Γιατί η Τουρκία «μπλοκάρει» την ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ - Πού αποσκοπεί ο Ερντογάν

Είναι δεδομένο ότι η Τουρκία χρησιμοποιεί κάθε ευκαιρία που της δίνεται, προκειμένου να καταφεύγει σε παζάρια και να αποκομίζει κέρδη, είτε σε οικονομικό, είτε σε πολιτικό επίπεδο, ενόψει και των προεδρικών εκλογών που θα διεξαχθούν.

Ο ρόλος του «κακού και αντιδραστικού παιδιού» της Συμμαχίας δεν είναι άγνωστος για την Άγκυρα. Η αγορά των ρωσικών πυραυλικών συστημάτων ήταν ένα δείγμα της πολιτικής των ισορροπιών που θέλει να εφαρμόσει η Άγκυρα, με συνέπεια, ωστόσο, να αποκλειστεί από το πρόγραμμα των F-35, στο οποίο φιλοδοξεί να ενταχθεί η Ελλάδα, σύμφωνα με τις πρόσφατες δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη στο αμερικανικό Κογκρέσο.

Δηλώσεις, που, μαζί με τις θέσεις για το Κυπριακό, προκάλεσαν την έντονη αντίδραση της τουρκικής πλευράς, η οποία έφτασε στο σημείο να ασκήσει κριτική στους Αμερικανούς γερουσιαστές, για τη στάση τους απέναντι στον Έλληνα πρωθυπουργό.

Το μείζον θέμα, ωστόσο, στην παρούσα φάση, είναι το «βέτο» της Άγκυρας στα αιτήματα ένταξης της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Το CNN, το οποίο διαθέτει άμεση πληροφόρηση από την αμερικανική κυβέρνηση για τα διεθνή θέματα και τις εξελίξεις στη Συμμαχία, αναλύει τη στάση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και της Τουρκίας, αλλά και το πού αποσκοπεί η Άγκυρα. 

Το CNN αναφέρει αρχικά ότι «η Τουρκία αιφνιδίασε τους συμμάχους της» και μπλόκαρε το αίτημα ένταξης των δύο σκανδιναβικών χωρών, το οποίο φαινόταν ότι θα προχωρούσε στα σίγουρα.

Ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είπε ότι δεν βλέπει «θετικά» την επιθυμία των σκανδιναβικών χωρών να ενταχθούν στη συμμαχία, λέγοντας πως διαθέτουν «ξενώνες τρομοκρατικών οργανώσεων». Είπε στους βουλευτές του κόμματός του στην Άγκυρα, την Τετάρτη, ότι αναμένει από τα μέλη του ΝΑΤΟ να «κατανοήσουν, να σεβαστούν και να υποστηρίξουν» τα ζητήματα ασφάλειας της Τουρκίας. Η Τουρκία, η οποία προσχώρησε στη συμμαχία τρία χρόνια μετά την ίδρυσή της το 1949 και έχει τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό της ομάδας, έχει δηλώσει ότι δεν θα υποστηρίξει τις προσφορές αν δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματά της.

Οι κατηγορίες για «υποστήριξη τρομοκρατών»

Ο Ερντογάν κατηγόρησε τις δύο χώρες ότι φιλοξενούν μέλη του αυτονομιστικού μαχητικού Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν, γνωστό και ως PKK. Το PKK, το οποίο επιδιώκει ένα ανεξάρτητο κράτος στην Τουρκία, βρίσκεται σε ένοπλο αγώνα με τη χώρα αυτή εδώ και δεκαετίες και έχει χαρακτηριστεί τρομοκρατική οργάνωση από την Τουρκία.

Η κρίση έφερε στο προσκήνιο τα μακροχρόνια τουρκικά παράπονα κατά των δυτικών εθνών και των συμμάχων του ΝΑΤΟ, ενώ έδωσε στην Άγκυρα την ευκαιρία να χρησιμοποιήσει τη θέση της στη συμμαχία για να αποσπάσει παραχωρήσεις. Η Τουρκία έχει παραπονεθεί για την έλλειψη υποστήριξης που έλαβε στον αγώνα της κατά των Κούρδων μαχητών, τους οποίους η Άγκυρα αντιλαμβάνεται ως την κορυφαία απειλή για την εθνική της ασφάλεια. Κατηγόρησε τη Σουηδία ότι φιλοξενεί τους αντιπάλους της και παρέχει υποστήριξη σε Κούρδους μαχητές στη βόρεια Συρία, τους οποίους η Άγκυρα θεωρεί επέκταση του PKK.

Η Άγκυρα λέει επίσης ότι τα δύο έθνη δεν έχουν ανταποκριθεί στα αιτήματα έκδοσης. Οι καταζητούμενοι κατηγορούνται για διασυνδέσεις με το PKK καθώς και με το FETO -- την ομάδα που ηγείται ο κληρικός Φετουλάχ Γκιουλέν με έδρα τις ΗΠΑ, για τον οποίο η Τουρκία πιστεύει ότι ήταν πίσω από την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος του 2016 (κατηγορία που ο Γκιουλέν αρνείται).

Η Φινλανδία και η Σουηδία εξέφρασαν αισιοδοξία την Τρίτη ότι μπορεί να βρεθεί κοινό έδαφος με την Τουρκία σχετικά με τις αντιρρήσεις της. Ο υπουργός Οικονομικών της Σουηδίας Μίκαελ Ντάμμπεργκ δήλωσε στο δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο SVT τη Δευτέρα ότι η χώρα του δεν είναι «φίλος της τρομοκρατίας» και ότι παίρνει «πολύ σοβαρά οτιδήποτε έχει να κάνει με την τρομοκρατία». «Θα χρησιμοποιήσουμε φυσικά τη διπλωματία, θα ξεκαθαρίσουμε τυχόν πιθανές αβεβαιότητες», είπε.

Η υπουργός Εξωτερικών της Σουηδίας Αν Λίντε δήλωσε το Σάββατο ότι η χώρα της, όπως και η υπόλοιπη ΕΕ, θεωρεί το PKK τρομοκρατική οργάνωση. Η κυβέρνηση έχει δηλώσει ότι είναι έτοιμη να εξαλείψει κάθε εμπόδιο στις συνομιλίες με την Τουρκία. Η Άγκυρα ζήτησε επίσης από τη Σουηδία και τη Φινλανδία να άρουν ένα εμπάργκο όπλων που επιβλήθηκε στην Τουρκία το 2019 μετά τη στρατιωτική της επίθεση στη βορειοανατολική Συρία. Η Τουρκία ξεκίνησε την επιχείρηση κατά των δυνάμεων του YPG υπό την ηγεσία των Κούρδων που ήταν σύμμαχοι με τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλα δυτικά έθνη στον αγώνα τους κατά του ISIS. Η επίθεση προκάλεσε την καταδίκη των ΗΠΑ και της ΕΕ και οδήγησε πολλές ευρωπαϊκές χώρες να επιβάλουν εμπάργκο όπλων στην Άγκυρα.

«Δεν θα λέγαμε ναι σε όσους επιβάλλουν κυρώσεις στην Τουρκία για να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ», είπε ο Ερντογάν σε δημοσιογράφους τη Δευτέρα το βράδυ. «Επειδή τότε το ΝΑΤΟ θα έπαυε να είναι οργανισμός ασφαλείας και θα γινόταν ένας τόπος όπου συγκεντρώνονται εκπρόσωποι τρομοκρατικών οργανώσεων», πρόσθεσε.

Οι προεδρικές εκλογές στην Τουρκία

Ο Τούρκος πρόεδρος δεν είναι ξένος στη φλογερή ρητορική, ιδιαίτερα την περίοδο των εκλογών. Μια ώθηση στο εσωτερικό μέτωπο θα μπορούσε να βοηθήσει στις κάλπες. Η Τουρκία πηγαίνει σε εκλογές το επόμενο έτος και οι ειδικοί πιστεύουν ότι η τρέχουσα κατάσταση της οικονομίας -- υψηλός πληθωρισμός και ένα νόμισμα που έχει χάσει σχεδόν τη μισή αξία του τον περασμένο χρόνο -- θα κοστίσει στον Ερντογάν στις κάλπες.

Η «κακή» σχέση με τον Μπάιντεν

Οι αναλυτές λένε ότι το βέτο της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μοχλός όχι μόνο εναντίον των μελλοντικών μελών, αλλά και των σημερινών.
«Μπορεί να μην είναι όλα για τη Σουηδία και τη Φινλανδία», έγραψε σε ένα άρθρο η Asli Aydintasbas, ανώτερος συνεργάτης στον τομέα της πολιτικής στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων. «Ο πρόεδρος σχεδόν σίγουρα βλέπει αυτή την κατάλληλη στιγμή για να εκφράσει τα παράπονά του για τα υπάρχοντα μέλη του ΝΑΤΟ, ειδικά με την κυβέρνηση Μπάιντεν, η οποία κράτησε τον Τούρκο ηγέτη σε απόσταση αναπνοής», τόνισε. 

Ένα βασικό ζήτημα μπορεί να είναι η απογοήτευση του Τούρκου προέδρου που δεν μπόρεσε να δημιουργήσει μια εργασιακή σχέση με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν όπως έκανε με τους προκατόχους του, σύμφωνα με τον Aydintasbas. Ο Ερντογάν παραπονέθηκε στους δημοσιογράφους τον περασμένο μήνα ότι αυτός και ο Μπάιντεν δεν είχαν τη σχέση που είχε με τους προέδρους Τραμπ και Ομπάμα. «Φυσικά, υπάρχουν κάποιες συναντήσεις κατά καιρούς, αλλά θα έπρεπε να ήταν πιο προχωρημένες», είπε.

Πηγή: skai.gr