάδας.

Τοποθετήθηκαν δε κάμερες κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης και μεγάλος αριθμός φροντιστών, που κατά τη διάρκεια του αγώνα έχουν το βλέμμα μονίμως στραμμένο προς τις εξέδρες, έτοιμοι να επέμβουν για να απομακρύνουν όποιον θεατή κρίνεται ότι παραφέρεται.

Σε αυτά τα μέτρα συναίνεσαν ή και είχαν την πρωτοβουλία οι ιδιοκτήτες των συλλόγων, καθώς σχεδόν όλα τα γήπεδα ποδοσφαίρου στην Αγγλία είναι ιδιοκτησία των συλλόγων.

Επιπλέον, τη δεκαετία του 1990 η αστυνομία δε δίστασε να πάρει δραστικά μέτρα, όπως παρακολούθηση χούλιγκαν, φυσικά και με παγίδευση τηλεφώνων, αλλά και παρείσφρηση αστυνομικών σε οργανωμένες ομάδες χούλιγκαν.

Τέτοιες οργανωμένες ομάδες εξακολουθούν να υπάρχουν, δίνοντας κάποιες φορές «ραντεβού για ξύλο» σε περιοχές μακριά από τα γήπεδα.

Το γεγονός ότι από τις αρχές της δεκαετίας του '90 οι ομάδες αυτές άρχισαν να αποκλείονται από τα γήπεδα αποδίδεται επίσης στη θέσπιση της Premier League και την ταυτόχρονη αύξηση της τιμής των εισιτηρίων αυτού του αναβαθμισμένη ποδοσφαιρικού προϊόντος. Οι θεατές πλέον προέρχονται στη μεγάλη πλειψοηφία τους από τη μεσαία τάξη και όχι από τα πιο φτωχά στρώματα, από τα οποία προέρχονταν και τα περισσότερα μέλη των ομάδων των χούλιγκαν.

Κοινωνιολόγοι αναφέρουν επίσης ότι ως κοινωνικό φαινόμενο ο χουλιγκανισμός υποχώρησε και εξαιτίας της αναβάθμισης του βιοτικού επιπέδου των Βρετανών από τη δεκαετία του '90 και μετά.
 

Πηγή: skai.gr