Του Θάνου Πλεύρη*

Ο γράφων υποστήριξε από πολύ νωρίς, χωρίς αστερίσκους, την ανάγκη υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών για συγκεκριμένες ομάδες που συναναστρέφονται με ευάλωτα πρόσωπα. Η συναίνεση του ασθενούς είναι νομιμοποιητικός παράγοντας κάθε ιατρικής πράξης και επομένως και του εμβολιασμού. Υπό αυτήν λοιπόν την έννοια και στα θέματα εμβολιασμού επικρατεί η αρχή της συναίνεσης του ασθενούς. Η ιδιαιτερότητα στη συγκεκριμένη περίπτωση έγκειται στο εάν ο εμβολιασμός γίνεται για την προστασία του ίδιου του ατόμου, οπότε δεν μπορεί να τεθεί θέμα απουσίας της συναίνεσης του, ή εάν γίνεται για να προστατευθεί η δημόσια υγεία και τα δικαιώματα τρίτων. 

Στην περίπτωση λχ μιας μεταδοτικής νόσου και πανδημίας, όπως ο covid 19, ο εμβολιασμός δεν γίνεται απλά για την προστασία του ίδιου του ατόμου, αλλά για την αποτροπή της μετάδοσης της νόσου και κατ’ επέκταση και για την προστασία του δικαιώματος της υγείας των λοιπών πολιτών. Υπό αυτό το πρίσμα έχουν κριθεί ως συνταγματικά ανεκτές παρεμβάσεις υποχρεωτικών εμβολιασμών για άλλες μεταδοτικές ασθένειες σε ειδικές ομάδες πληθυσμού, εάν υπάρχει κίνδυνος από τον μη εμβολιασμό τους να διακυβευτούν δικαιώματα τρίτων προσώπων. Η υποχρεωτικότητα έγκειται στο γεγονός όχι εξαναγκασμού στην ιατρική πράξη, αλλά με την ύπαρξη συνεπειών από τον μη εμβολιασμό. Οι συνέπειες αυτές δεν ενέχουν καμία τιμωρητική προσέγγιση αλλά βρίσκονται σε μια ισορροπία μεταξύ του σεβασμού της ελεύθερης βούλησης και της προστασίας της δημόσιας υγείας.

Στην πρόσφατη μάλιστα απόφαση του ΣτΕ 2387/20 κρίθηκε συνταγματικά ανεκτή και η διαγραφή τέκνου από τον παιδικό σταθμό, λόγω του ότι δεν είχε προβεί στους απαραίτητους εμβολιασμούς για την προστασία του και αποτροπή μετάδοσης παιδικών νόσων. Το ΣτΕ έκρινε ότι «η μέριμνα για την δημόσια υγεία αποτελεί συνταγματική υποχρέωση του κράτους στο πλαίσιο της οποίας η πολιτεία οφείλει να λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα πρόληψης της διάδοσης και καταπολέμησης μεταδοτικών ασθενειών, οι οποίες συνιστούν σοβαρό κίνδυνο για την δημόσια υγεία. Στα μέτρα αυτά εντάσσονται και ο εμβολιασμός νηπίων και παιδιών, ο οποίος διενεργείται με σκοπό την προστασία της υγείας συλλογικώς και ατομικώς από ασθένειες, καθώς και τη βαθμιαία εξάλειψη τους». Έκρινε  μάλιστα το ΣτΕ ότι η προϋπόθεση του εμβολιασμού για την εγγραφή στους παιδικούς σταθμούς είναι μια έντονη παρέμβαση στην ιδιωτική σφαίρα, αλλά εάν λαμβάνει χώρα υπό αυστηρές προϋποθέσεις δεν αντίκειται ούτε στο δικαίωμα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας ούτε στην ισότητα των πολιτών.

Αντίστοιχα και στη στάθμιση συμφερόντων ανάμεσα στο δικαίωμα του ιατρού ή νοσηλευτή για το δικαίωμα ανάπτυξης της προσωπικότητας του και της προστασίας της δημόσιας υγείας και υγείας τρίτων (Σ αρ. 21 παρ. 3) η πλάστιγγα γέρνει υπέρ της δημόσιας υγείας και συνταγματικά ανεκτά δυνάμεθα να υποχρεώσουμε όσους συμμετέχουν στα νοσηλευτικά ιδρύματα να εμβολιαστούν, αλλιώς να μην παράσχουν εργασία. Πραγματικά όπως έχει δικαίωμα ένας νοσηλευτής, που εργάζεται σε ογκολογική κλινική ή ΜΕΘ να μην εμβολιαστεί, έχει και δικαίωμα ο ευάλωτος ασθενής να μην δέχεται υπηρεσίες από άτομο που πιο εύκολα νοσεί και μεταδίδει τον Covid19..

Η άρνηση του εμβολιασμού είναι απολύτως θεμιτή, εάν από την επιλογή σου να μην εμβολιαστείς κινδυνεύεις μόνο εσύ. Εάν από την επιλογή σου κινδυνεύουν και άλλοι, τότε αυτή η επιλογή σου είναι σεβαστή μεν αλλά ενέχει και μια αντικοινωνική συμπεριφορά. Απορώ ειλικρινά πως ένας πχ δάσκαλος δημοτικού βάζει  την προσωπική του επιλογή πάνω από το να μεταδώσει τη νόσο στα παιδιά κάτω των δώδεκα ετών που του έχουν εμπιστευτεί οι γονείς.

Σε αυτήν λοιπόν τη ζυγαριά η πολιτεία παίρνει θέση. Σεβαστή η επιλογή να μην εμβολιαστείς, αλλά επειδή αυτή η επιλογή σου έχει συνέπειες σε τρίτους και στη δημόσια υγεία είναι σεβαστή και η επιλογή της πολιτείας να θέσει περιορισμούς για να προστατευτεί από την επιλογή του ανεμβολίαστου να μην εμβολιαστεί. 

Στην κριτική μάλιστα εάν έγιναν όσα έπρεπε για να πειστούν οι πολίτες η απάντηση είναι απλή. Υποχρέωση της πολιτείας είναι να έχει τα εμβόλια σε επάρκεια, να διασφαλίσει στον πολίτη πρόσβαση σε αυτά με εύκολο τρόπο και να εξηγήσει την αναγκαιότητα του εμβολιασμού. Αυτά τα διασφάλισε η πολιτεία με επάρκεια, τέλειο σύστημα εμβολιασμού και συνεχή ενημέρωση. Όσοι λοιπόν μιλούν αόριστα για πειθώ να πουν τι άλλο έπρεπε να γίνει και δεν έγινε.

Η επιλογή της πολιτείας να θέτει περιορισμούς σε όσους επιλέγουν τον μη εμβολιασμό δεν είναι ούτε τιμωρία, ούτε διχασμός, είναι ο ορισμός της στάθμισης δικαιωμάτων που προβλέπει το Σύνταγμα και του αξιώματος ότι τα δικαιώματα σου σταματούν εκεί που ξεκινούν και τα δικαιώματα των άλλων. Όπως έχει κάποιος δικαίωμα να μην εμβολιαστεί έτσι έχουν και οι υπόλοιποι δικαίωμα να μην νοσήσουν από την επιλογή του.

Ο Θάνος Πλεύρης Aν. Κοιν. Εκπρόσωπος ΝΔ, Βουλευτής ΝΔ Α Αθηνών, δικηγόρος ΔΝ LLM