Διακινείται στον δημόσιο διάλογο ως σημαντικό ότι η Ευρωπαία Εισαγγελέας κ. Κοβέσι τόνισε πως σε όλες τις χώρες υπάρχει διαφθορά. Διερωτάται κανείς: τι μας κάνει εντύπωση σε αυτή τη δήλωση; Κάποιοι λένε ότι η διαφορά στην Ελλάδα είναι θέμα μεγέθους. Αλλά φαντάζομαι ότι κάθε χώρα θα έχει να επιδείξει κατά καιρούς ένα μεγάλο σκάνδαλο. Κάτι άλλο είναι που κάνει την Ελλάδα μοναδική σε σχέση με τη διαφθορά και σχετίζεται με την κακονομία.
Οι νόμοι μας είναι τόσο κακοί, τόσο πολλοί και αντιφατικοί, που έχουμε εκπαιδευτεί να μην τους τηρούμε, όχι γιατί έχουμε την παραβατικότητα στο dna μας, αλλά προκειμένου να κάνουμε απλά τη δουλειά μας. Ακούγεται συχνά ότι «θα πρέπει να ψηφιστεί ένας νόμος, να τηρούνται οι νόμοι». Μέχρι όμως να φτιάξουμε σωστούς και λειτουργικούς νόμους, η εφαρμογή τους δεν θα είναι συνταγή σωτηρίας, αλλά σίγουρης καταστροφής.
Στην εξεταστική για τον ΟΠΕΚΕΠΕ μια πολύπειρη ελέγκτρια δήλωσε ότι σε όλες τις αιτήσεις του ΟΠΕΚΕΠΕ, περίπου 600.000, υπάρχουν εν δυνάμει μικρά ή μεγάλα σκάνδαλα. Είναι δυνατόν όλοι οι αγρότες και κτηνοτρόφοι και όλοι οι υπάλληλοι του ΟΠΕΚΕΠΕ να είναι απατεώνες; Ασφαλώς όχι. Τι συμβαίνει λοιπόν;
Ως λογιστής της πρωτεύουσας, την πραγματικότητα του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν την γνωρίζω από πρώτο χέρι. Αυτό που άκουσα από την ελέγκτρια όμως, μου είναι πολύ οικείο. Πρακτικά αυτό που είπε, είναι κάτι που συναντώ συνέχεια στις σχέσεις του κράτους με τους πολίτες, δηλαδή ότι οι διαδικασίες δεν τηρούνται όπως προβλέπονται, γιατί αν τηρούνταν σύμφωνα με τον νόμο, θα ήταν πρακτικά ανεφάρμοστες. Ένα κραυγαλέο παράδειγμα είναι οι πάγιες ρυθμίσεις στην ΑΑΔΕ και στο ΚΕΑΟ. Αν τηρούνταν η διαδικασία όπως προβλέπει ο νόμος, απλά δεν θα υπήρχαν ρυθμίσεις. Αφήνουμε στην άκρη ότι η διαδικασία είναι μνημείο ανοησίας, όταν π.χ. εξαρτά τη ρύθμιση του ΦΠΑ με την κερδοφορία μιας επιχείρησης. «Σύμφωνα με τα στοιχεία που μας δώσατε, δεν έχετε τη δυνατότητα να τηρήσετε ρύθμιση 12 δόσεων, οπότε πληρώστε εφάπαξ» και παράλληλα ο οφειλέτης κρατά στα χέρια του μια επιστολή που ουσιαστικά λέει «…διαφορετικά θα σας κατάσχουμε τους τραπεζικούς σας λογαριασμούς». Και τι μπορεί να κάνει ο οφειλέτης που θέλει να ρυθμίσει; Δίνει ψευδή στοιχεία, για να τον αφήσει το σύστημα να προχωρήσει με την ρύθμιση. Τόσο απλά.
Αυτές οι κατά συνθήκη μικρές, άδολες και στην πράξη υποχρεωτικές παρανομίες, έχουν τεράστιο τίμημα:
- Φοβόμαστε την νομιμότητα και την τήρησή της από το κράτος
- Αντί να απαιτούμε νομιμότητα, προσβλέπουμε στο πώς θα την παρακάμψουμε
- Οι υπάλληλοι που κάνουν τα στραβά μάτια σε αυτές τις μικρές παρασπονδίες μας φαίνονται καλοί, ενώ αυτοί που εμμένουν στην τήρηση των διαδικασιών εντελώς παράλογοι
- Είναι δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ εξυπηρέτησης και εκβιασμού
- Όταν ξεσπούν μεγάλα σκάνδαλο τύπου ΟΠΕΚΕΠΕ ή των συμμοριών στις Δ.Ο.Υ. υπάρχει ο κίνδυνος να τιμωρηθούν και αυτές οι κατά συνθήκη, μικρές, άδολες και «υποχρεωτικές» παρανομίες.
Αυτός είναι ο λόγος που το πελατειακό κράτος ζει και βασιλεύει. Το κράτος και η νομιμότητα προβάλλεται ως ο εχθρός και ως καθήκον του πολιτικού θεωρούμε ότι είναι να μας προστατεύει από αυτό το κακό κράτος, βοηθώντας μας να το παρακάμψουμε. Το χειρότερο είναι ότι έχουμε χάσει κάθε ελπίδα ότι το κράτος αυτό μπορεί να εξορθολογιστεί και να λειτουργεί χωρίς κομματικές παρεμβάσεις.
Η αποτυχία του επιτελικού κράτους συνίσταται ακριβώς σε αυτό. Θεώρησε ότι μπορεί να εξορθολογίσει το κράτος, δίνοντας έμφαση στην εφαρμογή των νόμων, χωρίς να φροντίσει να τους κάνει λειτουργικούς. Ταυτόχρονα κάθε φωνή διαμαρτυρίας την θεώρησε a priori αντιδραστική, οπότε έμεινε χωρίς ανατροφοδότηση από την βάση. Λες και μπορεί ένας νομοθέτης να προβλέπει τα πάντα, χωρίς να έχει επαφή με το πεδίο εφαρμογής. Αποδείχθηκε όμως ότι μια κοινωνία δεν μπορεί να προοδεύσει ερήμην των πολιτών της και φυσικά ότι με όση αποφασιστικότητα και αν προσπαθήσεις να εφαρμόσεις ανεφάρμοστες διαδικασίες, αυτές θα παραμείνουν ανεφάρμοστες. Τελικά, όσο κινητήριος μοχλός της λειτουργίας τους κράτους παραμένει η παράκαμψη των επίσημων διαδικασιών, είναι πολύ εύκολο να χαθεί το μέτρο και να μην περιοριστεί στη μικρή και «αναγκαία» διαφθορά, αλλά αυτή να πάρει τρομακτικές διαστάσεις. Τελικά όσοι διέπραξαν την ύβρι να ξεπεράσουν τα όρια της «αναγκαίας» διαφθοράς, την επικαλούνται ως άλλοθι. Εκεί βρίσκεται η χυδαιότητα του «όλοι μαζί τα φάγαμε»
Κάνουμε πολύ συχνά το λάθος να καταφεύγουμε σε δίκη προθέσεων. Ότι ούτε η εξουσία ούτε οι πολίτες θέλουμε στην πραγματικότητα ένα σωστά οργανωμένο κράτος. Αυτό υπονοεί ότι δήθεν γνωρίζουμε πώς να το οργανώσουμε. Παραγνωρίζουμε ότι όλοι μας, εξουσία και πολίτες, έχουμε μεγαλώσει σε αυτό το περιβάλλον, οπότε συχνά δεν το αναπαράγουμε συνειδητά, αλλά από απλή συνήθεια. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ως αιτία του προβλήματος προβάλλουμε ένα σύμπτωμα «δεν τηρούνται οι νόμοι» και όχι την αιτία. Οι νόμοι μας είναι τόσο κακοί που είναι πρακτικά ανεφάρμοστοι.
Είναι ουτοπία να ζητάμε να αλλάξει αυτή η κατάσταση από τους πολίτες και όχι από την εξουσία. Δεν θα μείνει κανείς με αρρύθμιστη οφειλή, επειδή ο νόμος είναι παράλογος. Το μόνο που μπορεί να κάνει ένας πολίτης, είναι να απαιτεί εφαρμόσιμους νόμους.
Την ευθύνη να ψηφιστούν εφαρμόσιμοι νόμοι και να καταργηθούν οι ανεφάρμοστοι, την έχει η εξουσία. Και είναι ανεπίτρεπτο η εξουσία να ρίχνει το φταίξιμο στους πολίτες για τους κακούς νόμους. Και όμως, αυτό ακριβώς κάνει διαχρονικά, εμμένοντας ότι οι κακοί και παράλογοι νόμοι είναι δήθεν αποτέλεσμα της τάσης μας να μην εφαρμόζουμε τους νόμους, ενώ συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Οι νόμοι δεν εφαρμόζονται, γιατί είναι παράλογοι.
Το πρόβλημα του μη λειτουργικού κράτους, αντί να μας ενώνει, μας χωρίζει. Οι πολιτικές δυνάμεις δεν γνωρίζουν πώς να το οργανώσουν, ούτε πώς να μιλήσουν γι΄αυτό. Εξαντλούνται λοιπόν στο να προβάλλουν το δικό τους ηθικό ή ιδεολογικό πλεονέκτημα. Το σκηνικό αυτό πέρα από ατελέσφορο, είναι και σφόδρα απωθητικό.
Η μεταρρύθμιση πρέπει να σταματήσει να παρουσιάζεται ως απειλή, ακόμα και από όσους την ευαγγελίζονται. Όλοι οι πολίτες πρέπει να έχουμε τρόπο να καταδεικνύουμε τους παραλογισμούς που συναντάμε στην καθημερινότητά μας, όχι για λόγους εκτόνωσης, αλλά για να διορθωθούν στην πραγματικότητα. Στα 22 χρόνια που εργάζομαι ως λογιστής, συνεχώς συναντώ μπροστά μου παραλογισμούς, στους οποίους είμαι πραγματικά αδύναμος να αντιδράσω. Αλλά και όταν ρωτάω τους δημοσίους υπαλλήλους «δεν μπορείτε να μιλήσετε στους ανωτέρους σας, να διορθωθεί αυτός ο παραλογισμός;» με κοιτούν όπως η αγελάδα κοιτά τα τρένα. «Πού να απευθυνθούμε; Δεν γίνονται αυτά!»
Οι παραλογισμοί, όμως, οδηγούν σε αδιέξοδα. Και όσο τα αδιέξοδα τα λύνουμε κρυφά από την επίσημη λειτουργία του κράτους, τόσο περισσότερο αποξενωνόμαστε από αυτό. Ισχύει τόσο για τους απλούς πολίτες όσο και για τους Υπουργούς. Για να ξεφύγουμε από αυτόν τον φαύλο κύκλο, χρειάζεται πίστη ότι το λειτουργικό κράτος είναι εφικτό. Και για να εμπεδωθεί αυτή η πίστη, απαιτείται να περιγραφεί ο τρόπος με καθαρότητα και ειλικρίνεια σταματώντας να κρύβουμε τα πραγματικά προβλήματα κάτω από το χαλί. Η λύση είναι η σωστή νομοθέτηση.
* Ο Αγαμέμνων Σταυρόπουλος είναι Οικονομολόγος - Φοροτεχνικός