Του Παναγιώτη Καρκατσούλη


Στην χώρα μας, η οργάνωση των δημόσιων πολιτικών προηγήθηκε της ορθολογικής διοικητικής οργάνωσης του κράτους.  Αυτές οργανώθηκαν, ανορθολογικά, με βάση ένα πελατειακό πρότυπο το οποίο, σε βάθος χρόνου, μεταλλάχθηκε σ’ ένα ιδιοτυπικό σύστημα διακυβέρνησης. Αυτό οφειλόταν στις «φυλές» και τους «φυλάρχους» που υποδύονταν τους κυβερνήτες ενός, κατά τα λοιπά, δυτικοστραφούς κράτους σε βάθος 200 χρόνων.

Έτσι, σήμερα, παρουσιάζεται η παράξενη εικόνα, ειδικότερες πολιτικές του κράτους να ασκούνται από αποκεντρωμένες μονάδες των υπουργείων, με τον έναν ή τον άλλο βαθμό επάρκειας, ενώ οι Περιφέρειες και oι Δήμοι να παραμένουν αποψιλωμένες από αρμοδιότητες και ευθύνες. 

Τα κεντρικά χαρακτηριστικά του παρανοϊκού αυτού συστήματος είναι:

    Ο ανορθολογισμός. Είθισται να συναντάμε δύο νοσοκομεία σε απόταση 17 χιλιομέτρων το ένα από το άλλο ή να έχουμε δύο μισο-τελειωμένους βιολογικούς καθαρισμούς ή δύο μισο-τελειωμένα λιμάνια. 
    Η κλειστότητα και η απομόνωση των δομών εφαρμογής των πολιτικών. Ακόμη και η ηλεκτρονική διακυβέρνηση που έλυσε τα περισσότερα απ’ αυτά τα προβλήματα, αλλού, στην χώρα μας καρκινοβατεί λόγω των προβλημάτων της διαλειτουργικότητας των συστημάτων- του γεγονότος, δηλαδή, ότι τα συστήματα που σχεδιάστηκαν και τέθηκαν σε εφαρμογή, κατά καιρούς, δεν υπακούουν σε ενιαίες αρχές λειτουργίας με συνέπεια η διασύνδεσή τους ν’ αποτελεί από μόνη της ένα ιδιαίτερα απαιτητικό project.
    Η εκτεταμένη γραφειοκρατία, η πολυνομία, η κακονομία και η στεψονομία. Η μονάδα κάθε επιπέδου εφαρμόζει δικούς της κανόνες, έχοντας δικές της γραμμές αναφοράς και ελέγχου. Σκεφθείτε ένα δημοτικό σχολείο: Την συντήρηση και μέρινα του κτιρίου έχει ο Δήμος, την πρόσληψη των καθηγητών το Υπουργείο Παιδείας και την διαμόρφωση του προγράμματος κατά ένα μέρος το Υπουργείο και κατά ένα άλλο, οι τοπικές κοινωνίες.
     Η αναξιοκρατία, ο κυνισμός και η απάθεια του ανθρώπινου δυναμικού. Είναι κοινός τόπος στους υπαλλήλους ότι αποτελούν παίγνιο για την εξυπηρέτηση των πελατειακών δικτύων των προϊσταμένων τους. Καμία στοχοθεσία και αξιολόγηση δεν μπορεί να έχει νόημα σ’ ενα σύστημα που είναι, εξ ορισμού, ανορθολογικό.  
    Το δημοσιονομικό κόστος συντήρησης ενός τέτοιου διοικητικού μηχανισμού είναι τεράστιο και οι  υπηρεσίες που παρέχει έχουν, συνήθως, κακή ποιότητα. 

Η πολιτική δημόσιας υγείας έχει όλα τα προηγούμενα χαρακτηριστικά. Αυτή εκφράζεται σ’ ένα, κατ’ όνομα, «σχέδιο» και, μάλιστα, εθνικό για την δημόσια υγεία, που έχει επεξεργαστεί το Υπουργείο Υγείας. Το κείμενο αυτό βρίθει γενικοτήτων, κοινοτοπιών και αξιολογικών κρίσεων που έχουν έντονη πολιτική οσμή. 

Αλλά, ακόμη κι αν υπήρχε ένα πραγματικό σχέδιο, οι Περιφέρειες και οι Δήμοι που δεν μετέχουν της διακυβέρνησης, δεν θα είχαν καμία προστιθέμενη αξία σ’ αυτό. Η αυτοδιοίκηση, απλώς, εφαρμόζει ορισμένες προκαθορισμένες από το Υπουργείο Υγείας αρμοδιότητες, με πιο σοβαρή εκείνη που αφορά τους ψεκασμούς για τα κουνούπια. Οι λοιπές αρμοδιότητές τους περιλαμβάνουν μερικές άνευ ουσίας αδειοδοτήσεις και γραφειοκρατικούς ελέγχους σε καταστηματα υγειονομικού ενδιαφέροντος. 

Την πολιτική δημόσιας υγείας ασκούν παράλληλες δομές προς τις Περιφέρειες και του Δήμους που ονομάζονται «υγειονομικές περιφέρειες» και αποτελούν αποσυγκεντρωμένες πηρεσίες του Υπουργείου Υγείας . 

Αυτές προέκυψαν μεσα από τον μετασχηματισμό των «περιφερειακών συστημάτων υγείας» σε «διοικήσεις υγειονομικής περιφέρειας». Σκοπός τους ήταν η εφαρμογή ενός αποκεντρωτικού συστήματος διοίκησης των υπηρεσιών υγείας που, όμως, δεν συμβάδιζε ούτε εντασσόταν στην διοικητική οργάνωση του κράτους. Η τελευταία αξιόλογη αλλά ατυχής προσπάθεια να συμπέσουν οι υγειονομικές περιφέρειες με τις διοικητικές ήταν εκείνη του ν. 3852/2010 για τη  «νέα αρχιτεκτονική της αυτοδιοίκησης και της αποκεντρωμένης διοίκησης – πρόγραμμα Καλλικράτης» με τον οποίο προβλέφθηκε η μεταφορά αρμοδιοτήτων του Υπουργείου Υγείας, των μονάδων πρωτοβάθμιας υγείας  και των υγειονομικών περιφερειών στις αιρετές Περιφέρειες και τους Δήμους. 

Η μεταφορά θα γινόταν με προεδρικό διάταγμα που θα έπρεπε να εκδοθεί, το αργότερο εντός διετίας. Εκτός από τη μεταφορά των αρμοδιοτήτων, προβλεπόταν η απόδοση των ανάλογων οικονομικών πόρων για την άσκησή τους καθώς και η μεταφορά αντίστοιχων οργανικών θέσεων προσωπικού. Δέκα χρόνια μετά, τα διατάγματα αυτά δεν έχουν εκδοθεί. 
Η απογύμνωση των Περιφερειών και των Δήμων από ουσιαστικές αρμοδιότητες δημόσιας υγείας επιχειρείται, σήμερα, να καλυφθεί με αναξιόπιστα σχήματα κεντρικού συντονισμού, Τέτοια είναι, για παράδειγμα, η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας η οποία δεν έχει ούτε τη λειτουργική ουτε τη δομική επάρκεια για τον συντονισμό των μονάδων άσκησης πολιτικής δημόσιας υγείας. Με το σχήμα αυτό,  απλώς, επιχειρείται η δημιουργία εντυπώσεων στους μη γνωρίζοντες ότι κάποιος ελέγχει το σύστημα. 

Εκείνο που συμβαίνει και στο οποίο εναποθέτουμε τις ελπίδες μας είναι αυτό που παρατηρείται σε καταστάσεις εθνικής κρίσης και απειλής: Την ώρα της μάχης συστρατεύονται οι πάντες: Ιδιωτικές δομές παροχής υπηρεσιών υγείας και περίθαλψης, ιδιώτες γιατροί, ακόμη και παροπλισμένες και υπο-λειτουργούσες μονάδες του συστήματος δημόσιας υγείας προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε την απειλή του ιού. 

Σήμερα, πέφτουν στην μάχη οι επαγγελματίες των υπηρεσιών δημόσιας υγείας, το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό. Η προσδοκία μας είναι ότι το υψηλό επίπεδό τους θα καταφέρει να αναπληρώσει πολλά από τα κενά της πολιτικής δημόσιας υγείας. Αυτή την ώρα αυτούς στηρίζουμε και σ’ αυτούς συμπαραστεκόμαστε.
Αύριο, όμως, όταν η επιδημία θα έχει ξεπεραστεί, θα μπορέσει η κυβέρνηση να ολοκληρώσει την μεταρρύθμιση που έμεινε μισή;  Αντιλαμβάνομαι ότι μεταρρυθμιστές του βεληνεκούς του Παρασκευά Αυγερινού και του Αλέκου Παπαδόπουλου δεν απαντώνται, συχνά, αλλά η ανάγκη εξορθολογισμού του συστήματος υπηρεσιών δημόσιας υγείας είναι αδήριτη.