Του Παναγιώτη Καρκατσούλη

Προχθές κόντεψε να βουλιάξει η Θάσος. Ο Πρωθυπουργός έδωσε εντολή σ’ ένα κυβερνητικό κλιμάκιο με επικεφαλής τον Υπουργό Άμυνας να σπεύσει επί τόπου για να κάνει «απογραφή» των ζημιών. Ούτε η κυβέρνηση ούτε και το κλιμάκιό υπήρχαν στην Θάσο πριν από την θεομηνία. Υπάρχει μια εγκατελειμένη δομή πολιτικής προστασίας η οποία, στην καλύτερη των περιπτώσεων, μπορεί να διαβιβάζει τα φαξ της Γενικής Γραμματείας, η οποία, επαναλαμβάνοντας τις προβλέψεις της μετεωρολογικής υπηρεσίας, καλεί τους πολίτες να λάβουν τα μέτρα τους (!).

Το ίδιο σκηνικό, ακριβώς, επαναλήφθηκε 48 ώρες μετά στην Κινέτα-Μάνδρα.  Ακόμη, μια φορά, το κράτος ήταν παρατηρητής σε μια φυσική καταστροφή. Σύσσωμη η πολιτική ηγεσία παρακολουθεί τα φυσικά φαινόμενα, ο ένας δίνει εντολη στον άλλον και στο τέλος καταγράφουν τις ζημιές που αφήνει πίσω της η καταστροφή. 

O ΓΓ Πολιτικής Προστασίας, ο Περιφεριεάρχης, οι Υπουργοί κι οι υφυπουργοί, όλοι μαζί, παρατηρούν πως κινείται το χώμα από ενα αποψιλωμένο βουνό. Όλοι αυτοί ήξεραν ότι με τις πρώτες βροχές οι πλημμύρες θα διαδέχονταν τις πυρκαγιές. Τα αποψιλωμένα βουνά είναι ξεροκέφαλα. Όπως και η κυβέρνηση που αρνείται πεισματικά να λύσει τον «γρίφο» της πολιτικής προστασίας. Προτιμάει την επανάληψη του επικοινωνιακού show που δίνει την εντύπωση στους κατεστραμμένους και μη πολίτες ότι έχει τα πράγματα υπό έλεγχο.   

Για σκεφθείτε, όμως, αντί για όλο αυτό το κακοστημένο show που πρέπει να υφιστάμεθα, κάθε φορά, που υπάρχει μια φυσική καταστροφή, η κυβέρνηση να αντικαθιστούσε το μη σύστημα που υπάρχει, σήμερα, με ένα σύστημα που θα στηριζόταν στις εξής αρχές και προτεραιότητες: 

1.    Δεν μπορεί τα όργανα να σχεδιάζουν την πολιτική να μην έχουν ευθύνη, ενώ τα όργανα που την εφαρμόζουν να έχουν. Σήμερα σχεδιάζουν πολλοί: Από το Υπουργικό Συμβούλιο μέχρι τον «εθνικό συντονιστή»,  όλοι οι σχεδιαστές είναι ανυθυνο-υπεύθυνοι. Ενώ, δηλαδή, αυτοί εγκρίνουν ένα σχέδιο, δεν έχουν καμία ευθύνη γι’ αυτό! Εάν κάποιοι εφαρμόσουν πιστά το σχέδιο τους κι αυτό αποδειχθεί ατελέσφορο δεν θα εναχθεί ούτε ο Πρωθυπουργός ως επικεφαλής του υπουργικού συμβουλίου που εγκρίνει τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό αντιμετώπισης κινδύνων ούτε οι Γενικοί Γραμματείς των εμπλεκόμενων υπουργείων που τον εξειδικεύουν σε τριετή βάση. Το γράμμα του νόμου και η εμπειρία δείχνει ότι τη «νύφη», στην περίπωση που κάτι δεν παει καλά στην φάση της καταστολής της καταστροφής, θα την πληρώσει εκείνος που επιχιρεί στο πεδίο: Ο πυροσβέστης, ο αστυνομικός, άντε κι ό άμεσος προϊστάμενός του. Μέχρις εκεί.  

Εμείς, στο Κίνημα Αλλαγής, διατυπώσαμε την πρόταση να αναλάβει την ευθύνη του πενταετούς σχεδιασμού ο Πρωθυπουργός. Μπορεί και πρέπει. Μπορεί, διότι διαθέτει έναν γιγαντιαίο μηχανισμό παρακολούθησης των δημόσιων πολιτικών, την «προεδρία της κυβέρνησης». Και πρέπει, διότι άλλη πολιτική πιο ευαίσθητη από την πολιτική προστασία δεν υπάρχει.

Η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας μπορεί να παραμείνει η κεντρική δομή σχεδιασμού, παρακολούθησης της εφαρμογής και συντονισμού της πολιτικής προστασίας. Δεν πρέπει, όμως, να υπάγεται στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, αφού αυτό δεν μπορεί λόγω αρμοδιοτήτων και του πεδίου πολιτικής που ελέγχει, να περιορίζει την πολτική προστασία σ’ ένα μόνο στάδιό της, εκείνο της καταστολής της καταστροφής. Για μας, η πολιτική προστασία αποτελεί μια πολιτική οργανωμένη σε τρία αλληλένδετα στάδια: Την πρόληψη, την καταστολή και την αποκατάστασή της.

2.    Την επιχειρησιακή ευθύνη πρέπει να αναλάβει, εξ ολοκλήρου, η αυτοδιοίκηση και κανένας άλλος. Ο Δήμαρχος για τις καταστροφές που εκδηλώνονται εντός των ορίων του Δήμου του κι ο Περιφέρειάρχης εντός των ορίων της Περιφέρειας. Εάν, δηλαδή, είχε τα μέσα η τοπική αυτοδιοίκηση και ελεγχόταν ως προς την εφαρμογή της πολιτικής προστασίας στο πεδίο ευθύνης της, δεν θα είχαμε τις καταστροφές που βλέπουμε σήμερα. Διότι, εν τέλει, ποιος θα μπορούσε να νοιστεί καλύτερα για το αποψιλωμένο βουνό; Ο ΓΓ Πολιτικής Προστασίας από την οδό Ευαγγελιστρίας στο Σύνταγμα ή ο τοπικός εκλεγμένος δημοτικός άρχοντας; 

3.    Κανένα σύστημα πολιτικής προστασίας που επικαθορίζεται από έναν  κυκεώνα διατάξεων, μεγάλη διασπορά αρμοδιοτήτων και μη επικοινωνούσες δομές δεν θα ήταν αποτελεσματικό. Σ’ αυτά τα τρία όφείλει τη κυβέρνηση να δώσει άμεσες απαντήσεις. Μαζί με την ολοκλήρωση του κτηματολογίου και του δασολογίου διαφαλίζουν την αποτελεσματικότητα της κρατικής παρέμβασης περισσότερο κι από τους τριψήφιους αριθμούς που, μόνοι τους, δεν αποδίδουν τίποτα.  

4.    Τέλευταίο αλλ’ όχι έσχατο: Η οργάνωση των εθελοντών, η συμβολή των οποίων στην αντιμετώπιση των καταστροφών είναι μεγάλη, πρέπει να απεμπλακεί απο την χρησιμοθηρία και την ευτέλεια που την διακρίνει σήμερα. Κίνητρα στον εθελοντή μπορούμε και πρέπει να δώσουμε πολλά. Όχι όμως ο εθελοντισμός να αποτελεί προκάλυμμα για διορισμό στο δημόσιο. Αυτό ευτελίζει τόσο τους εθελοντές όσο και το κίνημα του εθελοντισμού.

Έχουν ήδη περάσει 12 ημέρες από την ανακοίνωση των προτάσεών μας και η κυβέρνηση κωφεύει. Επείγουν, όμως, απαντήσεις. Εμείς θα συνεχίσουμε να τις αναζητούμε και να ελέγχουμε την κυβέρνηση για την πλημμελή άσκηση των καθηκόντων της. 

Ο Παναγιώτης Καρκατσούλης είναι τομεάρχης πολιτικής προσταίας στο Κίνημα Αλλαγής