Οδύσσεια θα είναι φέτος το ταξίδι στα νησιά - Το σχέδιο για την ακτοπλοΐα

Σε τραγελαφικές καταστάσεις φέτος το καλοκαίρι στα πλοία της ακτοπλοΐας παραπέμπουν οι οδηγίες που έχουν δώσει οι υγειονομικές αρχές της χώρας για την επανέναρξη της μεταφοράς επιβατών προς τα ελληνικά νησιά. Επιπλέον δε, εγγυούνται και την οικονομική ασφυξία είτε των ακτοπλοϊκών επιχειρήσεων είτε του προϋπολογισμού του υπουργείου Ναυτιλίας, εάν αυτό κληθεί να πληρώσει τον «λογαριασμό». Για τον λόγο αυτό άλλωστε ο υπουργός Ναυτιλίας Γιάννης Πλακιωτάκης και οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου θα έχουν σήμερα διευρυμένη τηλεδιάσκεψη με τις υγειονομικές αρχές της χώρας προκειμένου να προσπαθήσουν να βρουν ρεαλιστικές, εφαρμόσιμες λύσεις. Διότι είναι, για παράδειγμα, μάλλον αιθεροβάμων όποιος νομίζει πως είναι δυνατή η θερμομέτρηση κατά την επιβίβαση όλων των επιβατών και η ταυτόχρονη συμπλήρωση επίσης από όλους τους επιβάτες «εντύπου-ερωτηματολογίου δήλωσης υγείας» για την ανίχνευση επιβατών που έχουν εκτεθεί στον νέο κορωνοϊό.

Αν και κανείς δεν αρνείται την ανάγκη για υγειονομική θωράκιση επιβατών και πληρωμάτων, γεγονός παραμένει πως οι προβλεπόμενες, προσώρας, διαδικασίες σημαίνουν ατέλειωτες ουρές, έστω και με τη μειωμένη επιβατική κίνηση που συνεπάγεται η δρομολόγηση μερικών μόνον πλοίων και μάλιστα με μέγιστες επιτρεπτές πληρότητες της τάξης του 50%, όπως τουλάχιστον προβλέπει το πρώτο σχέδιο πρωτοκόλλου που παρέδωσαν οι ελληνικές υγειονομικές αρχές για την ακτοπλοΐα. Και εδώ εντοπίζεται ένα ακόμα σημαντικότατο ζήτημα για την οικονομική βιωσιμότητα των επιχειρήσεων αλλά και την εξυπηρέτηση του επιβατικού κοινού κατά τους μήνες αιχμής: οι θέσεις που απομένουν μετά την εφαρμογή όλων αυτών των περιορισμών εκτιμάται πως δεν επαρκούν ούτε κατ’ ελάχιστον για την εξυπηρέτηση της εγχώριας επιβατικής κίνησης κατά το δίμηνο Ιουλίου - Αυγούστου. Τη μόνη δηλαδή περίοδο που αναμένεται να υπάρξει κάποια στοιχειώδης δραστηριότητα για τις ακτοπλοϊκές.

Ειδικότερα, σε έγγραφο με τίτλο «Οδηγίες πρόληψης και αντιμετώπισης κρουσμάτων COVID-19 στα φέριμποτ που εκτελούν πλόες εσωτερικού μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας COVID-19», αναφέρεται ότι «ο μέγιστος επιτρεπόμενος αριθμός στα συμβατικά επιβατηγά πλοία τα οποία δεν διαθέτουν καμπίνες για τους επιβάτες είναι ίσος με 50% του μέγιστου επιτρεπόμενου αριθμού που ορίζει η ισχύουσα νομοθεσία τόσο για τους στεγασμένους όσο και στους εξωτερικούς χώρους» και για όσα διαθέτουν καμπίνες 55%. Ομως τα εν ενεργεία πλοία φέτος αναμένεται να είναι σημαντικά λιγότερα από ό,τι πέρυσι.

Το ζήτημα εκτιμάται πως θα αποτελέσει αντικείμενο διαβούλευσης, σήμερα Πέμπτη, μεταξύ των αρμόδιων πολιτικών και υγειονομικών αρχών. Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι ορίζεται «σε όλους τους εσωτερικούς και τους εξωτερικούς χώρους να τηρείται η απόσταση τουλάχιστον 1,5 μέτρου και υποχρεωτική χρήση υφασμάτινης μάσκας» και «τα μέλη του πληρώματος θα ελέγχουν την τήρηση των μέτρων κοινωνικής απόστασης σε όλους τους χώρους». Ακόμα, «όπου υπάρχουν μόνιμα μη μετακινούμενα καθίσματα, είτε στον εσωτερικό είτε στον εξωτερικό χώρο, να υπάρχει ειδική σήμανση για το πού επιτρέπεται να καθίσει επιβάτης και πού όχι, προκειμένου να τηρούνται αποστάσεις».

Σε μια από τις χαρακτηριστικότερες ίσως υποδείξεις που μαρτυρούν τη δυσαρμονία προβλέψεων και πραγματικότητας αναφέρεται πως «τα εξωτερικά παράθυρα και οι πόρτες του πλοίου θα πρέπει να ανοίγονται για περισσότερο χρόνο από ό,τι συνηθίζεται και στην περίπτωση που τα αποχωρητήρια έχουν αυτόνομο σύστημα εξαερισμού (π.χ. με ανεμιστήρα ή απλό αεραγωγό), τότε θα πρέπει να αποφεύγεται το άνοιγμα των παραθύρων των αποχωρητηρίων. Στην περίπτωση που υπάρχουν μόνο παράθυρα για τον εξαερισμό των αποχωρητηρίων, θα πρέπει να ανοίγονται συγχρόνως και άλλα παράθυρα σε διπλανούς χώρους». Φυσικά, όσοι ταξιδεύουν  γνωρίζουν πως παράθυρα ανοιγόμενα στα ελληνικά πλοία δεν υπάρχουν. Τι προβλέπεται  για τα συστήματα κλιματισμού; «Η κεντρική ανακυκλοφορία του αέρα θα πρέπει να διακοπεί έστω και αν το σύστημα δεν μπορεί να ικανοποιήσει τις θερμικές ανάγκες του πλοίου χωρίς ανακυκλοφορία». Κατά τα άλλα, «η θερμοκρασία και η υγρασία του αέρα θα πρέπει να ρυθμίζονται όπως συνήθως για την επίτευξη θερμικής άνεσης».