Πέθανε ο Ροστροπόβιτς

Σε ηλικία 80 ετών πέθανε ο διάσημος ρώσος μουσικός Μστισλάβ Ροστροπόβιτς, μετά από μακρά ασθένεια, σε νοσοκομείο της Μόσχας, σύμφωνα με το πρακτορείο Ιτάρ Τας.

Γνωστός με το υποκοριστικό Σλάβα, γεννήθηκε στο Μπακού το 1927 και σπούδασε στο Ωδείο της Μόσχας. Ήδη από την ηλικία των 16 ετών έπαιζε πιάνο και τσέλο, διηύθυνε ορχήστρες και συνέθετε τα δικά του έργα. Σε ηλικία μόνο 23 ετών διακρίνεται με το σημαντικότερο βραβείο της Σοβιετικής Ενωσης, το Βραβείο Στάλιν.

Εκτός από τη μητέρα του, δάσκαλοί του υπήρξαν ο Προκόβιεφ και ο Σοστακόβιτς. Η διεθνής του καριέρα άρχισε το 1964 από την τότε Δυτική Γερμανία.

Θιασώτης της μουσικής δωματίου, ο Ροστροπόβιτς έπαιξε με τον Γκίλελς, τον Χόροβιτς, τον Μενουχίν και τον Ρίχτερ, ενώ διακρίθηκε επίσης ως διευθυντής ορχήστρας και όπερας (από το 1967, Μπολσόι, Ευγένιος Ονέγκιν του Τσαϊκόφσκι).

Ο Μστισλάβ Ροστροπόβιτς έθεσε τον εαυτό του στην υπηρεσία ανθρωπιστικών υποθέσεων: υπήρξε πρεσβευτής καλής θελήσεως της Unesco, και το 2006 έγινε ειδικός εκπρόσωπος του Προγράμματος του ΟΗΕ για το AIDS. Δημιούργησε με τη σύζυγό του Γκαλίνα Βισνέφσκαγια ίδρυμα για την εφαρμογή προγραμμάτων υγείας για τα παιδιά της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.

Ο Μστισλάβ Ροστροπόβιτς, που πέθανε σε ηλικία 80 ετών, υπήρξε ο μεγαλύτερος βιολοντσελίστας του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα , ένας ελεύθερος άνθρωπος που αψήφησε την καταστολή του σοβιετικού καθεστώτος .

Στη δύση της ζωής του, δύο εικόνες συνοψίζουν την ιδεολογική του ταυτότητα: το αυτοσχέδιο κοντσέρτο του στα ερείπια του Τείχους του Βερολίνου το 1989 και η εμφάνισή του στα οδοφράγματα για να υπερασπισθεί τη νεαρή ρωσική δημοκρατία κατά των πραξικοπηματιών στη Μόσχα το 1991.

Γιος βιολοντσελίστα, ο Μστισλάβ Ροστροπόβιτς γεννήθηκε στις 27 Μαρτίου 1927 στο Μπακού. Αρχισε σε μικρή ηλικία μαθήματα πιάνου πριν καταλήξει στο βιολοντσέλο.

Ο πατέρας του ο οποίος είχε παρακολουθήσει μαθήματα του ισπανού Πάμπλο Καζάλς, του οποίου ο Ροστροπόβιτς θεωρείται εγγονός στο βιολοντσέλο, τον ενθαρρύνει να φοιτήσει στο Κονσερβατουάρ της Μόσχας. Ο Μστισλάβ θα γίνει από το 1943 μαθητής στην ενορχήστρωση του Ντμίτρι Σοστακόβιτς , ο οποίος και θα παραμείνει δάσκαλός του.

Το ταλέντο του αναδεικνύεται πολύ σύντομα και αρχίζει να βραβεύεται σε μουσικούς διαγωνισμούς στη Μόσχα (1945), την Πράγα (1947 και 1950) και τη Βουδαπέστη (1949). Σε ηλικία μόνο 23 ετών διακρίνεται με το σημαντικότερο βραβείο της Σοβιετικής Ενωσης, το Βραβείο Στάλιν.

Το ίδιο γρήγορα θα πέσει σε δυσμένεια. Τον Σεπτέμβριο του 1970, δέχεται στο σπίτι του με τη σύζυγό του την σοπράνο Γκαλίνα Βισνέφσκαγια, τον αντικαθεστωτικό συγγραφέα Αλεξάντρ Σολζενίτσιν, άρρωστο και πάμφτωχο, για τον οποίο απευθύνει επιστολή προς τον σοβιετικό ηγέτη Λεονίντ Μπρέζνιεφ.

hspace=4Αντιμετωπίζει αμέσως τα αντίποινα του καθεστώτος, αποκλείεται από τουρνέ στο εξωτερικό και του απαγορεύεται να παίζει με μεγάλες ορχήστρες. Ο Ροστροπόβιτς μεταναστεύει στη Δύση στις 26 Μαΐου 1974 για πολιτικούς λόγους. Τέσσερα χρόνια αργότερα του αφαιρείται η σοβιετική υπηκοότητα.

Αποκαθίσαται το 1990 με διάταγμα του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ και επιστρέφει στη Ρωσία με τη Συμφωνική Ορχήστρα της Ουάσινγκτον, την οποία διηύθυνε από το 1977 μέχρι το 1994.

Οσοι τον έχουν συναντήσει κρατούν από τον Ροστροπόβιτς την εικόνα ενός ανθρώπου που του αρέσει η καλή ζωή , κοινωνικού και γεμάτου χιούμορ. Για τον ακούραστο αυτόν ταξιδευτή το διαμέρισμά του στο Παρίσι είναι ακόμη γεμάτο ανοιχτές βαλίτσες έτοιμες για αναχώρηση οι δεκάδες εμφανίσεις κάθε χρόνο στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν αποτελούν πρόβλημα. Η ξεκούραση θα έλθει αργότερα, πολύ αργότερα, έχει πει.

Μεγάλος υπερασπιστής της ρωσικής μουσικής κληρονομιάς (Τσαϊκόφσκι, Μουσόργκσκι), είναι επίσης ένθερμος υπηρέτης της σύγχρονής μουσικής. Πολλοί από τους μεγάλους συνθέτες του 20ού αιώνα, ο Μπρίτεν, ο Σοστακόβιτς, ο Ντιτιγέ, ο Λουτοσλάφσκι, ο Προκόφιεφ, συνέθεσαν για τον μουσικό αυτόν με την ακόρεστη περιέργεια, που συνέβαλε όσο κανείς στον εμπλουτισμό του ρεπερτορίου του μουσικού του οργάνου.

Θιασώτης της μουσικής δωματίου, ο Ροστροπόβιτς έπαιξε με τον Γκίλελς, τον Χόροβιτς, τον Μενουχίν και τον Ρίχτερ, ενώ διακρίθηκε επίσης ως διευθυντής ορχήστρας και όπερας (από το 1967, Μπολσόι, Ευγένιος Ονέγκιν του Τσαϊκόφσκι).

Ο Μστισλάβ Ροστροπόβιτς έθεσε τον εαυτό του στην υπηρεσία ανθρωπιστικών υποθέσεων: υπήρξε πρεσβευτής καλής θελήσεως της Unesco, και το 2006 έγινε ειδικός εκπρόσωπος του Προγράμματος του ΟΗΕ για το AIDS. Δημιούργησε με τη σύζυγό του Γκαλίνα Βισνέφσκαγια ίδρυμα για την εφαρμογή προγραμμάτων υγείας για τα παιδιά της πρώην Σοβιετικής Ενωσης.

Εχει δύο κόρες, την Ολγα, βιολοντσελίστα, και Ελένα, πιανίστα.

Πηγή: skai.gr