Κλείσιμο

Οδηγίες για εμβολιασμό κατά του κορωνοϊού σε ασθενείς με λεμφοίδημα

Η λοίμωξη COVID-19, που έκανε την εμφάνισή της στις αρχές του 2020 και ταχύτατα εξαπλώθηκε σε όλο τον πλανήτη με τη μορφή πανδημίας, προκαλείται από ένα επιθετικό νέο στέλεχος κορωνοϊού (2019-nCoV). Οι εμβολιασμοί εφαρμόζονται προκειμένου να ελέγξουν τη διασπορά και να  προστατεύσουν τον πληθυσμό από αυτήν την ισχυρά μολυσματική ασθένεια. 

Αυτή τη χρονική στιγμή στην Ελλάδα και παράλληλα με τις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες, ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού έχει εμβολιασθεί, ενώ προβλέπεται σε σύντομο χρονικό διάστημα να έχει προσφερθεί η δυνατότητα εμβολίου εναντίον του ιού SARS-COV-2 σε όλους τους πολίτες. Σήμερα στην Ελλάδα έχουν εγκριθεί εμβόλια τεσσάρων φαρμακευτικών εταιρειών (BIONTECH/PFIZER, MODERNA, ASTRA ZENECA και JOHNSON & JOHNSON), τα οποία έχουν ελεγχθεί για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητά τους. Κανένα από αυτά δεν περιέχει «ζώντα ιό», συνεπώς δεν μπορεί να προκαλέσει ασθένεια από τον νέο κορωνοϊό Covid-19 , ενώ όλα μιμούνται μέρη του ιού και ενεργοποιούν το ανοσοποιητικό σύστημα παράγοντας αντισώματα για την προστασία από τη νόσο.

Στις οδηγίες των εμβολιασμών, πάντοτε δίνεται αυξημένη προσοχή στις μεμονωμένες ομάδες ασθενών με ιδιαίτερα ιατρικά προβλήματα, τα οποία μπορεί να επηρεάσουν την καταλληλότητα του εμβολίου ή να επηρεαστούν από το εμβόλιο. Είναι σημαντικό, αυτοί οι ασθενείς να έρχονται σε επαφή με τον ιατρό τους για να τους καθοδηγεί ανάλογα, αφού οι γενικές οδηγίες είναι αδύνατο να καλύψουν τις ιδιαιτερότητες όλων των ιατρικών νοσημάτων.

Οι ασθενείς με λεμφοίδημα των άκρων, συχνότερα εμφανίζουν τη νόσο (δευτεροπαθές λεμφοίδημα) μετά τη θεραπεία καρκίνου (π.χ. λεμφοίδημα άνω άκρου που σχετίζεται με τον καρκίνο του μαστού, λεμφοίδημα κάτω άκρων που σχετίζεται με τον καρκίνο του ουρογεννητικού συστήματος ή τον δερματικό καρκίνο), ενώ σπανιότερα, κάποιοι ασθενείς γεννήθηκαν με συγγενή έλλειψη λεμφαδένων ή λεμφαγγείων. Η πρώτη κατηγορία ασθενών θεωρείται ότι έχει υγιές ανοσοποιητικό σύστημα, ενώ από την ομάδα των ασθενών με συγγενές λεμφοίδημα, μόνο ελάχιστοι με σπάνια μορφή γενετικά κληρονομικού λεμφοιδήματος μπορεί να παρουσιάζουν εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα.

Με βάση τα παραπάνω, ο Δημήτρης Διονυσίου, Αναπληρωτής Καθηγητής Πλαστικής Χειρουργικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, συνοψίζει ακολούθως τις γενικές οδηγίες που δίδονται από το ειδικό ιατρείο λεμφοιδήματος, στους ασθενείς με λεμφοίδημα που ενδιαφέρονται να εμβολιασθούν κατά του Covid-19: 

    Ο εμβολιασμός κατά της λοίμωξης με COVID-19 συνιστάται σε ασθενείς με λεμφοίδημα. Η παραγωγή αντισωμάτων από το εμβόλιο θα βοηθήσει την καταπολέμηση του ιού σε περίπτωση που κάποιος εκτεθεί στον ιό.
    Οι ασθενείς με δευτεροπαθές λεμφοίδημα, που δεν λαμβάνουν χημειοθεραπεία αυτό το χρονικό διάστημα, όχι μόνο δεν διατρέχουν κίνδυνο από το εμβόλιο, αλλά οφείλουν να θωρακίσουν τον οργανισμό τους.
    Οι ασθενείς με λεμφοίδημα που βρίσκονται υπό χημειοθεραπεία, πρέπει να συμβουλευτούν τον ογκολόγο τους, για οδηγίες ανάλογα με τη φαρμακευτική αγωγή που λαμβάνουν.
    Οι ασθενείς με μορφές γενετικά κληρονομικού λεμφοιδήματος που παρουσιάζουν εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα, λόγω απλασίας του λεμφικού συστήματος, θα πρέπει επίσης να εμβολιασθούν. Αυτοί οι ασθενείς ενδέχεται να εμφανίσουν μικρότερη ανταπόκριση στο εμβόλιο και συνεπώς θα πρέπει να συνεχίσουν να λαμβάνουν προφυλάξεις από τη λοίμωξη COVID-19.
    Όποιο εμβόλιο και να προσφερθεί, είναι ασφαλές και δημιουργεί αποδεδειγμένα ικανοποιητικού βαθμού ανοσία.

Ο τρόπος χορήγησης των εμβολίων είναι με ένεση, η οποία συνήθως γίνεται στο άνω τμήμα του βραχίονα. Μετά τη χορήγηση του εμβολίου, το ανοσοποιητικό σύστημα αντιδρά και προετοιμάζει τον οργανισμό για τη δημιουργία αντισωμάτων. Αν η ένεση χορηγηθεί σε μια πάσχουσα περιοχή από λεμφοίδημα, στην οποία απουσιάζουν οι τοπικοί λεμφαδένες ή δυσλειτουργούν τα λεμφαγγεία, μπορεί οι συνθήκες να οδηγήσουν σε ασθενέστερη ανοσολογική απόκριση και λιγότερη προστασία από το COVID-19. Η τοπική βλάβη της βελόνας στο δέρμα του λεμφοιδήματος μπορεί να λειτουργήσει ως σημείο εισόδου λοίμωξης, μόνο στις περιπτώσεις που απουσιάζει η προσεκτική αντισηψία του δέρματος, κάτι που όμως θεωρείται εξαιρετικά σπάνιο όταν ασκείται μια ιατρική πράξη. Παρ’ όλα αυτά, όπως αναφέρει ο Δρ. Διονυσίου, υπάρχει σύσταση να αποφεύγεται ο εμβολιασμός στις περιοχές που πάσχουν από λεμφοίδημα, ενώ ο ίδιος υποδεικνύει ορισμένες πρακτικές οδηγίες για το εμβολιασμό αυτών των ασθενών. 

• Εάν ο βραχίονας είναι επηρεασμένος από λεμφοίδημα, συστήνεται οι δόσεις του εμβολίου για τον COVID-19 να γίνονται στον αντίθετο υγιή βραχίονα.
• Ακόμα και στις περιπτώσεις που δεν παρατηρείται λεμφοίδημα, αλλά έχουν αφαιρεθεί λεμφαδένες από την μασχάλη, συστήνεται η εφαρμογή των εμβολίων να γίνεται στον αντίθετο υγιές βραχίονα.
• Εάν και τα δύο άνω άκρα επηρεάζονται από λεμφοίδημα, τότε προτείνεται τα εμβόλια να χορηγούνται στους μηρούς ή στους γλουτούς.
• Στις σπάνιες περιπτώσεις που και τα τέσσερα άκρα – δύο χέρια και δύο πόδια – πάσχουν από λεμφοίδημα, τότε συστήνεται ο εμβολιασμός να γίνεται στο άκρο που είναι λιγότερο επηρεασμένο από λεμφοίδημα.

Σε κάθε περίπτωση η ιατρική ομάδα που εφαρμόζει τον εμβολιασμό πρέπει να ενημερώνεται για το ιατρικό πρόβλημα του ασθενή και να βοηθήσει στην επίλυσή του λαμβάνοντας υπόψιν τις επιμέρους οδηγίες του εμβολίου της συγκεκριμένης φαρμακευτικής εταιρείας, επιβεβαιώνοντας ταυτόχρονα ότι υπάρχει η δυνατότητα εφαρμογής του εμβολίου στο μηρό.
Μετά από οποιοδήποτε εμβολιασμό, αναφέρεται ότι μπορεί να εμφανιστεί ήπιο οίδημα ή διόγκωση των τοπικών λεμφαδένων, ενώ η υποχώρηση των συμπτωμάτων αναμένεται μέσα σε λίγες ημέρες.

Οι παραπάνω οδηγίες ισχύουν και για τους ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε μικροχειρουργική θεραπεία του λεμφοιδήματος, είτε με λεμφο-φλεβικές αναστομώσεις είτε με μεταμόσχευση λεμφαδένων.

Πηγή: skai.gr