Του Καρόλου Παπαδά

Ένα ερώτημα το οποίο το δέχομαι συχνά, απότομα και σχετικά σύντομα κάθε φορά που συναντώ έναν γνωστό μου. Η απόφαση που λαμβάνει κάποιος για να φύγει στο εξωτερικό είναι πιο εύκολη από την απόφαση για να επιστρέψει. Προσωπικά, πιστεύω ότι η γενιά μας δεν θα μετρήσει πολλούς Έλληνες να επιστρέφουν και να συνεχίζουν την καριέρα τους στην χώρα μας. Το πρόβλημα του μεγάλου κύματος φυγής νέων ανθρώπων στο εξωτερικό είναι πολύ-παραγοντικό, αλλά η πολιτική μυωπία δεν επιτρέπει  στους πολιτικούς μας να κατανοήσουν ότι ο  Έλληνας που διαπρέπει στο εξωτερικό, θα επιστρέψει για το μέλλον, όχι για το παρόν της Ελλάδας. Αυτό το μέλλον δεν εξαρτάται αποκλειστικά από οικονομικά κίνητρα (τα οποία ίσως να είναι και περιστασιακά). Μέλλον για έναν νέο άνθρωπο σημαίνει ομαλό και σταθερό εργασιακό, κοινωνικό, φυσικό και πολιτικό περιβάλλον. Μόνο ένα αξιόπιστο κράτος μπορεί να εγγυηθεί αυτό το μέλλον με εθνικό και μακρόπνοο σχέδιο για τον επαναπατρισμό των Ελλήνων. 

Δυστυχώς, η συζήτηση περιστρέφεται συνήθως γύρω από οικονομικά κίνητρα και αυτό δείχνει ότι το πρόβλημα δεν έχει οριστεί σωστά για άλλη μία φορά. Η πρόσφατη ανακοίνωση του Υπουργείου Εργασίας για κρατική επιδότηση σε επιχειρήσεις που θα προσλάβουν Έλληνες του εξωτερικού, δρα όσο ένα αντιπυρετικό χάπι σε έναν ασθενή που αργοπεθαίνει στην εντατική. Επίσης, ανάλογες δράσεις που χρησιμοποιούν ως όνομα εύηχους συνειρμούς για το “brain drain” (cool brand names όπως τα λέμε στο Μάρκετινγκ) είναι προς το παρόν απλά χαριτωμένες. Με την μικρή μου εμπειρία, παραθέτω τρία σημαντικά βήματα που πρέπει να γίνουν πριν από οποιαδήποτε άλλη ενέργεια, εάν πραγματικά θέλουμε να περάσει  κάποτε η σκέψη της επιστροφής από το μυαλό των αδελφών μας στο εξωτερικό.

Βήμα 1ο: Καταγραφή. 

Καμία θεραπεία δεν ξεκινάει χωρίς διάγνωση. Υπάρχει άραγε ένας επίσημος, καταγεγραμμένος αριθμός των Ελλήνων που έφυγαν στο εξωτερικό από το 2009; Κατά καιρούς, διαβάζω άλλοτε για 500.000, άλλοτε για 400.000 ή ακόμα και 250.000 ανθρώπους. Γιατί έφυγαν; Επέστρεψαν κάποιοι από αυτούς; Αν όχι, για ποιους λόγους θα επέστρεφαν; Ας κάνουμε επιτέλους μία έρευνα πριν σχεδιάσουμε την οποιαδήποτε στρατηγική. Η καταγραφή πρέπει να είναι ενιαία, επίσημη και να ενημερώνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Αυτό θα βοηθήσει στην αποτελεσματική και ταχεία στόχευση των παρακάτω ενεργειών.

Βήμα 2ο: Δικτύωση.

Πριν τους φέρουμε πίσω, πρέπει πρώτα να τους φέρουμε κοντά. Σχεδόν σε κάθε πόλη του Ηνωμένου Βασιλείου υπάρχει μία ελληνική κοινότητα οργανωμένη είτε από φοιτητές του τοπικού πανεπιστημίου είτε της Αρχιεπισκοπής. Εκτιμώ ότι θα ήταν πιο εύκολο από όσο φανταζόμαστε να ιδρύσουμε άτυπα κέντρα προσέλκυσης των ανθρώπων που ανήκουν στη γενιά του ‘’brain drain’’ με στόχο την γνωριμία και την δημιουργία ενός διαύλου επικοινωνίας με έναν υπεύθυνο φορέα στην Ελλάδα. Ένα τέτοιο πρόγραμμα θα μπορούσε να ξεκινήσει αρχικά στις πέντε μεγαλύτερες πόλεις των χωρών με υψηλή συγκέντρωση ομογενών, όπως στη Γερμανία, την Ολλανδία, τη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο κ.α. 

Βήμα 3ο: Αξιοποίηση.
    
Ο εγκέφαλος μπορεί να επιστρέψει πριν από το σώμα. Σήμερα, η απόσταση του γραφείου από τον χώρο εργασίας έχει νικηθεί από την τεχνολογία. Στην περίπτωση μας, αυτό θα εξυπηρετούσε κάλλιστα την δημιουργία συνεργατικών σχημάτων μεταξύ τριών μερών: έναν οργανισμό ανεξαρτήτως της φύσης του, έναν νέο στην Ελλάδα και έναν Έλληνα που εργάζεται μόνιμα στο εξωτερικό. Αυτό είναι ένα μοντέλο ανταλλαγής γνώσης που χρησιμοποιείται ευρέως στο Ηνωμένο Βασίλειο υπό την αιγίδα του Οργανισμού Έρευνας και Καινοτομίας. Ένα παρόμοιο μοντέλο θα μπορούσε να προσαρμοστεί στα ελληνικά δεδομένα ως εξής: Ένας Έλληνας του εξωτερικού θα επιβλέπει την εργασία ενός νέου (αποφοίτου ή ανέργου) σε έναν οργανισμό και θα εργάζονται όλοι μαζί με σκοπό συγκεκριμένα αποτελέσματα σε συγκεκριμένο χρόνο. Ένα τέτοιο τρίγωνο συνεργασίας θα είχε πολλαπλασιαστική ισχύ για την ενίσχυση της οικονομίας, της απασχόλησης και του επαναπατρισμού, αντίστοιχα. 

Ανάλογες πρωτοβουλίες δεν θα έχουν καμία αξία εάν η πολιτεία δεν μεριμνήσει εξίσου δραστικά για τα υπόλοιπα σημαντικά κοινωνικά προβλήματα. Και αντίστροφα, ανάλογες πρωτοβουλίες μπορούν να αποκτήσουν μεγαλύτερη αξία εάν πραγματοποιηθούν σε αρμονία με άλλες ενέργειες. Για παράδειγμα, πώς να επιστρέψει κάποιος όταν έχει δουλειά την ημέρα, αλλά όχι ασφάλεια το βράδυ; Μπορεί η επίλυση του ενός προβλήματος να βοηθήσει στην επίλυση ενός άλλου; Για αυτό το λόγο, η φυγή των νέων στο εξωτερικό πρέπει να αντιμετωπιστεί ως ένα πολύπλοκο ζήτημα, το οποίο χρειάζεται σύνθετες λύσεις. Ο επαναπατρισμός των νέων Ελλήνων δεν πρόκειται να είναι ένα γεγονός, αλλά μία συνεχής διαδικασία που απαιτεί εθνική στρατηγική και συνέπεια από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία. Έως τότε, θα εξακολουθώ να αντιδρώ με ένα λιτό χαμόγελο στην ερώτηση του τίτλου, ακόμη κι αν έχω την απάντηση μέσα μου. Είναι μία ερώτηση που θέλω να ακούω γιατί μου θυμίζει ότι είμαι ακόμα νέος. Νέος, στην Ελλάδα.

Στη μνήμη του Γεωργίου Ι. Αυλωνίτη, καθηγητή Μάρκετινγκ στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Ο κ. Κάρολος Παπαδάς είναι επίκουρος καθηγητής Μάρκετινγκ στο Πανεπιστήμιο του York του Ηνωμένου Βασιλείου.