Ένας ερασιτέχνης επαναστάτης

Ομολογώ ότι ξεκίνησα να διαβάζω το βιβλίο του Απόστολου Δοξιάδη «Ερασιτέχνης επαναστάτης» με αρκετή δόση προκατάληψης. Αυτή την φορά, έλεγα μέσα μου, ο Απόστολος το παράκανε. Τι μπορεί να είναι τόσο σημαντικό ώστε να δικαιολογεί 1050 μεγάλες σελίδες για 4-5 χρόνια από την ζωή του, περίπου όσο διήρκεσε η αντιδικτατορική του δραστηριότητα. Δεν περίμενα να πέσω τόσο έξω. Το διάβασα μονορούφι με μεγάλο ενδιαφέρον κι έμαθα πολλά για την μικροιστορία της αντίστασης, την αρχαιολογία του ΚΚΕ εσωτερικού, την εξέγερση του Πολυτεχνείου . 

Περισσότερο από όλα ωστόσο συγκινήθηκα από μια ιστορία ενηλικίωσης ενός παιδιού που περιπλανήθηκε στην αριστερά με διανοητική περιέργεια για τις ιδέες της και μεγάλη διάθεση για να προσφέρει, μόνο και μόνο ωστόσο για να απορρίψει τελικά τον κομμουνισμό και να υιοθετήσει τις στέρεες φιλελεύθερες ανθρωπιστικές αξίες που του είχε μεταδώσει ο πατέρας του από τα παιδικά του χρόνια.

Γιατί στο δικό μου διάβασμα, ο ήρωας του βιβλίου είναι ο μεγάλος αρχιτέκτονας και πολεοδόμος Κωνσταντίνος Δοξιάδης. Βενιζελικός, με αντιστασιακή δράση στην Κατοχή και με διεθνή αναγνώριση στην επιστημονική και επαγγελματική του καριέρα, είναι αυτός που καθοδηγεί τον Απόστολο όταν από μικρό παιδί αρχίζει να αποκτά πολιτικά ενδιαφέροντα. Είναι μια περίοδος γεμάτη πολιτικές εξελίξεις: η βία και νοθεία στις εκλογές του 1961, ο ανένδοτος, ο θρίαμβος του Γεωργίου Παπανδρέου, η αποστασία και φυσικά η τραγική κατάληξη, η επικράτηση της δικτατορίας.

Ο Απόστολος από μαθητής του δημοτικού ζει την πολιτική ακόμα και στα παιχνίδια του όπου οι παρέες χωρίζονται σε… κόμματα και πολεμούν μεταξύ τους. Αργότερα παρακολουθεί τις εξελίξεις μέσα από τις εφημερίδες, κυρίως τις γελοιογραφίες του Κώστα Μητρόπουλου, του Φωκίωνα Δημητριάδη και του Μποστ που αποτελούν το πρώτο του φροντιστήριο. Έχει το προνόμιο να παρακολουθεί τις συζητήσεις των μεγάλων, τον ευρύτατο κύκλο των φίλων και των γνωστών του πατέρα του οι οποίες πλουτίζουν τις γνώσεις του και του δίνουν την αίσθηση ότι παρακολουθεί τα πράγματα από πρώτο χέρι. Κυρίως όμως είναι οι συζητήσεις με τον ίδιο τον πατέρα του που του ενσταλάζουν τις δημοκρατικές του πεποιθήσεις και την απόλυτη αξία της ελευθερίας. Είναι το υπόβαθρο πάνω στο οποίο εδράζεται η υποστήριξη στην Ένωση Κέντρου, η αντιπάθεια στον βασιλιά και στον βασιλικό θεσμό η αντίθεση στη δεξιά, στους παρακρατικούς αλλά και στους κομουνιστές. 

Είναι και η περίοδος του ψυχρού πολέμου και δύο περιστατικά εντυπωσιάζουν τον Απόστολο. Το πρώτο είναι η υπόθεση του διπλού πράκτορα Κιμ Φίλμπυ. Μέλος της Αγγλικής αριστοκρατίας και υψηλόβαθμο στέλεχος των μυστικών υπηρεσιών αποκαλύπτεται ότι έχει μυηθεί στον κομουνισμό, έγινε πράκτορας των Ρώσων και καταφεύγει στη Μόσχα. Η ιδέα της διπλής προσωπικότητας γοητεύει τον Απόστολο κι αργότερα την ζει κι αυτός, όταν μπαίνει στην παρανομία. Το δεύτερο είναι η ανάγνωση του βιβλίου του Άρθουρ Κέσλερ, «Το μηδέν και το άπειρο», το οποίο αναδεικνύει την βαρβαρότητα των κομουνιστικών καθεστώτων μέσα από τις δίκες της Μόσχας και την τύχη του Ρουμπάσοφ, μέλους της ιστορικής ηγεσίας του κόμματος. 


Όταν ξεσπά η δικτατορία ο Απόστολος παίρνει την υπόθεση προσωπικά. Σ αυτό μετράει το ότι συλλαμβάνεται η αδελφή του Καλή και περνά για ένα διάστημα από την «περιποίηση» της ασφάλειας. Είναι τόση η θέληση του να κάνει κάτι που είναι ιδιαίτερα ανοικτός στην στρατολόγησή του πόσο μάλλον που στρατολόγος είναι πρόσωπο απόλυτης εμπιστοσύνης, ο ξάδελφος του ο Αρίστος Δοξιάδης. Δεν είναι απλή υπόθεση όμως. 

Προϋπόθεση της στρατολόγησης είναι η κατήχηση στον μαρξισμό λενινισμό, γιατί ο Αρίστος ανήκει σε μια ομάδα μαθητών του Κολλεγίου Αθηνών που ενταχθήκαν στην αριστερά. Στην αρχή εντυπωσιάζεται, ιδίως με την θεωρία της υπεραξίας. Η περιπλάνηση του στην κομουνιστική θεωρία θα κρατήσει αρκετά χρόνια. Παράλληλα με τις σπουδές του των μαθηματικών στις ΗΠΑ, όπου έχει πάει σαν παιδί θαύμα με εξαιρετικές επιδόσεις, διαβάζει όλη την αριστερή βιβλιογραφία. Έτσι ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου είναι η σταδιακή απογοήτευσή του από την κομουνιστική θεωρία. Οι σπουδές του, η στέρεα λογική των μαθηματικών, τον κάνουν πολύ κακό μαθητή του «διαλεκτικού υλισμού», της κομουνιστικής τεχνικής με την οποία το άσπρο γίνεται μαύρο. Όταν ένας καθηγητής οικονομικών στο πανεπιστήμιο του δείχνει ότι και η θεωρία της αξίας είναι απλώς λάθος και ξεπερασμένη, η αποστασιοποίησή του τουλάχιστον ως προς την θεωρία, ολοκληρώνεται. Η εμπειρία του από την συμμετοχή σε ένα «αχτίφ» της αριστεράς δεν είναι καλύτερη καθώς από την πρώτη στιγμή ενοχλείται από τον ιδεολογικό κομφορμισμό και την μονολιθικότητα που επικρατεί. 

Παρ όλα αυτά η επιθυμία του για δράση εναντίον του Χούντας βάζει σε δεύτερη μοίρα τις αμφιβολίες του κι έτσι στο Παρίσι, όπου θα πάει για να συνεχίσει τις σπουδές του, θα αναλάβει υπεύθυνος της παράνομης επικοινωνίας με την φοιτητική οργάνωση του ΚΚΕ εσωτερικού και τον Ρήγα Φεραίο, την μετωπική αντιδικτατορική οργάνωση της νεολαίας. Είναι ένα μέρος του βιβλίου που διαβάζεται με κομμένη την ανάσα καθώς όσοι συλλαμβάνονται εκείνη την περίοδο οδηγούνται στην ΕΣΑ όπου υφίστανται απίστευτα βασανιστήρια . Η παράνομη δράση του συνεχίζεται ως την σύλληψη του επικεφαλής της οργάνωσης, του γνωστού συνταγματολόγου Σταύρου Τσακυράκη, που οδηγεί και στην διάλυση του παράνομου μηχανισμού. 

Σε όλο αυτό το διάστημα ο Απόστολος έχει όλο και περισσότερες αμφιβολίες για την σχέση του με το κόμμα. Καθησυχάζονται κάπως από την σύμπλευση του ΚΚΕ εσωτερικού με τον ευρωκομουνισμό του Μπερλινγκουέρ του Ιταλικού ΚΚ, την αποκήρυξη της δικτατορίας του προλεταριάτου και την υιοθέτηση του κοινοβουλευτικού δρόμου προς τον σοσιαλισμό. Ο Δοξιάδης ωστόσο οδηγείται στην οριστική ρήξη όταν ξεσπά η εξέγερση του Πολυτεχνείου. Ο Απόστολος εκλαμβάνει την αρχική επιφυλακτικότητα απέναντι στην εξέγερση ως λενινιστική αντίθεση σε κάθε τι που δεν ελέγχει το κόμμα. Εκ των υστέρων θα αναγνωρίσει ότι η επιφυλακτικότητα ήταν δικαιολογημένη και κατά κάποιο τρόπο δικαιώθηκε από τις εξελίξεις καθώς οδήγησε στην ακόμα πιο σκληρή δικτατορία του Ιωαννίδη.

Με το Πολυτεχνείο κλείνει ο κύκλος της στράτευσης του Απόστολου. Όταν ξεκίνησε έγινε κρυφά από την οικογένεια. Ήταν ένας μικρός Φίλμπυ, επιφανειακά ο ανέμελος φοιτητής, στην πραγματικότητα, όσο ήταν στο Παρίσι, απόλυτα αφιερωμένος στον αντιστασιακό αγώνα. Στην πορεία, όταν αναγκάστηκε να φύγει εσπευσμένα από την Ελλάδα για να μη συλληφθεί, οι γονείς του έμαθαν για την δράση του. Η αντίδραση της μητέρας του ήταν μια ήπια απογοήτευση: μα με τους κομουνιστές, του λέει. Ο πατέρας του είναι πια άρρωστος, δυσκολεύεται να μιλήσει και δεν μπορούν να έχουν τις συζητήσεις που είχαν στο παρελθόν. Παρακολουθεί ωστόσο τα πολιτικά με απόλυτη συνέπεια στις αρχές του με την ωριμότητα αλλά και την μετριοπάθεια που μπορεί να έχουν όσοι δεν πάσχουν από ιδεολογικό φανατισμό. Με την αποχώρηση του από το ΚΚΕ εσωτερικού ο Απόστολος ουσιαστικά επιστρέφει στις θέσεις του πατέρα του παρά τις επιμέρους διαφωνίες που μπορεί να έχουν. 

Η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών Βάσω Κιντή, χαρακτήρισε το βιβλίο σαν την σύγχρονη «Αργώ» του Θεοτοκά, για την γενιά των παιδιών του Πολυτεχνείου. Εννοεί, φαντάζομαι, ότι η εμπειρία του Απόστολου είναι η εμπειρία της γενιάς που ξεκίνησε από την αριστερά, την εποχή της Χούντας, με όλη την ηρωική αλλά εξωπραγματική ιδεολογία της εποχής, για να προσγειωθεί σταδιακά στην πραγματικότητα και είτε να εγκαταλείψει την πολιτική είτε να επιχειρήσει να δώσει ρεαλιστικό πολιτικό περιεχόμενο στις αξίες που την ενέπνευσαν. Η πορεία αυτή ωστόσο ήταν τραυματική και εν μέρει παραμένει ανολοκλήρωτη. Κι αυτό σχετίζεται με τον «μύθο» του Πολυτεχνείου, όπως τον αποκαλεί ο Απόστολος Δοξιάδης. 

Η ερμηνεία δηλαδή που επικράτησε στην μεταπολίτευση ότι το Πολυτεχνείο έριξε την Χούντα. Ένας μύθος από τον οποίο ακόμα και σήμερα τρέφονται κάθε είδους ακραίες κινητοποιήσεις, με αποκορύφωμα ίσως τους αγανακτισμένους του Συντάγματος το 2011. Η αλήθεια είναι ότι το Πολυτεχνείο οδήγησε στον Ιωαννίδη, σε μια πιο σκληρή μορφή της δικτατορίας. Την δικτατορία την έριξε η τραγωδία της Κύπρου. Ο Δοξιάδης στο τέλος του βιβλίου συνομιλεί με στέλεχος της εποχής εκείνης, το οποίο υιοθετεί τον μύθο, ότι δηλαδή το Πολυτεχνείο ήταν αναγκαίο για να πέσει η Χούντα. «Του είπα, γράφει ο Δοξιάδης, ένα μόνο πράγμα. Σου προτείνω να παρουσιάσεις αυτή την άποψη σου στην Κύπρο. Κι αν βρεις εκεί κοινό να συμφωνήσει μαζί σου, τότε θα συμφωνήσω κι εγώ». Αυτή η εξιδανίκευση του Πολυτεχνείου, όσο δικαιολογημένη και αν είναι εξ αιτίας του ηρωισμού των φοιτητών, άλλο τόσο στάθηκε εμπόδιο στο να εξομαλυνθεί η πολιτική μας ζωή. Κι όπως η γενιά των πατεράδων μας δεν ξεπέρασε την τραγωδία του εμφυλίου έτσι κι η δική μας γενιά σημαδεύτηκε και πλήρωσε ακριβά την δικτατορία. Ενδεχομένως την πληρώνει ακόμα.