Φανί Αρντάν: Η Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ είναι περισσότερο "αναρχική" παρά "πολιτικά ορθή"

Η Γαλλίδα ηθοποιός σκηνοθετεί το συγκλονιστικό αριστούργημα του Ντμίτρι Σοστακόβιτς 

 «Δεν θεωρώ ότι η "Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ" είναι μια όπερα για τη γυναικεία ενδυνάμωση» δηλώνει στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η σπουδαία Γαλλίδα ηθοποιός Φανί Αρντάν, με αφορμή την αναβίωση της επιτυχημένης παραγωγής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής της οποίας υπογράφει τη σκηνοθεσία. «Η ηρωίδα παλεύει για τη ζωή της, τον έρωτα της, το πάθος της, είναι μόνη, δεν είναι μέλος κάποιας πολιτικής παράταξης, δεν αναζητά εξουσία, είναι μία ελεύθερη γυναίκα, δεν ακολουθεί τους νόμους, τη συμπεριφορά μιας ομάδας ή τις σκέψεις ενός κόμματος. Είναι περισσότερο "αναρχική" παρά "πολιτικά ορθή"» αναφέρει η ίδια στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Η «Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ», το συγκλονιστικό αριστούργημα του Ντμίτρι Σοστακόβιτς, ύστερα από την ενθουσιώδη υποδοχή που της επεφύλαξε το αθηναϊκό κοινό το 2019, επιστρέφει στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της ΕΛΣ, στο ΚΠΙΣΝ, στις 21, 24, 27, 31 Οκτωβρίου και 5, 9 Νοεμβρίου 2023. Τη μουσική διεύθυνση της παραγωγής υπογράφει o Ιταλός Φαμπρίτσιο Βεντούρα στην πρώτη του συνεργασία με την Εθνική Λυρική Σκηνή.

Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για την εμπειρία της από την πρώτη φορά που σκηνοθέτησε την εμβληματική όπερα στην Αθήνα το 2019, η Φανί Αρντάν αναφέρει: «Τα θυμάμαι όλα πολύ καλά. Έχω τόσες πολλές αναμνήσεις που θέλω πολύ χρόνο για να τις διηγηθώ. Θυμάμαι ότι ήταν μια πολύ έντονη περίοδος πριν, κατά τη διάρκεια των προβών και την ημέρα της πρεμιέρας. Θυμάμαι τη μελαγχολία μου όταν έφυγα από την Αθήνα για να επιστρέψω στο Παρίσι, καθώς όσο βρισκόμουν στην Εθνική Λυρική Σκηνή, ένιωθα ζωντανή και παθιασμένη με αυτό που έκανα. Ήταν μια σπουδαία εμπειρία, τόσο σε ανθρώπινο όσο και σε καλλιτεχνικό επίπεδο. Δεν θα την ξεχάσω ποτέ».

Πριν φθάσει να θεωρείται ένα από τα δημοφιλέστερα έργα του 20ού αιώνα, η «Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ» λογοκρίθηκε από το σταλινικό καθεστώς. Μάλιστα, ο συνθέτης έλαβε τεράστιο πλήγμα με αποτέλεσμα να μην ολοκληρώσει καμία άλλη όπερα μέχρι τον θάνατό του, παρότι άφησε προσχέδια για αρκετές. Σημαντικό μέρος της δύναμης της όπερας οφείλεται στη μεγάλη ποικιλία της μουσικής, η οποία είναι έντονα ποιητική. Το έργο δεν ξεχωρίζει μονάχα για την ωμότητα και τη σκληρότητά του, αλλά είναι εξίσου βαθιά συγκινητικό, όχι μόνο στην τελική σκηνή του, η οποία συνοψίζει αιώνες πόνου και στέρησης στη Ρωσία.

Η υπόθεση, η οποία βασίζεται σε νουβέλα του Νικολάι Λεσκόφ, αφορά την Κατερίνα Ισμαήλοβα, σύζυγο ευκατάστατου εμπόρου, η οποία νιώθει παραμελημένη και εγκλωβισμένη στον γάμο της. Ερωτεύεται έναν από τους εργάτες του αγροκτήματός της και για χάρη του φτάνει ως τον φόνο του πεθερού και του συζύγου της. Η Κατερίνα παντρεύεται τον αγαπημένο της, όμως οι φόνοι αποκαλύπτονται και το ζευγάρι συλλαμβάνεται. Στον δρόμο για τη Σιβηρία η Κατερίνα αρπάζεται με μια νέα υποψήφια ερωμένη του συζύγου της και μαζί της παρασύρεται από τα παγωμένα νερά του ποταμού. Ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς εκκινεί από το ζήτημα της θέσης της γυναίκας στην επαρχιακή προεπαναστατική Ρωσία και επιλέγει να σατιρίσει με μεγάλη οξυδέρκεια θεσμούς της ίδιας εποχής, όπως η εκκλησία και η τσαρική αστυνομία.

Σπουδαία μορφή του γαλλικού σινεμά και του θεάτρου

Η σταρ των δεκάδων ταινιών και θεατρικών, η μούσα του Τρυφώ, η πρωταγωνίστρια του Τζεφιρέλλι και του Πολάνσκι, η μοναδική «γυναίκα της διπλανής πόρτας» με τον Ντεπαρτιέ, η Φανί Αρντάν δοκιμάστηκε με μεγάλη επιτυχία για πρώτη φορά στην όπερα με την Εθνική Λυρική Σκηνή, μετά τις δύο σκηνοθεσίες μουσικού θεάτρου που είχε υπογράψει στο Θέατρο Σατλέ στο Παρίσι (τη Βερονίκη του Μεσσαζέ το 2008 και το Passion του Ζόντχαϊμ το 2016). Η τολμηρή και αιχμηρή της σκηνοθεσία φωτίζει ζητήματα όπως η ατομική ελευθερία, η τόλμη, τα πυρακτωμένα όρια.

«Η Λαίδη Μάκβεθ μάς προτάσσει έναν καθρέφτη. Και κοιταζόμαστε. Η Λαίδη Μάκβεθ είναι το άγριο είδωλό μας, ατίθασο και ελεύθερο. Πώς ζει το κομμάτι του εαυτού μας που αντιστέκεται στους νόμους, μέσα σε μια κοινωνία συμβατική και ομοιόμορφη; Το να αγαπάς τους εγκληματίες είναι ένα ρίσκο. Κι εγώ το παίρνω. Αγαπώ την Κατερίνα Ισμαήλοβα. Δεν είναι μόνο ένας χαρακτήρας του Λεσκόφ, σε μια όπερα του Σοστακόβιτς, αλλά είναι επίσης και ένα πρόσωπο πάντοτε παρόν, ακόμα και στη δική μας εποχή, και, όντας προσεκτικοί, μπορούμε να το συναντήσουμε. Αγαπώ αυτούς που δεν φοβούνται την ετυμηγορία, τις κυρώσεις της κοινωνίας, τα κόμματα, τις ομάδες, τη συλλογική σκέψη. Τους κοιτάζω που ζουν σε ένα τεντωμένο σύρμα, εύθραυστο ίσως, αλλά δονούμενο και πυρακτωμένο. Τρέμω τη στιγμή που θα πέσουν. Καταλαβαίνω ότι προτιμούν να πεθάνουν από το να καταστρέψουν το όνειρό τους. Δέχομαι ότι αποτελούν κίνδυνο για την κοινωνία των εμπόρων και των κερδών. Θαυμάζω το κόστος που είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν για να μείνουν ελεύθεροι και να ακολουθήσουν το πάθος τους. Το να λογοδοτούν αποτελεί μέρος του δικού τους κανόνα του παιχνιδιού. Χαίρομαι που έχουν διατρέξει τη ζωή τους σαν αστέρια σε ένα ηλιακό σύστημα με μαύρο ήλιο» σημειώνει η ίδια και προσθέτει:

«Λατρεύω την ιστορία της Κατερίνας, της Λαίδης Μάκβεθ από την επαρχία του Μτσενσκ. Για μένα είναι σαν μια εικόνα. Την πήρα σαν ένα δώρο που θα ήθελα να σας προσφέρω. Είπα στον εαυτό μου: Δεν έχει σημασία η εποχή, η πολιτική. Δεν έχουν σημασία οι περιστάσεις, το πλαίσιο. Δεν έχουν σημασία οι νόμοι. Θα υπάρχουν πάντοτε αυτοί που υπακούουν και εκείνοι που διατάζουν, αυτός που ακολουθεί και εκείνος που οδηγεί, αυτός που μπαίνει στη σειρά και εκείνος που την αφήνει έτσι, μια μέρα ή μιαν άλλη, μετά από πολύν καιρό αναμονής της αληθινής και βίαιης χαράς, γιατί το κάλεσμα της ζωής είναι ισχυρότερο από οτιδήποτε άλλο. Κι έτσι, κρατώ τη Λαίδη Μάκβεθ στην περιοχή του Μτσενσκ, στην επαρχία της, στην αυτοκρατορία των τσάρων, στο περιβάλλον της, αυτό των εμπόρων. Η μουσική του Σοστακόβιτς, με ακόμη περισσότερο πλούτο και πιο έντονη αντίθεση από το ίδιο το κείμενο, μας εξιστορεί την περιπλοκότητα της Κατερίνας και των αντιπάλων της, το πώς η μελαγχολία της νικήθηκε από τον θυμό, τη βλασφημία και την πράξη χωρίς επιστροφή, το πώς αυτή η αντιφατική και σκανδαλώδης ηρωίδα μάς κάνει να θέλουμε να ζήσουμε, ακόμα και ως επί το πλείστον με κίνδυνο».

Μια δημιουργική ομάδα διεθνούς ακτινοβολίας

Η παραγωγή αποτελεί τον καρπό μιας σπουδαίας δημιουργικής ομάδας, υπό την καθοδήγηση της Αρντάν. Τα πολυλειτουργικά σκηνικά υπογράφει ο βραβευμένος Γερμανός σκηνογράφος Τομπίας Χόαϊζελ και τα κοστούμια δύο σπουδαίες ενδυματολόγοι: η πολλάκις βραβευμένη με Όσκαρ Μιλένα Κανονέρο και η Πέτρα Ράινχαρτ, γνωστή για τις συνεργασίες της με τον Ρόμπερτ Κάρσεν.

Για την κινησιολογία η Αρντάν επέλεξε την κολεκτίβα των Γάλλων καλλιτεχνών (ΛΑ)ΟΡΝΤ (Μαρίν Μπρυττί, Ζονατάν Ντεμπρουέρ, Αρτύρ Αρέλ), η οποία δημιουργήθηκε το 2014 στο Παρίσι και έγινε γνωστή για τις χορογραφίες που έκανε με κοινότητες μη επαγγελματιών μέσω του διαδικτύου. Ενώ από το 2019 βρίσκεται στο τιμόνι της CCN Ballet national της Μασσαλίας.

Τους φωτισμούς της παραγωγής υπογράφει ο διεθνώς αναγνωρισμένος και πολυβραβευμένος Ιταλός διευθυντής φωτογραφίας Λούκα Μπιγκάτσι, γνωστός από τις ταινίες του Πάολο Σορρεντίνο, αλλά και από τη συνεργασία του με τον Αμπάς Κιαροστάμι.

Στον ρόλο του τίτλου, η διακεκριμένη Ρωσίδα υψίφωνος, με την ιδιαίτερη φωνητική και σκηνική παρουσία που εντυπωσίασε κοινό και κριτικούς στην πρώτη παρουσίαση το 2019, Σβετλάνα Σοζντάτελεβα, η οποία έχει ερμηνεύσει με μεγάλη επιτυχία την Κατερίνα Ισμαήλοβα, μεταξύ άλλων, σε Μόσχα, Όσλο, Ελσίνκι, ενώ έχει εμφανιστεί σε κορυφαία λυρικά θέατρα, στις Βρυξέλλες, το Βερολίνο, την Μπολόνια, το Μόναχο, την Αγία Πετρούπολη κ.α.

Τον ρόλο του Σεργκέι θα ερμηνεύσει ο τενόρος Σεργκέι Σεμισκούρ, σολίστ του Θεάτρου Μαριίνσκι της Αγίας Πετρούπολης, μετά την εξαιρετική του ερμηνεία το 2019. Τον ρόλο του Μπορίς κρατάει ο διακεκριμένος Έλληνας μπασοβαρύτονος Γιάννης Γιαννίσης. Μαζί τους οι καταξιωμένοι και νεότεροι μονωδοί της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Τη Χορωδία της ΕΛΣ διευθύνει ο Αγαθάγγελος Γεωργακάτος.

Η παραγωγή υλοποιείται με τη στήριξη της δωρεάς του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ) για την ενίσχυση της καλλιτεχνικής εξωστρέφειας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ