Του Βασίλη Χιώτη

Οι ειδικοί επιστήμονες της Υγείας, αλλά και τα στελέχη της Πολιτικής Προστασίας, το έχουν πει ξεκάθαρα, αλλά ορισμένοι αρνούνται να το αποδεχθούν:

Η –ακόμα και σταδιακή- χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων, δεν είναι απλή υπόθεση. Κι ούτε μπορεί να ληφθεί ελαφρά τη καρδία.

Ας το δούμε με ένα παράδειγμα εργασίας: 

Ας υποθέσουμε πως μετά τις 27 Απριλίου, η κυβέρνηση αποφασίζει να επιτρέψει την λειτουργία καταστημάτων λιανικής πώλησης, αλλά όχι των πολυκαταστημάτων και των επιχειρήσεων εστίασης. 

Πως θα λειτουργούν αυτά; 

  • Με πελάτες που αντί να παραμένουν στο σπίτι, θα βγαίνουν βόλτα στα μαγαζιά;
  • Οι εργαζόμενοι θα πρέπει να φορούν μάσκα υποχρεωτικά για να εξυπηρετήσουν πελάτη;
  • Οι πελάτες θα πρέπει να φορούν υποχρεωτικά  μάσκα ή όχι;
  • Πως θα ελέγχει η αστυνομία ποιοι κυκλοφορούν νομίμως, όταν ο καθένας θα μπορεί να λέει πως πάει για ψώνια;

Αν λοιπόν είναι τόσο δύσκολο να ανοίξουν έστω οι μικρές επιχειρήσεις λιανικής πώλησης, χωρίς να υπάρξει νέος κίνδυνος διασποράς του κορωνοϊού, αντιλαμβάνεται  κανείς εύκολα, πόσο δυσκολότερο είναι να ξανανοίξουν ακόμα μεγαλύτερες επιχειρήσεις.

Κάτι ανάλογο θα συμβεί και στα σχολεία.

Είναι λογικό να ανοίξουν στα σχολεία στις αρχές Μαϊου, για να κλείσουν τέλη του μήνα και να ρισκάρουμε χωρίς λόγο συγχρωτισμό των μαθητών και αυξημένο κίνδυνο διασποράς σε ηλικίες που αποτελούν την κατηγορία των πιο ισχυρών φορέων της νόσου;

Γι αυτό λοιπόν, καλά θα κάνουμε να συνηθίζουμε από νωρίς την ιδέα, πως και τον Μάιο θα τον περάσουμε κλεισμένοι στο σπίτι. Κι αν η εξάπλωση της νόσου δεν έχει περιοριστεί στο ελάχιστο, είναι πιθανό να παραμείνουμε σπίτι και τον Ιούνιο.

Κι αν σκεφτεί κανείς τι κερδίζουμε σε σχέση με αυτά που θα κινδυνεύσουμε να χάσουμε, τότε χαλάλι. 

Δεν έχτισε με τέτοιο κόπο την άμυνα της η χώρα, για να τα γκρεμίσει όλα επειδή ορισμένοι βιάζονται να ξαναβγούν βόλτα.

Ένα ή δύο μήνες παραπάνω στο σπίτι θα το αντέξουμε. Ενώ καταστάσεις πανικού και ολέθρου που ζει σήμερα η Βρετανία, η Γαλλία, η Ιταλία και η Νέα Υόρκη, δεν θα τις αντέξουμε…