Του Δημήτρη Γκιόκα *

Πάνω που η ελληνική οικονομία άρχιζε να ανακάμπτει μετά από 10 χρόνια βαθιάς κρίσης, προέκυψε η επιδημία του κορωνοϊόυ. Η πλειοψηφία των  επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών πλήττεται αυτό το διάστημα από την καραντίνα που υποχρεωτικά έχει επιβληθεί. Αερομεταφορές, ξενοδοχεία και συνολικά ο κλάδος του τουρισμού, εστίαση, λιανικό εμπόριο, ψυχαγωγία, προβολή-διαφήμιση, καθώς και ένα μεγάλο μέρος των ελεύθερων επαγγελμάτων έχουν υποστεί ζημιές.

Η κυβέρνηση ανακοίνωσε ένα μεγάλο και αναγκαίο πακέτο στήριξης, ύψους τουλάχιστον €6δις από τον κρατικό προϋπολογισμό. Δημοσιονομικά ασφαλώς το άνοιγμα είναι μεγάλο. Αν σε αυτά τα χρήματα προσθέσουμε τις απώλειες κρατικών εσόδων λόγω της διαφαινόμενης ύφεσης στο 1ο εξάμηνο του 2020 καταλήγουμε ότι η χώρα αντί για πρωτογενές πλεόνασμα θα εμφανίσει φέτος έλλειμμα, που μαζί με τους τόκους θα πλησιάσει τα 8-10 δις. Είναι άγνωστο αν αυτό το ποσό θα καλυφθεί από τα κρατικά ταμιακά διαθέσιμα (τα οποία στο τέλος του 2019 έφθαναν τα 23 δις) ή με δανεισμό από τις αγορές. 

Επίσης, αναμένεται να καταγραφεί εκ νέου αύξηση των κόκκινων δανείων στις τράπεζες. Ευτυχώς, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα συμπεριλάβει την Ελλάδα για 1η φορά στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, κάτι που αναμένεται να τονώσει σημαντικά τη ρευστότητά των ελληνικών τραπεζών. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τη χαλάρωση των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας λόγω κορονοϊού απομακρύνει το ενδεχόμενο νέας ανακεφαλαιοποίησης.

Από το χρονικό διάστημα που θα διαρκέσει η επιδημία θα εξαρτηθεί και ο βαθμός που θα πληγεί η ελληνική οικονομία. Στο αισιόδοξο σενάριο, ότι η κατάσταση θα ομαλοποιηθεί από τον Ιούνιο, η ζημιά θα είναι διαχειρίσιμη. Το πιο πιθανό μάλιστα είναι να ακολουθήσει μια εκτίναξη της οικονομικής δραστηριότητας. Σε περίπτωση όμως που η επιδημία τραβήξει αρκετούς μήνες τότε η κρίση θα πάρει μορφή ντόμινο και θα έχει ανεξέλεγκτες συνέπειες.

Θα εξαρτηθεί επίσης από το μέγεθος της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης. Η Ελλάδα επηρεάζεται σημαντικά στον τουρισμό, τις εξαγωγές και τη ναυτιλία από το παγκόσμιο γίγνεσθαι. Η επιδημία οδήγησε στο σκάσιμο της φούσκας των διεθνών χρηματιστηρίων, τα οποία κατέγραφαν τα τελευταία 2 χρόνια ένα ανοδικό ράλι, παρότι οι μεγάλες οικονομίες παρουσίαζαν σημάδια επιβράδυνσης.           
Σε σχέση με το 2008 πάντως τα διαθέσιμα εργαλεία καταπολέμησης της  κρίσης είναι λιγότερα. Τα επιτόκια στην Ευρώπη είναι ήδη αρνητικά, ενώ μηδενικά είναι πλέον και στις ΗΠΑ. Επιπλέον, το παγκόσμιο χρέος έχει εκτιναχθεί σε πάνω από 200 τρις, σχεδόν 3 φορές μεγαλύτερο του παγκόσμιου ΑΕΠ. Εξελίσσεται λοιπόν σε ωρολογιακή βόμβα.

Από την άλλη μεριά, το τραπεζικό σύστημα θεωρητικά είναι πιο θωρακισμένο σε σχέση με το 2008. Ακόμη, τα στελέχη που λαμβάνουν αποφάσεις θα πρέπει να είναι πλέον πιο έμπειρα στη διαχείριση τέτοιων καταστάσεων.

Ευχής έργον είναι να επανέλθουμε το συντομότερο δυνατό στην κανονικότητα και η ελληνική οικονομία να συνεχίσει τον δρόμο της ανάκαμψης. Σε αντίθετη περίπτωση θα κληθούμε να πάρουμε σκληρές αποφάσεις σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.

Ο Δημήτρης Γκιόκας είναι οικονομολόγος, CFA