Διπλή γλώσσα Λονδίνου: «Ναι» στην επιστροφή αρχαιοτήτων - Εξαιρούνται τα γλυπτά Παρθενώνα

Λονδίνο, Θανάσης Γκαβός

Την υποστήριξή του εκφράζει το Βρετανικό Μουσείο στη διάταξη που προστέθηκε στο κείμενο της διαπραγματευτικής εντολής της ΕΕ για τη δεύτερη φάση του Brexit περί συμφωνίας με το Ηνωμένο Βασίλειο για την αντιμετώπιση «ζητημάτων που αφορούν στην επιστροφή ή αποκατάσταση παρανόμως αφαιρεθέντων πολιτιστικών αντικειμένων στις χώρες προέλευσής τους».

Σε δήλωση προς το ΣΚΑΙ εκπρόσωπος του λονδρέζικου μουσείου επισημαίνει ότι η διάταξη εκλαμβάνεται ως αναφορά αποκλειστικά σε περιπτώσεις αρχαιοκαπηλίας και παράνομου εμπορίου πολιτιστικών θησαυρών και ουδόλως στα Γλυπτά του Παρθενώνα.

«Το Βρετανικό Μουσείο καλωσορίζει αυτή την εντολή η οποία αντανακλά τη σύμβαση της UNESCO του 1970, με την οποία το Μουσείο συμμορφώνεται. Το Βρετανικό Μουσείο είναι προσηλωμένο στην καταπολέμηση του εμπορίου παρανόμων αρχαιοτήτων σε όλο τον κόσμο.

»Από το 2009 το Βρετανικό Μουσείο έχει ταυτοποιήσει και επιστρέψει πάνω από 2.400 αρχαιότητες από όλες τις περιόδους οι οποίες είχαν ανασκαφεί παρανόμως σε τοποθεσίες στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ και στο Ουζμπεκιστάν και είχαν διακινηθεί στο εξωτερικό, αλλά κατασχέθηκαν και ερευνήθηκαν από τη βρετανική συνοριοφυλακή, τις βρετανικές τελωνειακές αρχές και τη Μητροπολιτική Αστυνομία», ανέφερε η εκπρόσωπος.

Σε ανάλογες δηλώσεις προέβη το πρωί μιλώντας στο ραδιόφωνο του BBC και ο διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου Χάρτβιχ Φίσερ.

Τη μη ύπαρξη σύνδεσης μεταξύ της νέας διάταξης στη διαπραγματευτική εντολή της ΕΕ και των Γλυπτών του Παρθενώνα επιβεβαίωσε στο ΣΚΑΙ και διπλωματική πηγή με γνώση του θέματος, που επισήμανε ότι η διάταξη αυτή βασίζεται σε κοινοτική οδηγία του 2014.

Η οδηγία αυτή ορίζει το μηχανισμό με τον οποίο ένα κράτος-μέλος πρέπει να επιστρέψει σε ένα άλλο κράτος-μέλος κλεμμένους μετά από την 1/1/1993 πολιτιστικούς θησαυρούς.

«Από τη στιγμή που το Ηνωμένο Βασίλειο καθίσταται τρίτη χώρα με το Brexit, θα πρέπει να υπάρξει κάποια μεταβατική διάταξη και αυτή υπάγεται στο πλαίσιο της κοινής εμπορικής πολιτικής. Αφορά δηλαδή αντικείμενα παράνομου εμπορίου, όχι τα Γλυπτά του Παρθενώνα που βρίσκονται στο Λονδίνο», σημείωσε η πηγή.

Μετά από τα πολλά δημοσιεύματα στο βρετανικό Τύπο που έσπευσαν να συνδέσουν τη διάταξη με δυνητική αξίωση περί επιστροφής των Γλυπτών μέσω του Brexit, η βρετανική κυβέρνηση κατέστησε σαφές για ακόμα μία φορά ότι δε θεωρεί πως το νομικό καθεστώς των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι υπό αμφισβήτηση.

Κληθείς, παρόλα αυτά, να σχολιάσει την κίνηση της ΕΕ και τα δημοσιεύματα, εκπρόσωπος της βρετανικής κυβέρνησης ανέφερε: «Η ΕΕ ακόμα οριστικοποιεί την εντολή της - είναι ακόμα σε μορφή σχεδίου. Η θέση του Ηνωμένου Βασιλείου επί των Γλυπτών του Παρθενώνα παραμένει απαράλλαχτη: αποτελούν νομική ευθύνη του Βρετανικού Μουσείου. Αυτό δεν υπόκειται σε συζήτηση ως μέρος των εμπορικών μας διαπραγματεύσεων».

Άλλη πηγή από το Νούμερο 10 της Ντάουνινγκ Στριτ, εξάλλου, την οποία επικαλείται η Daily Mail και η Sun σχολίασε πιο καυστικά: «Αυτό απλά δεν πρόκειται να συμβεί και δείχνει ανησυχητική έλλειψη σοβαρότητας για τις διαπραγματεύσεις από την πλευρά της ΕΕ».

Ερωτηθείς, εξάλλου, κατά τη συνέντευξή του στο ραδιόφωνο του BBC για τους λόγους για τους οποίους τα Γλυπτά δεν επιστρέφονται από το Βρετανικό Μουσείο στην Αθήνα ώστε να επανενωθούν, ο κ. Φίσερ επανέλαβε τη θέση του ιδρύματος ότι τα Γλυπτά στο Λονδίνο προσφέρουν μια καλύτερη κατανόηση της «ελληνικής τέχνης, ιστορίας και πολιτισμού» καθώς και του «παγκόσμιου πολιτισμού».

Υπερασπίστηκε δε την κατά το Μουσείο νόμιμη απόκτησή τους το 19ο αιώνα.