Τα περιβαλλοντικά προβλήματα από τη βιομηχανία της μόδας

Οι χώρες που συγκεντρώνουν τέτοιες βιομηχανικές δραστηριότητες εντοπίζονται στην Κίνα, στην Ινδία και στην Ινδονησία, δηλαδή σε χώρες που δεν έχουν αναπτύξει προς το παρόν σε σημαντικό βαθμό την εθνική περιβαλλοντική τους ταυτότητα, ως προς την πολιτική και το εθνικό περιβαλλοντικό δίκαιο και ως εκ τούτου είναι «περιβαλλοντικά ευάλωτες».

Η συγκεκριμένη κατηγορία μεταποιητικών βιομηχανιών μέσα από την επεξεργασία των ρούχων παράγει υγρά επικίνδυνα απόβλητα που καταλήγουν χωρίς κάποια είδους επεξεργασία σε υδάτινους αποδέκτες των χωρών αυτών, προκαλώντας μεταξύ άλλων ρύπανση του περιβάλλοντος και προβλήματα υγείας στους κατοίκους των τοπικών κοινωνιών.

Η διαδικασία χρωματισμού του βαμβακιού και των συνθετικών ινών είναι μία χημική διεργασία που παράγει επικίνδυνα απόβλητα, τα οποία προκαλούν σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα, όταν δεν διαχειρίζονται ορθά. 

Για αυτά τα απόβλητα απαιτείται ειδικός βιολογικός καθαρισμός και τακτικό περιβαλλοντικός έλεγχος, πριν την διοχέτευση των παραγώγων σε κάποιο υδάτινο αποδέκτη όπως μια λίμνη, ένα ποτάμι, ή ακόμα και την θάλασσα, όταν η πρακτική αυτή κρίνεται ακίνδυνη. 

Σε αρκετές χώρες της Ασίας λίμνες, υπόγειοι υδροφορείς, χείμαρροι και ποτάμια ρυπαίνονται συστηματικά με υγρά απόβλητα υποβαθμίζοντας την ποιότητα ζωής των κατοίκων των τοπικών κοινωνιών.

Αυτό το φαινόμενο παρατηρείται, διότι οι χώρες της Ασίας συνδυάζουν τα φθηνά εργατικά χέρια άρα την φθηνή παραγωγή, με την ελαστική περιβαλλοντική νομοθεσία, που αποδεικνύεται ότι είναι ένα τοξικό μείγμα για το περιβάλλον και τους κατοίκους.

Είναι χαρακτηριστικό ότι σε πολλές περιοχές οι κάτοικοι έχουν σταματήσει να πίνουν νερό από τα πηγάδια, φοβούμενοι για την υγεία των ίδιων και των οικογενειών τους.

Πράγματι σε ορισμένες περιοχές της Ασίας έχουν παρατηρηθεί στατιστικά αυξημένα κρούσματα καρκίνου και περιστατικά σωματικής αλλά και πνευματικής επιδείνωσης των μικρών παιδιών, που δεν τους επιτρέπουν την σωστή φυσική ανάπτυξη ή ακόμα και την κανονική πνευματική λειτουργία τους.

Άλλο ένα πρόβλημα είναι η καταστροφή ολόκληρων οικοσυστημάτων με απώλεια της βιοποικιλότητάς τους, όπως είναι ο θάνατος ψαριών και άλλων ειδών πανίδας και χλωρίδας, από τη μόλυνση και την ανεπαρκή οξυγόνωσης των υδάτων.

Αυτό έχει σαν συνέπεια να εξαφανίζονται παραδοσιακά επαγγέλματα που τροφοδοτούσαν άλλοτε τις τοπικές οικονομίες: αγρότες, κτηνοτρόφοι και αλιείς αντιμετωπίζουν οικονομική δυσχέρεια λόγω της απώλειας των εργασιών τους.

Όπως γίνεται κατανοητό πως δεν είναι δυνατόν να παραμένει αυτή η προβληματική περιβαλλοντική κατάσταση στην βιομηχανία της μόδας με τις μεγαλύτερες εταιρείες λιανικής πώλησης να υποστηρίζουν μέχρι σήμερα την εδραίωση και συντήρησή της, μέσω της προμήθειας ρούχων από αυτά τα εργοστάσια που προκαλούν την τόσο υψηλή περιβαλλοντική ρύπανση και βλάβη στην ανθρώπινη υγεία.

Το οικονομικό κόστος από την περιβαλλοντική ρύπανση «της μόδας» δεν έχει προς το παρόν εκτιμηθεί, αλλά είναι βέβαιο πως είναι της τάξεως τουλάχιστον μερικών δισεκατομμυρίων ευρώ.

Αφού μόλις 10 εταιρείες κολοσσοί στον χώρο της μόδας ελέγχουν σε παγκόσμιο επίπεδο το 70% της συνολικής παραγωγής ρούχων, οφείλουν να δράσουν άμεσα και, δεδομένου των οικονομικών και τεχνολογικών δυνατοτήτων τους, να εξυγιάνουν τον κλάδο της μεταποίησης ρούχων μέσα στην επόμενη δεκαετία, ξεκινώντας από τα εργοστάσια που παράγουν τα υφάσματα και τα είδη ρούχων που στην συνέχεια τροφοδοτούν την δυτική αγορά και τα οποία δημιουργούν ακραία περιβαλλοντικά και κοινωνικά προβλήματα στις χώρες της Ασίας. 
Πηγή: skai.gr - Γιώργος Κωστόπουλος, Μηχανικός Περιβάλλοντος