Η Ευρώπη στις συμπληγάδες της Ακροδεξιάς

Στη Γηραιά Ήπειρο ολοένα και περισσότεροι ψηφοφόροι στρίβουν ακροδεξιά

Της Αθηνάς Παπακώστα

Η ακροδεξιά καταγράφει και πάλι, σταθερά, άνοδο στην Ευρώπη. Πρόκειται για ένα κακό deja vu που πολλοί είχαν πιστέψει πως πλέον είχαμε αφήσει πίσω. Αντιθέτως, στη Γηραιά Ήπειρο ολοένα και περισσότεροι ψηφοφόροι στρίβουν ακροδεξιά.

Λίγα μόλις 24ωρα πριν στη Θουριγγία της Γερμανίας εξελέγη ο πρώτος ακροδεξιός περιφερειάρχης, ξυπνώντας άγριες μνήμες του παρελθόντος στη χώρα.

Ο Ρόμπερτ Ζέσελμαν εξελέγη με το ακροδεξιό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) έχοντας απέναντί του τον Γιούργκεν Κέπερ, από το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDU) τον οποίο στήριζαν όλα τα υπόλοιπα κόμματα, συμπεριλαμβανομένης και της γερμανικής Αριστεράς.

Ο ακροδεξιός υποψήφιος συγκέντρωσε το 52,8% των ψήφων και ο αντίπαλός του, το 47,2% φέρνοντας για πρώτη φορά μετά την ίδρυσή του, δέκα χρόνια πριν, το AfD να κατακτά κορυφαία θέση σε εκλογές. Την ίδια ώρα, στη χώρα που παραμένει η πιο ισχυρή οικονομία της Ευρωζώνης, εάν στήνονταν κάλπες σήμερα η ακροδεξιά θα μπορούσε  να τερματίσει στη δεύτερη θέση - μαζί ή εκτοπίζοντας από αυτή τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD).

Ακροδεξιό, ξενοφοβικό με αντι-ισλαμιστική ρητορική, αντισημιτισμό και εθνικό συντηρητισμό χτυπά δημοσκοπικά κορυφή στην ανατολική Γερμανία. Επενδύει στον φόβο και εκμεταλλεύεται την εσωτερική διάσπαση στη γερμανική κυβέρνηση με τη νεολαία του, εν τω μεταξύ, να χαρακτηρίζεται από την Υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος της Γερμανίας ως εξτρεμιστική ομάδα.

Και όσο η Γερμανία είναι σήμερα σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, η Ιταλία από τον περασμένο Οκτώβριο έχει εγκαινιάσει την ακροδεξιά «εποχή Τζόρτζια Μελόνι» στην εξουσία αποκτώντας την πρώτη ακροδεξιά κυβέρνηση από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Με πολιτική καταγωγή τα σκοτάδια του νεοφασισμού, η Μελόνι και το Κόμμα της «Αδέλφια της Ιταλίας» έχουν σχηματίσει κυβέρνηση με συμμάχους το λαϊκιστικό κόμμα που ίδρυσε ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι «Φόρτσα Ιτάλια» και την ακροδεξιά Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι.

Η Μελόνι παίζει σκληρή μπάλα στο μεταναστευτικό εντός και εκτός Ιταλίας. Κηρύσσει τη χώρα της σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης επιβάλλοντας σκληρότατα μέτρα για τη διαχείριση των αφίξεων ενώ στην Ευρώπη κερδίζει τη  διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της για την απέλαση αιτούντων άσυλο πείθοντας όχι μόνον τους κεντροδεξιούς αλλά και τους κεντρώους με τη Γερμανία που εξέφραζε ενστάσεις για την παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων τελικά να κάνει πίσω.

Με τις ευρωεκλογές να είναι μόλις έναν χρόνο μακριά το καμπανάκι κινδύνου χτυπά και στην τέταρτη οικονομία της ζώνης του ευρώ, την Ισπανία, η οποία στις 23 Ιουλίου οδηγείται στις κάλπες.

Ο Πέδρο Σάντσεθ του Ισπανικού Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (PSOE) και νυν πρωθυπουργός της χώρας είδε τη δημοτικότητά του, το κόμμα του και τον βασικό του κυβερνητικό εταίρο, τους αριστερούς Podemos, να καταποντίζονται στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές της χώρας στα τέλη Μαΐου. Παράλληλα, άνοδο κατέγραψαν το κεντροδεξιό Λαϊκό Κόμμα (PP) του Αλμπέρτο Νούνιεθ Φεϊχό και εκ νέου το ακροδεξιό, υπερεθνικιστικό VOX του Σαντιάγο Αμπασκάλ.

Ειδικότερα, το VOX δεν έχει σταματήσει να βρίσκεται σε ανοδική τροχιά. Πρόκειται για τους νοσταλγούς του Φράνκο. Μερικά από τα κεντρικά σημεία της ιδεολογίας τους αφορούν στην ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την  καταπολέμηση της πράσινης μετάβασης, τη μείωση της φορολογίας και των βουλευτών, την αμφισβήτηση της έμφυλης βίας ζητώντας την κατάργηση του υπουργείου Ισότητας και την απέλαση όλων των παράνομων μεταναστών αλλά και των νόμιμων που έχουν καταδικαστεί για αδικήματα.

Το εν λόγω κόμμα στις κάλπες του 2019 είχε αναδειχθεί τρίτη κοινοβουλευτική δύναμη της Ισπανίας με ποσοστό 15,1%. Σήμερα, επιδιώκει σε μία κυβερνητική  συνεργασία με το Λαϊκό Κόμμα που δίνει μάχη για την πρώτη θέση με το VOX σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις βρίσκεται σταθερά τρίτο.

Βορειότερα στην Ευρώπη και τη Φινλανδία όπου η ακροδεξιά βρίσκεται εντός του κοινοβουλίου εδώ και δύο δεκαετίες, το ευρωσκεπτικιστικό, αντιμεταναστευτικό «Κόμμα των Φινλανδών» της Ρίικα Πούρα κατάφερε να είναι δεύτερη δύναμη στις εκλογές του περασμένου Απριλίου καταγράφοντας το μεγαλύτερο εκλογικό αποτέλεσμα στην ιστορία του. Σήμερα, συμμετέχει στην κυβέρνηση της χώρας και αναλαμβάνοντας επτά υπουργεία, συμπεριλαμβανομένου και του υπουργείου Εσωτερικών, έχει ήδη αρχίσει να εργάζεται για την υιοθέτηση αυστηρότερης μεταναστευτικής πολιτικής.

Στη γειτονική Σουηδία, μία χώρα που υπήρξε συνώνυμο των ίσων ευκαιριών, τον περασμένο Σεπτέμβριο υπήρξε ένας πολιτικός σεισμός.

Για πρώτη φορά η παραδοσιακή δεξιά της χώρας αποφάσισε να σχηματίσει κυβέρνηση έχοντας όμως εξασφαλίσει την κοινοβουλευτική υποστήριξη της ακροδεξιάς και συγκεκριμένα του κόμματος των «Σουηδών Δημοκρατών» του Τζίμι Άκεσον, που αναδείχθηκαν δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα στις εκλογές του περασμένου Σεπτεμβρίου λαμβάνοντας το 20% των ψήφων. Πρόκειται για ένα κόμμα με  νεοναζιστικές ρίζες, που τάσσεται υπέρ της σκληρής αντιμεταναστευτικής πολιτικής και καταγράφει σταθερά άνοδο την τελευταία δεκαετία.

Την ίδια ώρα η Γαλλία ζει με τον ακροδεξιό Εθνικό Συναγερμό της Μαρίν Λεπέν και του 27χρονου Ζορντάν Μπαρντελά που από τον περασμένο Ιούνιο είναι το κόμμα της αντιπολίτευσης με τις περισσότερες έδρες στο γαλλικό κοινοβούλιο ενώ στην Πολωνία και την Ουγγαρία ακραία συντηρητικά κόμματα βρίσκονται στην εξουσία.

Πώς φτάσαμε ως εδώ;

Αναλυτές καταγράφουν την κατρακύλα και οδηγούνται στο ασφαλές συμπέρασμα ότι οι λόγοι διαφέρουν από χώρα σε χώρα με την μετανάστευση, την κρίση στο κόστος ζωής, την πανδημία του κορωνοϊού, τον πόλεμο στην Ουκρανία και τον ευρωσκεπτικισμό να προηγούνται στην κούρσα των υπεύθυνων αιτιών αυτής της εν εξελίξει ακροδεξιάς στροφής.

Ακόμη, ειδικοί συνδέουν ταυτόχρονα την άνοδο της άκρας δεξιάς και με το γεγονός ότι ολοένα και περισσότεροι πολίτες έχουν μικρότερη εμπιστοσύνη σε κόμματα και θεσμούς, την κανονικοποίηση του λόγου και των πολιτικών τους αλλά και την αποτυχία της Αριστεράς να στρίψει σωστά το τιμόνι κατά των περικοπών του κράτους πρόνοιας και κατά θέσεων εργασίας με ψίχουλα για μισθούς.

Άλλοι δε, αναδεικνύουν το γεγονός ότι όλα τα πολιτικά κόμματα δεν στάθηκαν ανάχωμα αποτυγχάνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο να προσφέρουν ένα εναλλακτικό όραμα για το μέλλον μιμούμενα συχνά τη ρητορική αλλά και τις πολιτικές των λαϊκιστών που συνιστούν απειλή για τη δημοκρατία.

H χώρα μας πλέον μετρά, για πρώτη φορά στην ιστορία της μεταπολίτευσης όχι ένα αλλά τρία ακροδεξιά κόμματα εντός του ελληνικού κοινοβουλίου: Πρόκειται για το κόμμα των Σπαρτιατών που στηρίζει ο καταδικασμένος για την εγκληματική οργάνωση Χρυσή Αυγή, Ηλίας Κασιδιάρης, την Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου, μία έκφραση της ακροδεξιάς με... γραβάτα και το κόμμα Νίκη που προτάσσει την ορθοδοξία και συσπειρώνει επίσης «μακεδονομάχους», αντιεμβολιαστές και το κίνημα κατά των αμβλώσεων. Και τα τρία ακροδεξιά αυτά κόμματα συγκέντρωσαν το 12,77% και λαμβάνουν 34 έδρες επί τω συνόλω.

Ρατσισμός, εθνικισμός και ξενοφοβία. Προσφορά και ζήτηση. Και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Μέχρι πότε;

Πηγή: skai.gr