Μακρόν: Αντιμέτωπα δύο διαφορετικά μοντέλα, οι φιλελεύθερες δημοκρατίες και η Μόσχα

Τη φετινή 9η Μαΐου, ημέρα εορτασμού στη Ρωσία της νίκης επί της ναζιστικής Γερμανίας το 1945 και στρατιωτικής παρέλασης στην Κόκκινη Πλατεία της Μόσχας εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία, "δύο μοντέλα θα σταθούν το ένα απέναντι στο άλλο" αναφέρει η γαλλική προεδρία.

Από τη μια πλευρά, στο Στρασβούργο, θα δοθεί για το κλείσιμο της Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης "η επιβεβαίωση της ισχύος των φιλελεύθερων δημοκρατιών, του πλουραλισμού τους και της ελευθερίας της έκφρασης". Από την άλλη, στη Μόσχα, θα δοθεί "επιβεβαίωση της ισχύος ενός μοντέλου ιστορικού ρεβιζιονισμού, για το οποίο σήμερα χύνεται το αίμα στην ουκρανική γη".
 
Ο άρτι επανεκλεγείς πρόεδρος της Γαλλίας αναμένεται να επωφεληθεί από τη συμβολική ημερομηνία της 9ης Μαΐου και της μετάβασής του σήμερα στο Στρασβούργο για να πλέξει το εγκώμιο μιας πιο ισχυρής Ευρώπης που είναι έτοιμη να μεταρρυθμιστεί ώστε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των πολιτών.

Στη συνέχεια θα μεταβεί κατόπιν στο Βερολίνο, πραγματοποιώντας, όπως επιβάλλει η παράδοση, την πρώτη επίσημη επίσκεψη μετά την επανεκλογή του στον καγκελάριο της Γερμανίας, τον Όλαφ Σολτς. Η κίνηση αυτή στήριξης της γαλλογερμανικής φιλίας αποκτά "έναν πιο ισχυρό συμβολισμό λόγω της Ημέρας της Ευρώπης", υπογραμμίζουν από το Ελιζέ.

Στο ημικύκλιο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η ομιλία του Εμανουέλ Μακρόν "αποσκοπεί στην υποδοχή των προτάσεων των πολιτών και στο να τεθεί ένας αριθμός προκλήσεων στο πλαίσιο του πολέμου στην Ουκρανία", σύμφωνα και πάλι με το Ελιζέ.

"Δημοκρατική πνοή"

Η Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης που γεννήθηκε στη βάση αρχικής ιδέας του Γάλλου προέδρου, έκανε μια πολύ επίπονη αρχή πριν από ένα χρόνο, μέσα σε κλίμα πολύ περιορισμένου ενθουσιασμού από την πλευρά κάποιων και στην υγειονομική κρίση από την πανδημία του νέου κορονοϊού που περιέπλεκε τις συζητήσεις και τις συναντήσεις.

Τελικά μέσα από μια τεράστια διαδικασία επιτροπών και θεματικών ομάδων εργασίας, στις οποίες συμμετείχαν 800 πολίτες, αιρετοί αξιωματούχοι και διάφοροι εκπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών, εγκρίθηκαν στις 30 Απριλίου 325 μέτρα που καλύπτουν 49 προτάσεις.

Το Ελιζέ θεωρεί ότι η διαβούλευση αυτή ήταν "μια στιγμή δημοκρατικής πνοής". Και αυτό παρά τον περιορισμένο απόηχο και τις επικρίσεις για τη θέση των πολιτών, που θεωρείται από κάποιους επιφανειακή, όπως και για τον, όπως κατήγγειλαν πολιτικά κόμματα που περιφρονούν την ΕΕ, υπερβολικά φιλοευρωπαϊκό χαρακτήρα της.

Η τελική έκθεση αυτής της διαβούλευσης πολιτών θα επιδοθεί σήμερα επισήμως σε τελετή που θα ξεκινήσει το μεσημέρι στους προέδρους των τριών ευρωπαϊκών θεσμών: την Ρομπέρτα Μετσόλα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τον Εμανουέλ Μακρόν, καθώς η Γαλλία ασκεί την εκ περιτροπής προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ως τα τέλη Ιουνίου.

Στη συνέχεια θα εναπόκειται στους επικεφαλής της ΕΕ να αποφασίσουν αν θα δώσουν συνέχεια ή όχι στα αιτήματα αυτά των πολιτών για μια Ευρώπη με ευρύτερες αρμοδιότητες, πιο συμμετοχική και πιο κοινωνική.
 
Ευρωπαϊκές συνθήκες

Ελπίζοντας να ενισχυθεί το πολιτικό του βάρος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο άρχισε ήδη να δραστηριοποιείται από την περασμένη εβδομάδα, καλώντας να ξεκινήσει μια διαδικασία αλλαγής των ευρωπαϊκών συνθηκών. Πρόκειται για ένα ριψοκίνδυνο στάδιο, το οποίο είναι όμως απαραίτητο για ορισμένες προτάσεις, όπως για παράδειγμα, τη χορήγηση δικαιώματος πρωτοβουλίας στο Ευρωκοινοβούλιο ή τη διεύρυνση των αρμοδιοτήτων των Βρυξελλών σε θέματα άμυνας ή υγείας.

Η ομοφωνία των κρατών μελών, η οποία είναι απαραίτητη σε αριθμό ζητημάτων, κυρίως τη φορολογία, και συχνά πηγή αποκλεισμών, τίθεται επίσης εν αμφιβόλω.

Από την πλευρά τους, οι κυβερνήσεις που εκπροσωπούνται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, προβάλλουν "λιγότερο μεγάλη αντίσταση στην υποστήριξη των ιδεών που προήλθαν από τη Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης" και η "βούλησή τους να κοιτάξουν αυτές τις προτάσεις των πολιτών μεγάλωσε", σύμφωνα με ευρωπαϊκή πηγή.

Αν η υλοποίηση ενός "ρεαλιστικού φεντεραλισμού και ιδανικών" σε μια ΕΕ που έχει ως προορισμό να διευρυνθεί "απαιτεί μια διαδικασία αλλαγής των συνθηκών, τότε ας προχωρήσουμε με θάρρος και εμπιστοσύνη", υπογράμμισε την περασμένη Τετάρτη ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι απευθυνόμενος στους Ευρωβουλευτές.

Μια αναθεώρηση των συνθηκών "δεν είναι ούτε ένα τοτέμ ούτε ένα ταμπού", σημείωσε από την πλευρά της η γαλλική προεδρία.

To ζήτημα της κοινής άμυνας της Ευρώπης απασχολεί το γαλλικό Τύπο 

Το ζήτημα της κοινής άμυνας της Ευρώπης απασχολεί τον σημερινό γαλλικό Τύπο ενόψει και της επίσκεψης του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν στο Βερολίνο.

Η εφημερίδα Les Échos, σε σχετικό αφιέρωμά της, επισημαίνει την άποψη του ερευνητή στο Γερμανικό Ινστιτούτο Εξωτερικής Πολιτικής (DGAP) Γιάκομπ Ρος, ο οποίος αναφέρει ότι το «ωστικό κύμα» που προκάλεσε η Ουκρανία θα πρέπει να καταστήσει δυνατή την επανέναρξη ενός εις βάθος γαλλογερμανικού διαλόγου, στο πλαίσιο του οποίου ο Εμανουέλ Μακρόν θα ήθελε να συνδέσει τη Γερμανία με ένα νέο ευρωπαϊκό σχέδιο ανάκαμψης, για την αντιμετώπιση των δαπανών και των επενδύσεων, που απαιτήθηκαν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, ιδιαίτερα στην άμυνα. 

«Είναι μία μεγάλη πρόκληση αυτός ο ευρωπαϊκός επανεξοπλισμός να χρηματοδοτηθεί από κοινού και όχι με προσθήκη εθνικών επενδύσεων», εκτιμά από πλευράς του ο Αλεξάντρ Ρομπινέ Μποργκομάνο από το γαλλικό Institut Montaigne, που υπογραμμίζει ωστόσο ότι «η επιφυλακτικότητα  του Ολαφ Σολτζ δεν φαίνεται να επιτρέπει προς το παρόν τη λήψη απόφασης».

«Πρέπει πρώτα να δημιουργηθεί εμπιστοσύνη ως προς την ύπαρξη  κοινής διαπίστωσης ότι ένα νέο ταμείο για την άμυνα είναι απαραίτητο», αναφέρεται στο δημοσίευμα της εφημερίδας με τον Γάλλο αναλυτή να θεωρεί, ότι «70 χρόνια μετά την Ευρωπαϊκή Κοινότητα 'Ανθρακα και Χαλυβα, η από κοινού παραγωγή όπλων μας για διεξαγωγή πολέμου μαζί θα ήταν μια πειστική απάντηση στον Πούτιν» και τον Γερμανό αναλυτή να εκτιμά, ότι «το Βερολίνο δεν θα έχει την πολυτέλεια να μείνει ξανά σιωπηλό».

Από πλευράς της η εφημερίδα Le Monde αναφέρει ότι «η σύγκρουση που ξεκίνησε από τη Ρωσία αποκαλύπτει τα τρωτά σημεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θέτει τρομερές προκλήσεις». Ο Στεφάν Λεν, ερευνητής διεθνών σχέσεων και πρώην Αυστριακός διπλωμάτης, τονίζει ότι η ρωσική εισβολή «ώθησε την ΕΕ σε μια νέα εποχή», με την ανάληψη για πρώτη φορά υποχρέωσης χρηματοδότησης και παράδοσης όπλων σε μια τρίτη χώρα που βρίσκεται σε πόλεμο.

Στην ίδια εφημερίδα η Αλεξάντρα Ντε Χοπ Σιφερ, διευθύντρια του γραφείου του Γερμανικού Ταμείου Marshall στο Παρίσι, πιστεύει ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία υπογράμμισε τις τρέχουσες αδυναμίες μιας Ευρώπης, που απέχει πολύ από το να έχει οικοδομήσει τη «συλλογική ασφάλεια», που υποστηρίζει ο Μακρόν. Επί του θέματος αυτού ο Λεν υπενθυμίζει την ανάγκη για μια «πιο εύρωστη και πιο ενεργή» Ευρώπη, υποστηρίζοντας την ανάγκη κατάργησης της ομοφωνίας για τη λήψη των ευρωπαϊκών αποφάσεων στον τομέα της διεθνούς πολιτικής, καθώς και την ανάγκη σύνδεσης οικονομίας και διπλωματίας. Η γαλλική εφημερίδα υπογραμμίζει την επιθυμία κάποιων, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου Μακρόν, να δουν την Ευρώπη να κινείται πιο γρήγορα προς μία πραγματική κυριαρχία στο στρατιωτικό τομέα, ωστόσο, όπως σημειώνεται, η πραγματικότητα, κυρίως χάρη στον Πούτιν, δείχνει τη σημασία του  θεμελιώδους  ρόλου του ΝΑΤΟ στην άμυνα του ευρώ-ατλαντικού χώρου.  «Σε λίγες εβδομάδες, η Συμμαχία έχει καταφέρει να κάνει τους ανθρώπους να ξεχάσουν τις οπισθοδρομήσεις που γνώρισε στο Αφγανιστάν, τις εσωτερικές της διαιρέσεις, τις διαμάχες γύρω από το ρόλο της Τουρκίας ή ακόμα και τα περί  "εγκεφαλικού θανάτου"», αναφέρει η εφημερίδα.

Τέλος σε δημοσίευμα της εφημερίδας Figaro επισημαίνεται πως «είναι σαφές ότι η δομή μιας οικονομίας πολέμου τίθεται σε εφαρμογή, ιδιαίτερα στην Ευρώπη» και ότι το σοκ, πέρα από οικονομικό, είναι κυρίως πολιτικό, αλλά και ασύμμετρο, καθώς οι  Ηνωμένες Πολιτείες επωφελούνται από τον πόλεμο, μέσω της πρόσθετης ζήτησης στους τομείς της ενέργειας, των εξοπλισμών ή της γεωργίας, ενώ η Ευρώπη συγκεντρώνει όλους τους κινδύνους και όλα τα κόστη.

Εκτιμάται επίσης ότι το Κράτος «πρέπει για άλλη μια φορά να γίνει στρατηγός και να αποκτήσει ξανά την ικανότητα να ορίζει και να επιδιώκει μακροπρόθεσμους στόχους, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να μεταμορφωθεί, προκειμένου να ενσωματώσει τις διαστάσεις της κυριαρχίας και της ασφάλειας, οικοδομώντας παράλληλα εταιρικές σχέσεις με τους άλλους παγκόσμιους δημοκρατικούς πόλους».
 

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ