Της Ιωάννας Μάνδρου

Ακόμα δεν άρχισε καλά-καλά να ερευνάται από δικαιοσύνη και Βουλή τί ακριβώς συνέβη με την ενοχοποίηση πολιτικών στην υπόθεση της Novartis, και οι αποκαλυπτικές καταθέσεις, που είδαν το φως της δημοσιότητας, δημιουργούν ήδη νέα δεδομένα για την υπόθεση.

Όσα αποκαλύπτει η τέως εισαγγελέας Διαφθοράς Ελένη Ράικου στην κατάθεση της για τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, και τις προσπάθειες να σπιλωθούν πολιτικοί με καταφανώς ψευδή και ανύπαρκτα στοιχεία, αλλά και όσα έχει καταθέσει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας για απειλές και εκβιασμούς σε προστατευόμενο μάρτυρα, προσδίδουν στην υπόθεση χαρακτηριστικά παραδικαστικού κυκλώματος που δρούσε, αν αποδειχθούν τα καταγγελλόμενα, με την  καθοδήγηση ενός αρμοδίου για τη δικαιοσύνη υπουργού.

 Από τη μεταπολίτευση ως και τις μέρες μας τα σκάνδαλα δεν έλειψαν και οι υποθέσεις που αφορούσαν σε πολιτικούς και διερευνήθηκαν, όπως διερευνήθηκαν από τη Βουλή, κυρίως είχαν σχέση με  καταγγελίες για χαριστικές συμβάσεις, για λαδώματα και για "εξυπηρετήσεις" σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος.

Ποτέ όμως δραστηριότητες τέτοιου  τύπου, με έκνομη διείσδυση στους θεσμούς, με οργάνωση παραδικαστικών κυκλωμάτων, με τη συνδρομή δικαστικών, και βεβαίως ποτέ στην κατεύθυνση να εξοντωθούν πολιτικοί αντίπαλοι διά της ποινικής οδού με ανύπαρκτα και χαλκευμένα στοιχεία.
Η έρευνα για τις καταγγελίες περί πολιτικής σκευωρίας στην υπόθεση της Novartis, ξεφεύγει, έτσι όπως εξελίσσονται οι έρευνες, από τα όρια ενός πολιτικού σκανδάλου, -όχι ότι δεν είναι πολιτικό σκάνδαλο όσα  αποτελούν πλέον αντικείμενο εισαγγελικής έρευνας και εφόσον αποδειχθούν-αλλά πλέον περνά στη σφαίρα της ύπαρξης αποστήματος, καρκινώματος, που φαίνεται πως αναπτύχθηκε μέσα στο σώμα της δημοκρατίας.

Σοκάρουν οι αποκαλύψεις από την κατάθεση της εισαγγελέως Ελένης Ράικου για τον τρόπο, τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν για να εξαναγκαστεί να στείλει στη Βουλή πολιτικούς ως  ενόχους για δωροληψία με χαλκευμένα στοιχεία.

Σοκάρουν οι καταγγελίες για απειλές και  παρεμβάσεις του τότε αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης, αλλά και για τη συνδρομή άλλων προσώπων, δημοσιογράφων και δικαστικών σε αυτό τον αήθη κύκλο των αντιθεσμικών πρακτικών.

Όσες φορές στο παρελθόν η δικαιοσύνη ασχολήθηκε - και ήταν κάμποσες- με παραδικαστικά κυκλώματα το έκανε για υποθέσεις, όπου οι παρεμβάσεις στόχευαν να αθωωθούν ένοχοι, ουδέποτε για να ενοχοποιηθούν αθώοι.

Είναι ίσως η πρώτη φορά, που οι δικαστικές έρευνες με αφορμή τους πολιτικούς και δικαστικούς χειρισμούς στην υπόθεση της Novartis, αφορούν επί της ουσίας στη δράση παραδικαστικού κυκλώματος που δρούσε μέσα στη δικαιοσύνη και επιπλέον, τουλάχιστον στην υπόθεση της Novartis, στόχευε σε ενοχοποίηση αθώων ανθρώπων.

Και αναφέρομαι στη συγκεκριμένη υπόθεση, διότι η εισαγγελέας Ελένη Ράικου, παραιτούμενη, αλλά και αργότερα, είχε μιλήσει και για άλλες υποθέσεις για τις οποίες υπήρξαν παρεμβάσεις είτε για να κλείσουν, ενώ δεν έπρεπε, είτε για να προχωρήσουν σε διώξεις, ενώ δεν υπήρχαν στοιχεία.

Δεν αποκλείεται, άλλωστε, να έρθουν στο φως και άλλες υποθέσεις πέραν της Novartis, όπου είχαν γίνει τα ίδια και ενδεχομένως και χειρότερα.

Μετά ταύτα η σύσταση της Προανακριτικής Επιτροπής αποκτά πραγματικά μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς έρχεται όχι μόνον να εξιχνιάσει τί έγινε με την Novartis, αλλά να αντιμετωπίσει ένα βαρύ θεσμικό θέμα. Την ύπαρξη παρακρατικού και παραδικαστικού κυκλώματος, που είχε διεισδύσει μέσα στη δικαιοσύνη, προκαλώντας πλήγματα στο πολιτικό σύστημα και στους θεσμούς.