Κλείσιμο

Και αλλού διαφωνούν αλλά δεν βρίζουν: Συναγερμός στο νησί του Μπέργκμαν

Της Σοφίας Βούλτεψη

«Εργολάβος», «ταχυμεταφορέας συμφερόντων», «μπροστινός», «αυλάρχης» είναι μερικές μόνο από τις πιο πρόσφατες υβριστικές λέξεις που χρησιμοποιεί ο ΣΥΡΙΖΑ με αφορμή την παγκόσμια ενεργειακή κρίση που έχει πλήξει το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών. Και που έρχονται να προστεθούν στις προηγούμενες («εγκλήματα», «κουβαλάτε στην πλάτη σας χιλιάδες νεκρούς») για την κρίση της πανδημίας.

Ο κ. Τσίπρας - που δηλώνει και «αριστερός» και «σοσιαλδημοκράτης» και φίλος του καταδικασμένου για διαφθορά πρώην προέδρου του Ισημερινού Ραφαέλ Κορέα, ενώ «ανταλλάσσει απόψεις» με την κεντροαριστερή πρωθυπουργό της Φινλανδίας Σάννα Μαρίν, η οποία έχει βάλει πλώρη για το ΝΑΤΟ - εξακολουθεί να συμπεριφέρεται όπως κανείς άλλος ηγέτης κόμματος σε όλη την Ευρώπη.

Όσο και αν ψάξουμε τέτοιες εκφράσεις δεν εκστομίζονται από κανέναν και πουθενά. 

Ούτε στη Γερμανία που εμφανίζει τον υψηλότερο πληθωρισμό από την επανένωση, τα φρούτα και τα λαχανικά έγιναν είδη πολυτελείας για τους φτωχούς και οι νεκροί έφτασαν τους 134.000 – κι’ ας είναι η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία κι’ ας έχει τις περισσότερες, χιλιάδες, ΜΕΘ.

Ούτε στην Ιταλία, επίσης μεγάλη βιομηχανική δύναμη, όπου η Ένωση Καταναλωτών Assoutenti ανακοίνωσε ότι το 2022 τα νοικοκυριά θα ξοδέψουν φέτος 38,5 δις ευρώ περισσότερα από πέρσι για ρεύμα και καύσιμα, ενώ οι νεκροί της πανδημίας έφθασαν τους 163.000.

Ούτε στην Ισπανία, όπου ο πληθωρισμός άγγιξε το 10%, ο υψηλότερος των τελευταίων 37 ετών, παρά το γεγονός ότι δεν εισάγει αέριο μέσω ευρωπαϊκής ηπείρου (εξ ου και η περίφημη «ιβηρική εξαίρεση»).

Ούτε στην Σκανδιναβία, όπου παραδοσιακά παρουσιάζονται οι πιο υψηλές τιμές ρεύματος παρά το γεγονός ότι για γεωγραφικούς και κλιματολογικούς λόγους οι σκανδιναβικές χώρες έχουν τις μεγαλύτερες ανάγκες και μεγαλύτερη κατανάλωση.

Η Νορβηγία, για παράδειγμα, αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα και μεγάλη αύξηση στις εισαγωγές λαχανικών, καθώς στα θερμοκήπια κατεβάζουν τους διακόπτες τις ώρες της ημέρας με την πιο ακριβή τιμή ενέργειας, με αποτέλεσμα να καταστρέφονται τα προϊόντα. 

Μιλάμε για χώρα με μεγάλη παραγωγή ενέργειας, έναν από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς πετρελαίου στον κόσμο, όπου το ηλεκτρικό ρεύμα παράγεται σχεδόν εξ ολοκλήρου σε υδροηλεκτρικές εγκαταστάσεις και η οποία εξαρτάται σχεδόν κατά 100% από τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Και με κεντροαριστερή κυβέρνηση! Και με τον Τύπο να αναφέρει πως οι τιμές ανεβαίνουν είτε στην κυβέρνηση βρίσκονται οι αριστεροί, είτε οι δεξιοί.

Μαθήματα αντιπολίτευσης από την Σκανδιναβία

Τα ίδια και στην Σουηδία και την Φινλανδία. Η Σουηδία μάλιστα είναι η χώρα με την υψηλότερη φορολογία στα καύσιμα.

Εδώ να σημειώσω ότι στην Φινλανδία, όταν κατά την κρίση της πανδημίας η κεντροαριστερή κυβέρνηση κατηγορήθηκε ότι δεν φρόντισε εγκαίρως να εφοδιάσει τα νοσοκομεία με το αναγκαίο υλικό, ο αρχηγός του ακροδεξιού κόμματος των Αληθινών Φινλανδών Τζούσι Χάλλα-Αχό έκανε την ακόλουθη δήλωση στο δημοσιογραφικό όργανο του κόμματος: «Μια υπεύθυνη αντιπολίτευση δεν πρέπει να χλευάζει τα λάθη που θα μπορούσε να διαπράξει οποιαδήποτε κυβέρνηση ή να επιδιώκει πολιτικά οφέλη με ατεκμηρίωτες υποσχέσεις». 

Αυτό ακριβώς δηλαδή που δεν σταματά να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ και το οποίοι οι λαϊκιστές της Φινλανδίας παρουσιάζουν ως παράδειγμα προς αποφυγήν…

Και τίθεται και πάλι το ερώτημα: Όλοι αυτοί δεν έχουν Δημοκρατία, δεν έχουν αντιπολιτεύσεις, δεν κάνουν εκλογές, δεν έχουν κόμματα που θέλουν να κερδίσουν τις εκλογές; 

Έχουν! Αλλά δεν βρίζονται μεταξύ τους!

Ούτε βρίζονται μεταξύ τους με αφορμή την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Θα σταθώ λίγο περισσότερο στη Σουηδία και στη Φινλανδία, χώρες που δεν ανήκουν στο ΝΑΤΟ, έχουν βεβαρημένο ιστορικό παρελθόν όσον αφορά στις σχέσεις τους με την Ρωσία και αντιμετωπίζουν και σύγχρονες εθνικές απειλές και κινδύνους για την κυριαρχία τους.

Αυτό το τελευταίο το αναφέρω διότι κάθε φορά εδώ στην Ελλάδα ακούμε πως «εμείς είμαστε ειδική περίπτωση» και όλα τα σχετικά.

Σουηδία και Φινλανδία έχουν προσφέρει εκτός από ανθρωπιστική και στρατιωτική βοήθεια – παρά τις ευθείες απειλές της Μόσχας. Και οι δύο χώρες ετοιμάζονται να υποβάλουν αίτημα ένταξης στο ΝΑΤΟ. Συμφωνούν τα περισσότερα κόμματα, συμπολιτευόμενα και αντιπολιτευόμενα. Και δεν ψάχνουν λόγους για να διαφωνήσουν.

Η στάση της σουηδικής αριστεράς και η απάντηση Άντερσον

Μόνο στην Σουηδία διαφωνεί το Κόμμα της Αριστεράς - που αν και μικρό προκάλεσε άλλωστε τον Ιούνιο του 2021 την τελευταία κυβερνητική κρίση αποσύροντας την εμπιστοσύνη του από την κοκκινοπράσινη κυβέρνηση Λέβεν προκαλώντας την παραίτηση του πρωθυπουργού. Αργότερα δημιούργησε προβλήματα και στην διάδοχό του Λέβεν Μαγκνταλένα Άντερσον, η οποία κατάφερε να εκλεγεί από την Βουλή σχηματίζοντας σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση μειοψηφίας, καθώς στην Σουηδία μπορεί κάποιος να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης αν δεν διαφωνούν 175 βουλευτές.

Η αρχηγός της Αριστεράς Νούσι Νταντγκοστάρ διαφωνεί τώρα με την προοπτική της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Διατύπωσε ωστόσο την διαφωνία της με μία ανοιχτή επιστολή, όπου πολύ πολιτισμένα παραθέτει τα επιχειρήματά της και ζητά δημοψήφισμα για να αποφασίσει ο λαός.

Μεταξύ άλλων αναφέρει πως η ένταξη στο ΝΑΤΟ, «πρέπει να είναι μέρος μιας καλά μελετημένης απόφασης», διότι «η Σουηδία δεν θα λάβει μόνο εγγυήσεις ασφάλειας, θα παράσχουμε επίσης εγγυήσεις ασφάλειας σε όλες τις χώρες του ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένων της Ουγγαρίας του Όρμπαν και της Τουρκίας του Ερντογάν».

Υποστηρίζει επίσης ότι το δημοψήφισμα είναι αναγκαίο διότι στις εθνικές εκλογές πρέπει να κρίνονται πολύ περισσότερα θέματα και ιδεολογικές επιλογές επί αυτών. Και απλά υπενθυμίζει πως οι ψηφοφόροι των κομμάτων που παρέχουν ψήφο - είτε εμπιστοσύνης είτε ανοχής - στην κυβέρνηση (Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινοι, Δημοκράτες Σουηδίας και το Αριστερό Κόμμα) είναι διχασμένοι στο θέμα του ΝΑΤΟ. Ειδική αναφορά κάνει στους ψηφοφόρους των Σοσιαλδημοκρατών, που εμφανίζονται χωρισμένοι στα τρία, μεταξύ του «ναι», του «όχι» και του «δεν ξέρω».

Αλλά η αρχηγός της Αριστεράς δεν έβρισε, ούτε μίλησε για «προκεχωρημένα φυλάκια» του ΝΑΤΟ και για υποτελείς και άλλα τέτοια που ακούμε από ΣΥΡΙΖΑ και λοιπούς.

Η πρωθυπουργός και αρχηγός των Σοσιαλδημοκρατών Μαγκνταλένα Άντερσον έσπευσε αμέσως να αποκλείσει το ενδεχόμενο διεξαγωγής δημοψηφίσματος. Όπως εξήγησε, για να απαντήσει ο λαός με την ψήφο του σε ερώτημα δημοψηφίσματος πρέπει να έχει υπόψη του όλες τις πληροφορίες και κάτι τέτοιο δεν θα ήταν δυνατόν διότι πολλές από αυτές τις πληροφορίες είναι απόρρητες και αφορούν σε σοβαρά θέματα ασφάλειας.

«Δεν νομίζω ότι το ζήτημα είναι κατάλληλο για δημοψήφισμα», είπε σε δημοσιογράφους η πρωθυπουργός, προσθέτοντας: «Υπάρχουν πολλές πληροφορίες για την εθνική μας ασφάλεια που είναι απόρρητες, επομένως πολλά ζητήματα δεν μπορούν να συζητηθούν και σημαντικές παράμετροι δεν μπορούν να τεθούν στο τραπέζι».

Από την πλευρά του, ο ηγέτης των Μετριοπαθών, του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης, ο Ουλφ Κρίστερσον έσπευσε να συμφωνήσει με την πολιτική του αντίπαλο. Όπως είπε σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Aftonbladet, «οι ψηφοφόροι δεν είναι αφελείς σε ό,τι αφορά τη Ρωσία. Είναι σαφές ότι οι Σουηδοί ψηφοφόροι κατάλαβαν τι συνέβη στις 24 Φεβρουαρίου και έχουν εξαγάγει τα συμπεράσματά τους».

Αυτά βέβαια είναι ψιλά γράμματα για τον ΣΥΡΙΖΑ. Και για όλα τα αυταρχικά καθεστώτα που χρησιμοποιούν τα δημοψηφίσματα για να καταθέτουν ασαφή και επομένως παραπλανητικά ερωτήματα, ώστε να λαμβάνουν τις απαντήσεις που επιθυμούν.

Η Σουηδία, λοιπόν, δεν θέλει να δημοσιοποιήσει ευαίσθητες για την ασφάλειά της πληροφορίες. 
Αυτές που ήδη έχουμε, όμως, είναι αρκετές για να κατανοήσουμε τους λόγους για τους οποίους είχαμε αλλαγή στάσης σε Στοκχόλμη και Ελσίνκι.

Γιατί άλλαξαν στάση για το ΝΑΤΟ

Μόλις τον περασμένο Ιανουάριο και παρά το γεγονός ότι η Ρωσία είχε ήδη δείξει τα δόντια της με απειλές κατά της ίδιας της κυριαρχίας τους, για την Σουηδία και την Φινλανδία η είσοδος στο ΝΑΤΟ παρέμενε ταμπού. 

Ακόμη και στην διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου τέτοιο θέμα ουδέποτε ετέθη, ενώ μέχρι μόλις πριν από τρεις μήνες – και σε υψηλότατο επίπεδο – Στοκχόλμη και Ελσίνκι δήλωναν πως δεν υπάρχει καμία συζήτηση ένταξης στη Συμμαχία και πως η πολιτική ασφάλειας των δύο χωρών «παραμένει αμετάβλητη».

Οι κεντροαριστερές κυβερνήσεις συνασπισμού των δύο χωρών, οι Πρόεδροί τους, ακόμη και τα κόμματα της αντιπολίτευσης στέκονταν με σκεπτικισμό απέναντι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Παρά το γεγονός – ή εξαιτίας αυτού – ότι ιστορικά έχουν νιώσει στο πετσί τους τον ρωσικό ιμπεριαλισμό.

Δυο φορές, στον πρώτο και στον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η ρωσική επιθετικότητα επέβαλε αναγκαστική «ουδετερότητα» στην Φινλανδία (γνωστός ο όρος φινλανδοποίηση), ενώ στον πόλεμο του 1921-1922 οι Ρώσοι προσάρτησαν την φινλανδική Καρελία και το 1939 κατέλαβαν τα νησιά του Κόλπου της Φινλανδίας.

Οι Τσάροι πολέμησαν κατά της Σουηδίας και το σουηδικό νησιωτικό σύμπλεγμα του Γκότλαντ, του αγαπημένου νησιού του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, του πανέμορφου νησιού που έγινε το σκηνικό πολλών ταινιών του και όπου έζησε 47 χρόνια της ζωής του, βρίσκεται συνεχώς στο στόχαστρο της Μόσχας.

Στο στόχαστρο η Βαλτική

Μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, η Σουηδία ενισχύει συνεχώς την άμυνά της και το 2017 επανέφερε την υποχρεωτική στράτευση, ενώ το 2018 άνοιξε ένα στρατόπεδο στο Γκότλαντ και από το 2020 ενισχύει την άμυνα του νησιού.

Σημειώστε ότι μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου η Σουηδία είχε αποστρατιωτικοποιήσει το νησί. Είχε τότε επικρατήσει η αφελής άποψη πως μια παγκόσμια ειρήνη είχε επιβληθεί…

Στα μέσα του περασμένου Ιανουαρίου, τρία ρωσικά αποβατικά πλοία εισήλθαν στη Θάλασσα της Βαλτικής, σήμανε συναγερμός όταν ένα drone πέταξε πάνω από το πυρηνικό εργοστάσιο Φόρσμαρκ, τη μεγαλύτερη ηλεκτροπαραγωγική μονάδα της Σουηδίας. Αλλά και πάνω από άλλα δύο πυρηνικά εργοστάσια.

Αμέσως, η Στοκχόλμη άρχισε να εξοπλίζει το Γκότλαντ σαν αστακό, αναπτύσσοντας τεθωρακισμένα και στρατιώτες στην παραθαλάσσια πόλη του Βίσμπι. Ο Σουηδός υπουργός Άμυνας δήλωσε πως μια επίθεση στην Σουηδία δεν μπορεί να αποκλειστεί.

Στις 2 Μαρτίου, τέσσερα ρωσικά μαχητικά αεροσκάφη παραβίασαν τον σουηδικό εναέριο χώρο πάνω από την Βαλτική Θάλασσα και ανατολικά του Γκότλαντ.

Στις 29 Απριλίου, η σουηδική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα διαθέσει επιπλέον ποσό 1,6 δις κορωνών για την ενίσχυση των στρατιωτικών υποδομών στο Γκότλαντ, ενώ η μόνιμα απειλούμενη Φινλανδία των 5,5 εκ. ψυχών είναι η χώρα με τους περισσότερους εφέδρους με την πρωθυπουργό Σάννα Μαρίν να οργανώνει την είσοδο της χώρας στο ΝΑΤΟ.

Στις 30 Απριλίου, ένα ρωσικό αναγνωριστικό αεροσκάφος παραβίασε για λίγο τον σουηδικό εναέριο χώρο.

Γιατί σφίγγει ο κλοιός στο Γκότλαντ

Ο κλοιός σφίγγει – για την Στοκχόλμη είναι πια ξεκάθαρο. Η σουηδική ηγεσία γνωρίζει πως πρόθεση της Ρωσίας δεν είναι να επιτεθεί στην Σουηδία. Γνωρίζουν όμως επίσης πως αν η Μόσχα έχει «σχέδια» για τις χώρες της Βαλτικής (Λιθουανία, Λετονία, Εσθονία), τότε πρέπει οπωσδήποτε να καταλάβει το Γκότλαντ για να εγκαταστήσει εκεί τους πυραύλους S-400.

Κάτι τέτοιο θα έκλεινε τον σουηδικό εναέριο χώρο στα αεροπλάνα του ΝΑΤΟ που θα προσπαθούσαν να υποστηρίξουν τις χώρες της Βαλτικής, οι οποίες έχουν επίσης πέσει θύματα του ρωσικού ιμπεριαλισμού – πόλεμος κατά Λετονίας, Λιθουανίας και Εσθονίας το 1918-1920, κατάληψή τους το 1940, νέες επεμβάσεις μεταξύ του 1944 και του 1956.

Με λίγα λόγια, οποιαδήποτε ώρα η φωτιά του πολέμου θα μπορούσε να ανάψει στην περιοχή με μια επίθεση στο Γκότλαντ, που για την Ρωσία δεν θα είχε καμιά αξία αν δεν είχε μόνιμα στραμμένο το βλέμμα της στις χώρες της Βαλτικής.

Η στρατιωτική βάση της Ρωσίας στο Καλίνινγκραντ απέχει μόλις 300 χιλιόμετρα από το Γκότλαντ και Σουηδία και Φινλανδία γνωρίζουν πια ότι δεν αρκεί να είσαι ουδέτερος για να μην απειλείσαι. Ήδη από τον περασμένο Ιανουάριο, η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου των Εξωτερικών είχε προειδοποιήσει πως ενδεχόμενη ένταξη των δύο αυτών σκανδιναβικών χωρών στο ΝΑΤΟ θα είχε «σοβαρές στρατιωτικές και πολιτικές συνέπειες».

Τότε άρχισε ο μαζικός εξοπλισμός του Γκότλαντ, με την κεντροαριστερή σουηδική κυβέρνηση της Μαγνκταλένα Άντερσον να καλεί τους πολίτες να αναφέρουν αμέσως «ασυνήθιστες δραστηριότητες στη στεριά ή στη θάλασσα».

Άντερσον και Μαρίν έχουν αποφασίσει να ενισχύσουν την στρατιωτική συνεργασία των χωρών τους, ενώ και οι δύο χώρες συνεργάζονται στενά με το ΝΑΤΟ.

Συμφωνούν μεταξύ τους, συμφωνούν με τις αντιπολιτεύσεις τους, ενώνονται μπροστά στην εθνικές απειλές.

Και κυρίως, δεν πετάνε ό,τι τους κατέβει στο κεφάλι διχάζοντας τους λαούς τους…

*Η Σοφία Βούλτεψη είναι Βουλευτής Β3 Νοτίου Τομέα Αθηνών, υφυπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, δημοσιογράφος