O Χάντκε και το φάντασμα της πρώην Γιουγκοσλαβίας

DW Ζαμπίνε Πέσελ
Επιμέλεια: Δήμητρα Κυρανούδη

Η Σουηδική Ακαδημία ήθελε με κάθε τρόπο να αφήσει πίσω της τα προβλήματα και τα σκάνδαλα, που έριξαν βαριά σκιά πάνω της το 2018. Δεν είχε υπολογίσει όμως ότι η ανακοίνωση του φετινού Νομπέλ Λογοτεχνίας στον Αυστριακό λογοτέχνη Πέτερ Χάντκε θα προκαλούσε έντονες αντιδράσεις και θα γινόταν αντικείμενο σφοδρής κριτικής στα γερμανόφωνα και διεθνή ΜΜΕ.

Κι αυτό όχι επειδή αμφισβητείται η λογοτεχνική ποιότητα του έργου του. Έτσι, η πρώτη συνέντευξη τύπου που θα παραχωρήσει ως νομπελίστας πλέον λογοτέχνης στην Στοκχόλμη την Παρασκευή, αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον. Συγχρόνως, αύριο ο Πέτερ Χάντκε έχει και τα γενέθλιά του - γίνεται 77 ετών.

Οι θέσεις του Χάντκε για τον πόλεμο στην πρώην Γιουγκοσλαβία

Στον πυρήνα της κριτικής βρίσκεται η στάση που κράτησε ο Πέτερ Χάντκε απέναντι στις πολεμικές αντιπαραθέσεις που συνόδευσαν τη διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας και επιστεγάστηκαν από τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς της Σερβίας χωρίς εντολή του ΟΗΕ. Ο ίδιος είχε εκφράσει ανοιχτά την αλληλεγγύη του προς τη Σερβία και είχε αντιταχθεί στη δαιμονοποίηση μιας μόνο πλευράς ως αποκλειστικά υπεύθυνης για έναν εμφύλιο. Το 2006 μάλιστα παρέστη συμβολικά στην κηδεία του πρώην ισχυρού  ηγέτη της Σερβίας, Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, τον οποίο θεωρούσε τραγική φιγούρα που οδήγησε τη χώρα του στον όλεθρο.

Το πόσο έντονες αντιδράσεις προκαλεί ακόμα η αμφισβήτηση της αντισερβικής συναίνεσης και η κατακεραύνωση των νατοϊκών βομβαρδισμών φάνηκε αμέσως μόλις ανακοινώθηκε η απονομή του φετινού Νομπέλ Λογοτεχνίας. Ακτιβιστές και ΜΚΟ, όπως η «Εταιρεία Προάσπισης Απειλούμενων Λαών», ζήτησαν από τη Σουηδική Ακαδημία να καλέσει τον Αυστριακό συγγραφέα σε δημόσια συγγνώμη για τα θύματα της γενοκτονίας στη Σρεμπρένιτσα. Εάν μάλιστα δεν ήταν πρόθυμος να ζητήσει δημόσια συγγνώμη, θα έπρεπε να μην του δοθεί το βραβείο.

Ο νεαρός Βόσνιος συγγραφέας Σάσα Στάνισιτς, που τιμήθηκε φέτος με το Βραβείο Λογοτεχνίας των Γερμανών εκδοτών, επέκρινε επίσης σκληρά την απονομή του Νομπέλ στον Χάντκε, θεωρώντας ότι σχετικοποιεί τα εγκλήματα πολέμου, που σύμφωνα με ιστορικούς αλλά και το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης διεπράχθησαν από τη Σερβία. «Είχα την τύχη να ξεφύγω από την πραγματικότητα που ο Πέτερ Χάντκε δεν περιγράφει στα βιβλία του», ανέφερε ο Στάνισιτς, ο οποίος κατέφυγε στη Γερμανία το 1992. Ο Στάνισιτς δηλώνει ότι νιώθει οργή «για το ψέμα ή την διαστρέβλωση της πραγματικότητας στην αφήγηση του Χάντκε».

Παραχαράκτης της ιστορίας ή θύμα της πολιτικής ορθότητας;

Στο μεταξύ σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται και η υπεράσπιση του Χάντκε έναντι των επικριτών του. 120 Αυστριακοί διανοούμενοι επισήμαναν με κοινή επιστολή ότι οι «κατήγοροι» του Χάντκε δεν ασχολούνται με το έργο του, αλλά σπείρουν το μένος σε βάρος ενός από τους αξιολογότερους συγγραφείς του 20ού αιώνα. Το ίδιο και ο Ματς Μαλμ, μόνιμος γραμματέας της Σουηδικής Ακαδημίας, ο οποίος δήλωσε: «Η Σουηδική Ακαδημία δεν βρήκε τίποτα στο λογοτεχνικό έργο του Χάντκε που να αποτελεί επίθεση προς την κοινωνία των πολιτών ή που να θέτει υπό αμφισβήτηση το σεβασμό και την ισότητα όλων των ανθρώπων».


To να υποβαθμίζει κανείς με τέτοιο τρόπο το έργο του Χάντκε, σημαίνει πως είναι «κακόβουλος», δηλώνει ο μελετητής του Χάντκε και δημοσιογράφος Λόταρ Στρουκ. Αλλά και η αυστριακή κάτοχος του Νομπέλ Λογοτεχνίας, θεατρική συγγραφέας και μυθιστοριογράφος Ελφρίντε Γέλινεκ,  παίρνει θέση λέγοντας: «Ο μεγάλος ποιητής Χάντκε άξιζε να κερδίσει το Νομπέλ δέκα φορές». Για την ίδια το βραβείο αυτό εστιάζει στη λογοτεχνική αξία του έργου ενός συγγραφέα και μόνο.

Μέσα σε όλο αυτό τον καταιγισμό σχολίων, κατηγοριών και απόδοσης ευθυνών αναμένεται λοιπόν με ενδιαφέρον αν ο ίδιος ο Χάντκε τοποθετηθεί σήμερα για την «εξωλογοτεχνική» απαξίωση της λογοτεχνίας. Πάντως στις μέχρι τώρα συνεντεύξεις του μοιάζει να μην κάνει υποχωρήσεις. Αντίθετα, επαναλαμβάνει τις γνωστές θέσεις του. «Καμία λέξη, από όλες όσες έχω γράψει για την Γιουγκοσλαβία, δεν αποποιούμαι, καμιά δεν μπορεί να καταγγελθεί, καμία απολύτως. Έτσι είναι η λογοτεχνία», έχει πει ο ίδιος.