Ντοκιμαντέρ ΣΚΑΪ: Ελληνική χρεοκοπία - Η άνοδος του Ανδρέα Παπανδρέου

Στις εκλογές του 1981 στην Ελλάδα το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου θριαμβεύει, αποσπώντας το 48% της λαϊκής ψήφου.

Η μετάβαση της εξουσίας γίνεται ομαλά, διαψεύδοντας τους φόβους συνταγματολόγων πως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας πια, θα χρησιμοποιούσε τις υπερεξουσίες που του προσέδιδε το Σύνταγμα του 1975 ώστε να εμποδίσει την αλλαγή σκυτάλης.

Αρχικά ο Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ διακατέχονται από την διάθεση να αλλάξουν τα πάντα, ακολουθώντας μία βαθιά επεκτατική πολιτική.

Οι πρώτες παρεμβάσεις στην οικονομία

Μία από τις πρώτες πράξεις της νέας κυβέρνησης είναι ο διπλασιασμός του κατώτατου μισθού και η αύξηση των συντάξεων. Συνάμα καθιερώνεται η τιμαριθμική προσαρμογή, η οποία προστατεύει τα εισοδήματα από τον υψηλό πληθωρισμό, ο οποίος τότε βρισκόταν στο 25%.

Το ερώτημα όμως, επισημαίνει ο οικονομολόγος Πάνος Τσακλόγλου, είναι σε ποιο βαθμό αυτές οι πολιτικές ήταν διατηρήσιμες. Οι επιλογές του ΠΑΣΟΚ άμβλυναν τις ανισότητες, αναφέρει, όμως το χρηματοδοτικό κενό που προκάλεσαν δεν καλύφθηκε από την πλευρά της φορολογίας, με συνέπεια να αυξάνεται το δημόσιο χρέος.

Την ίδια στιγμή η παραγωγική βάση της οικονομίας ταλανίζεται. Όπως εξηγεί ο Κώστας Σοφούλης, πρόεδρος της Τράπεζας Βιομηχανικής Αναπτύξεως, στην αγορά είχαν απομείνει μόνον «σοβαροί» παίχτες: Οι χαλυβουργίες, οι οποίες υποστήριζαν τις οικοδομές και εξήγαγαν στην Μέση Ανατολή, και ορισμένες βιομηχανίες αλουμινίου.

«Το σύνολο σχεδόν των υπόλοιπων βιομηχανιών βρισκότανε σε απόλυτη κρίση», λέει. Οι Αρχές έκρυβαν πτωχεύσεις, ενώ τα υψηλά επιτόκια καθιστούσαν τον τραπεζικό δανεισμό ασύμφορο.

Στην πράξη η Ελλάδα βρίσκεται σε μία δύσκολη μεταβατική περίοδο, κατά την οποία το ΠΑΣΟΚ απευθύνεται στην ΕΟΚ για βοήθεια, παρά το γεγονός ότι προεκλογικά εμφανιζόταν εχθρικό προς την ευρωπαϊκή κοινότητα.

Τον Φεβρουάριο του 1981, τέσσερις μήνες μετά την επικράτηση του ΠΑΣΟΚ στις κάλπες, η κυβέρνηση στέλνει στους εταίρους της μνημόνιο για την αναρρύθμιση των σχέσεων της Ελλάδας και Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

«Ζητούσαμε ουσιαστικά δύο πράγματα», δηλώνει ο ομότιμος καθηγητής Πάνος Καζάκος. «Ένα να εξαιρεθούμε από τους κανόνες της κοινής αγοράς, ούτε λίγο ούτε πολύ από τον πυρήνα της ευρωπαϊκής ενοποίησης τότε […] Και το δεύτερο είναι ότι ζητούσαμε χρηματοδότηση ενός προγράμματος αναπτυξιακού το οποίο όμως δεν είχε η κυβέρνηση, αλλά επρόκειτο να φτιάξει, δηλαδή ζητούσε ουσιαστικά ένα είδος εν λευκώ επιταγής».

Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ αρχίζει να μαθαίνει δια της εμπειρίας πώς να αποσπά κονδύλια από την Ευρώπη. Λίγο ως πολύ αυτό σήμαινε να εκβιάζεις άλλες χώρες-μέλη που ενίσταντο στην χορήγηση χρημάτων στην Ελλάδα, βάζοντας εμπόδια σε διευκολύνσεις που ζητούσαν οι ίδιες, όπως εξηγεί ο πρώην υπουργός Θεόδωρος Πάγκαλος.

Το Δημόσιο

Σε αυτό το πλαίσιο, η πρώτη κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου αρχίζει τις παρεμβάσεις στην στελέχωση της δημόσιας διοίκησης. Κύριο μέλημα είναι να αυξήσει τον βαθμό ελέγχου στις δομές του κράτους, που έως τότε ελέγχονταν από παρατάξεις της δεξιάς.

Ένα πρώτο βήμα είναι η κατάργηση των γενικών διευθυντών υπουργείων. Ο Γιάννης Μαντζουράνης ήταν τότε γενικός γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου. Όπως λέει σήμερα, η εν λόγω απόφαση ήταν απαραίτητη για να σταματήσουν οι δυσλειτουργίες στην δημόσια διοίκηση.

«Ήταν μία πολιτική επιλογή, γιατί είχε διαμορφωθεί μία σκληρή δεξιά διοικητική ιεραρχία με κεφαλές τους γενικούς διευθυντές». Ερωτηθείς εάν κατ’ αυτόν τον τρόπο άρχισε η οικοδόμηση ενός κομματικού κράτους συμφερόντων ΠΑΣΟΚ ο κ. Μαντζουράνης διαφωνεί, αντιτείνοντας πως στόχος ήταν η αποδόμηση ενός προϋπάρχοντος κομματικού κράτους.

Παρά ταύτα, τον πρώτο χρόνο
της διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ οι δημόσιοι υπάλληλοι σχεδόν διπλασιάζονται. Το μεγαλύτερο πρόβλημα βρίσκεται στο διαχρονικό μυστικό των συμβασιούχων.

Τον πρώτο χρόνο της διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ οι δημόσιοι υπάλληλοι σχεδόν διπλασιάζονται, αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα του αριθμού τους βρίσκεται στο διαχρονικό «μυστικό» των συμβασιούχων.

Το 1983 ορίζεται δια νόμου πως οι προσλήψεις στο Δημόσιο θα γίνονται μόνον κατόπιν προγραμματισμού, βάσει των αναγκών της δημόσιας διοίκησης. Την ίδια περίοδο όμως το ΠΑΣΟΚ μονιμοποιεί 90.000 συμβασιούχους των προκατόχων του, δηλώνει ο Παναγιώτης Καρκατσούλης, ειδικός στην δημόσια διοίκηση.

Παράλληλα, η κυβέρνηση εισάγει σχεδόν σε κάθε πτυχή του Δημοσίου τον συνδικαλισμό. Ο κ. Μαντζουράνης επισήμανε πως πρόθεση του ΠΑΣΟΚ ήταν να προασπίσει εργασιακά δικαιώματα που αμφισβητούνταν έντονα από τον χώρο της Νέας Δημοκρατίας.

Ερωτηθείς εάν το εγχείρημα αποδείχτηκε υπερβολικά πετυχημένο, καθιερώνοντας τα κακώς εννοούμενα συνδικαλιστικά προνόμια, ο πρώην γενικός γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου απαντά πως σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία, υπήρχε απανταχού οργάνωση των εργαζόμενων, ακόμα και στα σώματα ασφαλείας ή τον στρατό. Γιατί η Ελλάδα έπρεπε να μείνει «υπανάπτυκτη», ρωτά.

Νέος αέρας στην Δικαιοσύνη

Εκείνα τα χρόνια παρατηρούνται και έντονα προβλήματα στην απονομή δικαιοσύνης.

Ένα χρόνιο ζήτημα, όπως επισημαίνει ο πρώην αντεισαγγελέας του Άρειου Πάγου Βασίλης Μαρκής, ο όγκος των υποθέσεων που παράγονται ανά έτος υπερβαίνει κατά πολύ τις δυνατότητες των δικαστηρίων, με συνέπεια ετησίως να συσσωρεύονται εκκρεμοδικίες.

Έως σήμερα οι καθυστερήσεις στην έκδοση δικαστικών αποφάσεων είναι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που εντοπίζει στην Ελλάδα η Παγκόσμια Τράπεζα, στην ετήσια έκθεσή της για την ευκολία του επιχειρείν.

Την δεκαετία του 1980 εμφανίζονται επίσης φαινόμενα «δικαστικοποίησης» των πολιτικών αντιπαραθέσεων. Αυτό δεν συνέβαινε στο παρελθόν», αναφέρει ο ομότιμος καθηγητής και συνταγματολόγος Νίκος Αλιβιζάτος.

«Τα δικαστήρια δεν λέω υπετάγησαν αλλά πολύ οριακά ενόχλησαν το ΠΑΣΟΚ στις μείζονες αποφάσεις που πήρε, πλην όμως ο δρόμος είχε ανοίξει».

Το πρόβλημα επιτάθηκε από την δράση των δικαστικών λειτουργών που ο κ. Μαρκής αποκαλεί «καριερίστες». Όπως αναφέρει, ένα μικρό ποσοστό των δικαστών και εισαγγελέων έδωσε «γη και ύδωρ» στην εκτελεστική εξουσία προκειμένου να διασφαλίσει θέσεις όπου οι διορισμοί γίνονται μόνον με κυβερνητική «βούλα».

Η μάχη για το ΕΣΥ

Η κυβέρνηση Παπανδρέου αποφάσισε επίσης να δημιουργήσει ένα εθνικό σύστημα υγείας. Έτσι έρχεται το ΕΣΥ, ένα σύστημα νοσοκομείων και πρωτοβάθμιων κέντρων υγείας με γιατρούς αποκλειστικής απασχόλησης και ενιαίο ταμείο για την αγορά των υπηρεσιών.

Μεταξύ άλλων η Αθήνα ήθελε να βάλει τέλος στην σχεδόν καθιερωμένη μετάβαση στο εξωτερικό για σοβαρές χειρουργικές επεμβάσεις. Λονδίνο και Μόσχα ήταν οι πλέον προσφιλείς προορισμοί για δεκάδες χιλιάδες έλληνες ασθενείς, ενώ οι πλουσιότεροι προτιμούσαν τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Στην πράξη όμως το ΕΣΥ μετατράπηκε σε μία από τις πρώτες μεγάλες μάχες όπου το ΠΑΣΟΚ θα ερχόταν σε σύγκρουση με περιχαρακωμένα κλαδικά συμφέροντα, ακόμα και στο εσωτερικό του, και εν τέλει θα υποχωρούσε.

Ο τότε υπουργός Υγείας Παρασκευάς Αυγερινός σημειώνει ότι η έννοια ενός ενιαίου συστήματος υγείας δεν μπορούσε να γίνει δεκτή στην Κοινοβουλευτική Ομάδα, ενώ και στο πρωθυπουργικό γραφείο είχε εισχωρήσει ένα μπλοκ που αντιστεκόταν σφόδρα στην θεσμοθέτηση του ΕΣΥ.

«Κατηγορούσαν ότι αυτό είναι καταστροφικό για την Υγεία, αλλά αυτό υπέκρυπτε άλλο, υπέκρυπτε ότι θα είναι καταστροφικό για το κόμμα, ενόψει των επερχόμενων εκλογών», είπε.

Η μεγαλύτερη ήττα για τον κ. Αυγερινό ήλθε όταν κλήθηκε να πείσει τους βουλευτές που εξέφραζαν επαγγελματικές ομάδες που υπάγονταν στα ευγενή ταμεία, και δεν ήθελαν να χάσουν τα προνόμιά τους.

Δικηγόροι, δημοσιογράφοι και τραπεζικοί ήταν αντίθετοι, θυμάται ο πρώην υπουργός. Οι τραπεζοϋπάλληλοι απειλούσαν με κινητοποιήσεις και ο ίδιος ο Πρόεδρος της Βουλής, που προερχόταν από τον τραπεζικό κλάδο, απείλησε με παραίτηση.

Έτσι πέρασε η τροπολογία των εξαιρέσεων, η οποία επέτρεπε στους ασφαλιστικούς οργανισμούς να ενταχθούν προαιρετικά, όποτε το αποφασίσουν, στο ΕΣΥ.

Η διόρθωση της δεύτερης τετραετίας

Το 1985 όμως, μετά την επανεκλογή Παπανδρέου στην πρωθυπουργία, η πραγματικότητα χτυπά την πόρτα, καθώς ο Ανδρέας καταλαβαίνει πως οι «κάνουλες» του δημόσιου χρήματος που μπορούσε να μοιραστεί στερεύουν.

Το 1985 δεν είχαμε λεφτά να πληρώσουμε τις εισαγωγές ή εν πάση περιπτώσει τέλειωναν τα αποθέματα που είχαμε, άρα κάτι έπρεπε να γίνει, προσφύγαμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση», αναφέρει ο καθηγητής Πάνος Καζάκος.

«Υπήρξε όντως προσαρμογή, αλλά αυτή δεν αφορούσε το δημόσιο τομέα, αφορούσε κυρίως τις δαπάνες του κράτους για εισαγωγές πετρελαίου. Επειδή κατέρρεαν τότε οι τιμές [του αργού], αυτή ήταν η μεγάλη εύνοια της τύχης, αυτό ευνόησε τη δημοσιονομική διαχείριση, την κάποια εξισορρόπησή της».

Σε κάθε περίπτωση όμως, συνεχίζει έπρεπε να ληφθούν μέτρα για να συγκρατηθεί ο πληθωρισμός, «ο οποίος ανέβαινε γρήγορα και λόγω των ελλειμμάτων, αλλά και λόγω της απλόχερης νομισματικής πολιτικής».

Η τάση αυτή δεν αφορά μόνον την Ελλάδα, αλλά πρόκειται για ένα ευρύτερο μάθημα για την ευρωπαϊκή αριστερά. Στην Γαλλία ο Σοσιαλιστής πρόεδρος Φρανσουά Μιττεράν υιοθετεί μία ρεαλιστική γραμμή, αντικαθιστώντας την αρχική πολιτική αναδιανομής πλούτου που αποτελούσε κοινό τόπο Σοσιαλιστών και Κομμουνιστών.

Το ιστορικό στέλεχος της Αριστεράς Μίμης Ανδρουλάκης λέει ότι η διόρθωση Μιττεράν έδειξε το δρόμο στον Ανδρέα Παπανδρέου και σε άλλους αριστερούς κυβερνήτες.

Το πρόγραμμα προσαρμογής διαρκεί μέχρι να αρχίσει να φαίνεται το τέλος του εκλογικού κύκλου. Συμπίπτει δε με την περίφημη φράση του Ανδρέα «Τσοβόλα δωσ’ τα όλα».

Ο Δημήτρης Τσοβόλας διευκρινίζει πάντως ότι το μεγαλύτερο μέρος της κοινής γνώμης έχει παρεξηγήσει την φράση, η οποία ειπώθηκε από τον Ανδρέα σε μία συγκέντρωση, ερήμην του ιδίου, ο οποίος την ίδια ώρα βρισκόταν στην Βουλή.

«Όχι μόνο δεν έδωσα από το αποθεματικό μία δραχμή, αλλά αντίθετα συγκράτησα κατά τέσσερις μονάδες και τις δαπάνες σε σχέση με το ψηφισθέντα προϋπολογισμό» σημειώνει.

Μία οκταετία χαμένων ονείρων και ευκαιριών;


Ο ακαδημαϊκός και πολιτικός Τάσος Γιαννίτσης συμμετείχε στο επιτελείο του αναπληρωτή υπουργού Εθνικής Οικονομίας Κωστή Βαΐτσου. Σημειώνει ότι η Ελλάδα παραγωγικά έχει προοδεύσει πολύ πιο αργά σε σχέση με χώρες που βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο ανάπτυξης.

Ακόμα και σήμερα, δηλώνει, η οικονομία έχει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα σε παραγωγικές δραστηριότητες χαμηλής τεχνολογίας, με έμφαση στην φθηνή, ανειδίκευτη εργασία και με έντονο το στοιχείο της αδήλωτης δουλειάς όπου δεν υπάρχουν κανόνες ή προστασίες.

«Άρα η μεγέθυνση και η ανταγωνιστική σου ικανότητα εξαρτώνται από έναν παράγοντα στο οποίο στο διεθνές επίπεδο χάνει συνεχώς».

Στο ίδιο επιτελείο, του Βαΐτσου, συμμετέχει ο νυν δημοσιογράφος Μπάμπης Παπαδημητρίου.

Πριν καν φτάσουμε στις εκλογές του 1985, λέει, έχει γίνει σαφές ότι η Ελλάδα πρέπει να επενδύσει σε κλάδους και τεχνολογίες που θα της αποφέρουν μεγάλο αναπτυξιακό μέρισμα σε βάθος χρόνου: στην βιοτεχνολογία, την πληροφορική, στην μηχανοργάνωση.

Οι στρατηγικές επιλογές που έγιναν τότε προς αυτές τις κατευθύνσεις δεν ήταν λάθος, σημειώνει, όμως το έργο δεν έγινε. «Κόλλησε σε αυτό που λέμε τη βαριά, τη βαθιά Ελλάδα».

Κάνοντας τον απολογισμό
της 8ετίας ο πρώην υπουργός Αλέκος Παπαδόπουλος υπογραμμίζει ότι οι κυβερνήσεις Παπανδρέου άλλαξαν σημαντικά πράγματα στην Ελλάδα. Έφεραν καινούριους θεσμούς, καινούριες αντιλήψεις, δόθηκε βάρος στον εκδημοκρατισμό των θεσμών, δηλώνει.

Δεν υπήρξε ωστόσο εφάμιλλη μέριμνα για την εύρυθμη λειτουργία των θεσμών, δεν δημιουργήθηκαν δικλίδες ασφαλείας, ούτε ελήφθησαν μέτρα εκσυγχρονισμού τους. Ως συνέπεια οι πρωτοβουλίες του ΠΑΣΟΚ αλλοιώθηκαν στην πορεία και δεν μετουσιώθηκαν σε αυτό που είχαν φανταστεί οι τότε κυβερνήσεις.
Πηγή: skai.gr