Ο νέος πήχυς για Νέα Δημοκρατία, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ

Συνομιλούν με τον κόσμο, συσπειρώνουν τους πολίτες που τους προτίμησαν την 21η Μαΐου και προσπαθούν είτε να προσεγγίσουν τους αναποφάσιστους είτε να «κλέψουν» ψηφοφόρους που δεν τους στήριξαν και κατευθύνθηκαν αλλού.

Του Αντώνη Αντζολέτου

Παρακολουθώντας τον τρόπο που κινούνται οι πολιτικοί αρχηγοί, αλλά και τις δηλώσεις τους οι στόχοι τους γίνονται όλο και πιο ξεκάθαροι όσο πλησιάζουν οι κάλπες.

Συνομιλούν με τον κόσμο, συσπειρώνουν τους πολίτες που τους προτίμησαν την 21η Μαΐου και προσπαθούν είτε να προσεγγίσουν τους αναποφάσιστους είτε να «κλέψουν» ψηφοφόρους που δεν τους στήριξαν και κατευθύνθηκαν αλλού.

Για τη Νέα Δημοκρατία η επίτευξη της ισχυρής αυτοδυναμίας συμβαδίζει με ένα ποσοστό που ξεπερνάει το 40%, το οποίο δίνει και το ανώτερο μπόνους των 50 εδρών. Η «γαλάζια παράταξη» αύξησε τις προσδοκίες της μετά το αποτέλεσμα της πρώτης κάλπης και πλέον δεν βλέπει τίποτα λιγότερο από μια ισχυρή πλειοψηφία άνω των 160 βουλευτών. 158 έδρες είχε καταφέρει να κερδίσει το 2019 με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να ανεβάζει πολύ τον πήχυ. Για αυτό άλλωστε και ο τέως πρωθυπουργός δεν διστάζει να βάζει το δίλημμα της τρίτης κάλπης.

Η διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα ακόμα κίνητρο, καθώς η απόλυτη επικράτηση εμπεδώθηκε με τις 20 μονάδες που άφησε πίσω τον βασικό αντίπαλό του. Η επικρότηση της τετράχρονης κυβερνητικής πολιτικής με εμφατικό τρόπο έβαλε  τον ΣΥΡΙΖΑ σε «περιπέτειες». «Εχθρός» της Νέας Δημοκρατίας είναι η χαλάρωση, ο εφησυχασμός και οι καλοκαιρινές ξαπλώστρες. Και ο βασικός λόγος που κανένα στέλεχος της Πειραιώς δεν θεωρεί τίποτα δεδομένο είναι πως περίπου το 20% όσων ψήφισαν στις 21 Μαΐου αποφάσισε ποιο κόμμα θα στηρίξει στην κυριολεξία μέσα στο εκλογικό παραβάν.

Για τον ΣΥΡΙΖΑ τα δεδομένα είναι εντελώς διαφορετικά. Είχε συνηθίσει από τον Ιούνιο του 2012 και μετά να κινείται κοντά στη ζώνη του 30%. Είχε εδραιωθεί ως κόμμα εξουσίας και η «σφαλιάρα» των προηγούμενων εκλογών άλλαξε τα δεδομένα και όλο το πολιτικό σκηνικό. Οποιοδήποτε χειρότερο αποτέλεσμα στις 25 Ιουνίου θα σημάνει εξελίξεις στο εσωτερικό της Κουμουνδούρου. Και με δεδομένο πως ακολουθούν τον Οκτώβριο δημοτικές – περιφερειακές εκλογές στην αξιωματική αντιπολίτευση αναζητούν ηρεμία. Θα ήταν «ανακουφιστικό» για τον ΣΥΡΙΖΑ να καταγραφεί μια «διόρθωση» στις επόμενες κάλπες. Να αυξήσει την «ψαλίδα» από το ΠΑΣΟΚ δείχνοντας πως η ηγεμονία στο χώρο της κεντροαριστεράς δεν αμφισβητείται και παράλληλα να μειωθεί η χαώδης διαφορά από τη Νέα Δημοκρατία. Το χειρότερο ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ από την εκτίναξη των ποσοστών του και μετά είχε καταγραφεί τον Μάιο του 2019 στις ευρωεκλογές, με 23,75%.

Το ΠΑΣΟΚ ανεβαίνει συνεχώς μετά το ιστορικό χαμηλό που κατέγραψε τον Ιανουάριο του 2015 (4,68%).

Ως Δημοκρατική Συμπαράταξη ανέβηκε στο 6,3% τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς με την αείμνηστη Φώφη Γεννηματά. Σημείωσε 8,1% το 2019 και 11,47% στην τελευταία κάλπη.

Η θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ο στόχος αν και γνωρίζουν πως αυτό είναι δύσκολο να επιτευχθεί σε δυο περίπου εβδομάδες.  Η διαφορά μεταξύ τους πλέον είναι μονοψήφια και αυτό δεν επιθυμούν να χαθεί επενδύοντας στην περαιτέρω συσπείρωση.

Οτιδήποτε παραπάνω «μαζέψει» σε ψήφους ο Νίκος Ανδρουλάκης θα είναι καλοδεχούμενο στην Χαριλάου Τρικούπη τη στιγμή που η κόντρα με τον ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να ξαναφουντώνει.

Οι πιο αισιόδοξοι μιλούν ακόμα και για δυο μονάδες.

Ο Αλέξης Τσίπρας μιλώντας στον ΣΚΑΪ και τη Σία Κοσιώνη κατηγόρησε το ΠΑΣΟΚ πως θέλει «να γίνει ΣΥΡΙΖΑ στη θέση του ΣΥΡΙΖΑ» και ότι από το 2012 και μετά αποτελεί κόμμα – συμπλήρωμα της Νέας Δημοκρατίας.

Από το ΠΑΣΟΚ απάντησαν: «Τι και αν πέρασαν δύο εβδομάδες από την κάλπη της 21ης Μαΐου, ο Αλέξης Τσίπρας επιμένει να μην αναγνωρίζει το μερίδιο της ευθύνης του για την αύξηση των ποσοστών της Νέας Δημοκρατίας και την αποδοκιμασία των πολιτών στην ανερμάτιστη και αναξιόπιστη αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν μας ξενίζει καθώς ουδέποτε έκανε την αυτοκριτική του για την ήττα από τη Νέα Δημοκρατία το 2019, όταν ο χάρτης βάφτηκε μπλε στις εθνικές εκλογές, τις ευρωεκλογές και τις περιφερειακές εκλογές».