Κλείσιμο

Ερντογάν-Πούτιν, μία πολύπλοκη σχέση

O Γερμανικός Τύπος για τις πτυχές των τουρκορωσικών σχέσεων και ενδεχόμενες αντιπαραθέσεις μεταξύ των δυο ηγετών

Η Ρωσία ανακοίνωσε σήμερα την επιστροφή της, στη συμφωνία για τα σιτηρά. Στο προοίμιο της σημερινής απόφασής του Πούτιν, η Welt αναφέρεται σε πτυχές των ρωσοτουρκικών σχέσεων και τη διπλωματική επιτυχία του Ερντογάν, ο οποίος όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το δημοσίευμα είναι «ένας από τους λίγους εταίρους του Πούτιν, ο οποίος δείχνει ανοιχτά την αντίθεσή του στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας – και μάλιστα ως ηγέτης χώρας του ΝΑΤΟ. Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η χώρα μετατράπηκε σε έναν σημαντικό κόμβο μεταφορών ανάμεσα σε Ρωσία και Δύση. Οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των δυο χωρών αυξήθηκαν μάλιστα μετά την εισβολή κατά 198% - κι αυτό κυρίως χάρη στις επανεξαγωγές. Η σύναψη της συμφωνίας για τα σιτηρά θεωρείται μεγάλη διπλωματική επιτυχία για τον Τούρκο πρόεδρο».

Η ενταξιακή πορεία Φινλανδίας και Σουηδίας και οι ρωσοτουρκικές σχέσεις

Στο ειδησεογραφικό δίκτυο Redaktionsnetzwerk Deutschland ο Γερμανός ανταποκριτής Γκερντ Χέλερ αναφέρεται σε μία άλλη διάσταση των ρωσοτουρκικών σχέσεων – εν αναμονή της επίσκεψης του ΓΓ του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ στην Άγκυρα την Παρασκευή και τα σχέδια ένταξης της Φινλανδίας και Σουηδίας στη συμμαχία: «Από τους 30 εταίρους του ΝΑΤΟ, οι 28 έχουν επικυρώσει τη βόρεια διεύρυνση της συμμαχίας. Μέχρι το τέλος του έτους αναμένεται και η έγκριση της Ουγγαρίας. Για να εγκριθεί η ένταξη νέων μελών πρέπει να υπάρχει ομοφωνία όλων των συμμάχων. Αλλά η Τουρκία μένει σταθερή στο «όχι» της, καθώς από τουρκική σκοπιά η Σουηδία δεν πληροί τις προϋποθέσεις ένταξης». Η στάση του Ερντογάν κάνει τον ηγέτη του Κρεμλίνου να χαμογελά, σχολιάζει ο Χέλερ, καθώς «με τη στάση του αποδυναμώνει τη βορειοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, ενώ παράλληλα με απειλές για πόλεμο υποδαυλίζει τις εντάσεις με Ελλάδα και Κύπρο στην ανατολική Μεσόγειο. Μια στρατηγική που ευνοεί τον Πούτιν, ο οποίος την περασμένη εβδομάδα επαίνεσε τον Ερντογάν ως "αξιόπιστο εταίρο και ισχυρό ηγέτη"».

Πηγή: DW - Χρύσα Βαχτσεβάνου