Ινστιτούτο Sipri: Μειώθηκαν παγκοσμίως τα πυρηνικά όπλα - Ποιές χώρες κατέχουν τα περισσότερα

Μείωση των πυρηνικών όπλων παγκοσμίως το 2019 σημειώθηκε σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Ινστιτούτου Sipri.

Σύμφωνα με το Ιντιτούτο, η μείωση του αριθμού των πυρηνικών όπλων το 2019 οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στην κατάργηση των παλιών πυρηνικών όπλων από τη Ρωσία και τις ΗΠΑ, οι οποίες ωστόσο εξακολουθούν να κατέχουν πάνω από το 90% των παγκόσμιων πυρηνικών όπλων.

Αν και το μέλλον της New Start παραμένει σήμερα αβέβαιο, οι δύο χώρες συνέχισαν το 2019 να τηρούν τις δεσμεύσεις τους βάσει της συμφωνίας. Το Sipri ανέφερε ότι «οι δυνάμεις των δύο χωρών παρέμειναν κάτω από τα όρια που θέτει» η συμφωνία.

Όμως συνέχισε, οι δύο χώρες «έχουν ξεκινήσει εκτεταμένα και κοστοβόρα προγράμματα για την αντικατάσταση και τον εκσυγχρονισμό των πυρηνικών κεφαλών τους, των πυραυλικών τους συστημάτων και των αεροσκαφών τους που μπορούν να φέρουν πυρηνικά όπλα, καθώς και των εγκαταστάσεων κατασκευής πυρηνικών όπλων».

Ο αριθμός των πυρηνικών όπλων παγκοσμίως έχει μειωθεί δραστικά από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 όταν είχε φτάσει στο αποκορύφωμά του με περίπου 70.000 τέτοιου είδους όπλα.

Στις αρχές του 2020, 9 κράτη συνολικά, οι ΗΠΑ, Ρωσία, Βρετανία, Γαλλία, Κίνα, Ινδία, Πακιστάν, Ισραήλ και Βόρεια Κορέα είχαν στην κατοχή τους περίπου 13.400 πυρηνικά όπλα, από τα οποία τα 3720 αναπτύχθηκαν με επιχειρησιακές δυνάμεις. Επίσης, 1800 από αυτά φυλάσσονται μόνο για περιπτώσεις ύψιστης ανάγκης.

Τον Ιανουάριο του 2020 οι ΗΠΑ είχαν 3800 πυρηνικές κεφαλές απόθεμα, περίπου το ίδιο  με το 2019. Αντίστοιχα, η Ρωσία τον Ιανουάριο του 2020 είχε 4315 πυρηνικές κεφαλές απόθεμα, περίπου 15 λιγότερες από το 2019.

Παρόλα αυτά η έκθεση συνοψίζει ότι όλα τα κράτη που έχουν πυρηνική βιομηχανία έχουν τη δυνατότητα παραγωγής υλικών που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για όπλα και να ενισχύσουν το οπλοστάσιό τους.

Δείτε εδώ αναλυτικά την έκθεση (Αγγλικά).

Το ινστιτούτο Sipri προειδοποιεί για τις «ζοφερές» προοπτικές του εκσυγχρονισμού και της ενίσχυσης αυτών των οπλοστασίων.

«Η αναστολή του ζωτικής σημασίας διαλόγου μεταξύ της Ρωσίας και των ΗΠΑ (σ.σ. καθώς τα οπλοστάσιά τους αποτελούν περισσότερο από το 90% του συνόλου) ενδέχεται να οδηγήσει σε μια νέα κούρσα πυρηνικών εξοπλισμών», προειδοποίησε ο Σάνον Κάλι διευθυντής του προγράμματος ελέγχου των πυρηνικών όπλων του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών της Στοκχόλμης για την Ειρήνη (Sipri) και ένας από τους συντάκτες της έκθεσης.

Ο ερευνητής αναφέρεται κυρίως στο μέλλον της ρωσοαμερικανικής συνθήκης New Start, η οποία υπεγράφη το 2010 και λήγει στις αρχές του 2021.

Πρόκειται για την πιο πρόσφατη πυρηνική συμφωνία που εξακολουθεί να ισχύει μεταξύ των δύο χωρών και η οποία έχει στόχο να διατηρήσει τα πυρηνικά οπλοστάσιά τους σε επίπεδα κάτω από αυτά της περιόδου του Ψυχρού Πολέμου.

«Οι συζητήσεις για την παράταση της New Start ή για τη διαπραγμάτευση μιας νέας συμφωνίας δεν σημείωσαν προόδους το 2019», επισημαίνουν οι ερευνητές του Sipri.

Αντίθετα, οι πυρηνικές δυνάμεις της Κίνας, όπως και της Ινδίας, αυξάνουν το οπλοστάσιό τους.

«Η Κίνα βρίσκεται σε διαδικασία εκσυγχρονισμού του πυρηνικού της οπλοστασίου. Για πρώτη φορά αναπτύσσει μια ‘πυρηνική τριάδα’», πυραύλους με πυρηνικές κεφαλές οι οποίοι μπορούν να εκτοξευθούν από τη θάλασσα, από αέρος και με χερσαία μέσα, εξήγησε το Sipri.

Εξάλλου το Πεκίνο αγνοεί συστηματικά τις προσκλήσεις της Ουάσινγκτον να συμμετάσχει στις συνομιλίες για τον περιορισμό της κούρσας εξοπλισμών.

 

Πηγή: skai.gr και ΑΠΕ-ΜΠΕ