Κλείσιμο

Της Ηλέκτρας Σιαλμά

Είναι γνωστό πως είμαι μεγάλη θαυμάστρια της ελληνικής λογοτεχνίας, ωστόσο δεν παύω να έλκομαι και από συγγραφείς όπως ο Άλεξ Μιχαηλίδης. O Alex Michaelides, στο πρώτο του μυθιστόρημα «Η σιωπηλή ασθενής», το οποίο θα χαρακτήριζα παρανοϊκά τέλειο, γράφει για την φοβερή ματαίωση της κόρης από τον ίδιο τον πατέρα. Μιλώντας για ματαίωση, ίσως να υποθέτετε ότι αναφέρομαι στην μη αναγνώριση ή στην μη ενθάρρυνση του πατέρα προς την κόρη. Όχι, όχι μην μπερδευτείτε με τους όρους εδώ μιλάμε για ολοκληρωτική ματαίωση της ίδιας της ύπαρξης του παιδιού. Όπως θα δείτε και παρακάτω στον Γεώργιο Βιζυηνό, ο οποίος βίωσε την ίδια απόρριψη της ύπαρξης του ένεκα της ασθένειας της αδερφής του που μονοπωλούσε το ενδιαφέρον της αδερφής του, ο πόνος αβάσταχτος και η απορία ίδια και ανεξήγητη.

(…) «Τι έκανε;»
«Τότε σκότωσε την Αλίσια».
Τον κοίταξα άναυδος, μην μπορώντας να πιστέψω στα αυτιά μου. «Σκότωσε την Αλίσια; Τι είναι αυτό που λες;»
(..) «Επειδή η Αλίσια, κρυβόταν; Μα… ήταν μικρό παιδί … μόλις είχε πεθάνει η μητέρα της»
« Ήταν ένα μοχθηρό καθίκι. Ο μοναδικός άνθρωπος για τον οποίο νοιάστηκε ποτέ ήταν η Εύα. Μάλλον γι΄αυτό το είπε».
«Τι είπε;» Είχα αρχίσει να χάνω τη υπομονή μου. «Δεν καταλαβαίνω τι μου λες. Τι ακριβώς συνέβη;»
«Ο Βέρνον έλεγε και ξανάλεγε πόσο αγαπούσε την Εύα- ότι δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς αυτή. “Το κορίτσι μου” κλαψούριζε συνέχεια, ”το καημένο μου το κοριτσάκι, η Εύα μου… Γιατί έπρεπε να πεθάνει; Γιατί έπρεπε να είναι αυτή; Γιατί δεν πέθανε η Αλίσια στην θέση της;
Τον κοίταξα αποσβολωμένος για μια στιγμή. Δεν ήμουν σίγουρος ότι κατάλαβα.
«”Γιατί δεν πέθανε η Αλίσια στην θέση της”;»
«Έτσι είπε».
«Και το άκουσε αυτό η Αλίσια;»
«Ναι. Και μου ψιθύρισε κάτι που δεν θα το ξεχάσω ποτέ, ”Με σκότωσε”, είπε. “Ο μπαμπάς μόλις… με σκότωσε”».
 (…)

Έτσι που λέτε, ο ψυχοθεραπευτής της Αλίσια, της ηρωίδας του μυθιστορήματος του  Μιχαηλίδη, είχε βρει την άκρη του νήματος. Η Αλίσια παρόλο που ήταν μέσα στο αυτοκίνητο στο αυτοκινητιστικό δυστύχημα της μητέρας της, δεν πέθανε ακαριαία όπως η μητέρα της. Πέθανε μετά. Ουσιαστικά την σκότωσε όπως αναφέρει, ο πατέρας της λίγες ώρες μετά. Αν αναλογιστείτε το τραγικό της υπόθεσης, τον πόνο και τον θρήνο του πατέρα, ο οποίος αντί να ανακουφίζεται που δεν χάθηκε και το παιδί του στο δυστύχημα, βλασφημεί την ώρα και την στιγμή που έζησε και που δεν πέθανε αντί της μητέρας. Καλύτερα να μην συνεχίσω την ανάλυση γιατί έπεται και ο Γ. Βιζυηνός να σας αποτελειώσει.

Πιθανόν να μην τον αντέχετε τον θάνατο. Και ποιος τον αντέχει άλλωστε; Όμως ασυνείδητα γινόμαστε θύτες και τις περισσότερες φορές τα θύματα είναι τα ίδια τα παιδιά μας. Αυτοί οι μικροί εγκέφαλοι με τα μεγάλα μάτια και τα τεράστια αυτιά που μας περιστοιχίζουν. Το στρες, η αγανάκτηση, η κούραση και η απελπισία μας θολώνουν την όραση και αγνοούμε αυτά τα γιγάντια αυτιά που μας ακούν και μας αφουγκράζονται ακόμα κι όταν κοιμόμαστε ή προσευχόμαστε. Για ρίξτε μια προσεκτική ματιά στο παρακάτω απόσπασμα του Γεώργιου Βιζυηνού στην καθαρεύουσα παρακαλώ, διότι το κάνει ακόμα πιο γλαφυρό.

Ήναπτον πυρ, έφερον νερόν (…)
Και εις όλα ταύτα με παρηκολούθει η πτωχή μου αδερφή με την ωχράν και μελαγχολικήν της όψιν, με το αργόν και το αβέβαιον βήμα της, ελκύουσα τον οίκτον των εκκλησιαζόμενων και προσκαλούσα τας ευχάς αυτών υπέρ αναρρώσεως ήτις δυστυχώς ηργεί να επέλθη. (…)
Η μήτηρ μου το ηννόησε, και, ήρχισε, και εν αυτή τη εκκλησία, (..) ειμή προς την Αννιώ και προς τους Αγίους, οσάκις προσήυχετο.
Μίαν ημέραν τη επλησίασα απαρατήρητος, ενώ έκλαιε γονυπετής προ της εικόνος του Σωτήρος.
-Πάρε μου, όποιο θέλεις, έλεγε, και άφησε μου το κορίτσι. Το βλέπω πως είναι να γένη. Ενθυμήθηκες την αμαρτίαν μου και εβάλθηκες να μου πάρεις το παιδί, για να με τιμωρήσης. Ευχαριστώ σε, Κύριε!
Μετά τινας στιγμάς βαθείας σιγής, καθ’ήν τα δάκρυα της ηκούοντο στάξοντα επί των πλακών, ανεστέναξεν εκ βάθους καρδίας, εδίστασεν ολίγον και έπειτα επρόσθεσεν :
-Σου έφερα δυο παιδιά μου στα πόδια σου …χάρισε μου το κορίτσι!
Όταν ήκουσα τας λέξεις ταύτας, παγερά φρικίασις διέτρεξε τα νεύρα μου και ήρχισαν τα αυτιά μου να βουίζουν. Δεν ηδυνήθην να ακούσω περιπλέον(…)επωφελήθειν την ευκαιρίαν να φύγω εκ της εκκλησίας τρέχων ως έξαλλος και εκβάλων καυγάς, ως εάν ηπείλει να με συλλάβει ορατός αυτός ο θάνατος.
Οι οδόντες μου συνεκρούοντο υπό του τρόμου, και εγώ έτρεχον, και ακόμη έτρεχον. Και χωρίς να το εννοήσω, ευρέθην έξαφνα μακράν της εκκλησίας. Τότε εστάθην να πάρω την αναπνοήν μου, και ετόλμησα να γυρίσω να ιδώ οπίσω μου. Κανείς δεν μ’εκυνήγει.
Ήρχισα λοιπόν να συνέρχωμαι ολίγον κατ΄ολίγον, και ήρχισα να συλλογίζομαι. 
Ανεκάλεσα εις την μνήμην μου όλας τας προς την μητέρα τρυφερότητας και θωπείας μου. Προσπάθησα να ενθυμηθώ μήπως της έπταισα ποτέ, μήπως την ηδίκησα, αλλά δεν ηδυνήθην. Απ’εναντίας εύρισκον, ότι αφ΄ότου εγεννήθη αυτή η αδερφή μας, εγώ, όχι μόνον δεν ηγαπήθην, όπως θα το επεθύμουν, αλλά τούτ’αυτό, παρηγκωνιζόμην ολονέν περισσότερον. Ενθυμήθειν τότε και μοι εφάνη, ότι ενόησα διατί ο πατήρ μου εσυνήνίζε να με ονομάζη το α δ ι κ η μ έ ν ο του. Και με επήρε το παράπονον και ήρχισα να κλαίω. «Ω!», είπον, «η μητέρα μου δεν πηγαίνω ες την εκκλησίαν!» και διηθύνην προς την οικίαν μας περίλυπος και απηλπισμένος. (…) 

Αναρωτιέται ο Βιζυηνός πού έσφαλε, τι ήταν αυτό που δεν έκανε σωστά για να είναι αρεστός( ; ). Τα παιδιά μας, προσπαθούν να μας κερδίσουν, ακούν και διασκεδάζουν με την μουσική μας για να επικοινωνήσουν μαζί μας. Επαναλαμβάνουν τις λέξεις μας για να μας εντυπωσιάσουν. Φωνάζουν για να μας δείξουν ότι είναι μεγάλοι. Προσπαθούν να μας κεντρίσουν τον ενδιαφέρον με τα ρούχα τους και τα παιχνίδια τους. Γενικώς εκφράζονται με ότι μέσω διαθέτουν απέναντί μας, προκειμένου να έρθουν κοντά μας. 

Γράφω συχνά πυκνά για τα παιδικά συναισθήματα. Είναι αδύνατον να παρακολουθήσω θεραπευτικά έναν άνθρωπο αν δεν αναφερθώ στους γονείς του και στο περιβάλλον που μεγάλωσε. Τίνι τρόπω ανατράφηκε τίνι τρόπω και απογαλακτίστηκε αν κι εφόσον έχει συμβεί αυτό. Και σε αυτό ακριβώς το σημείο θέλω να σταθώ. Πόσα έχετε ακούσει σε συζητήσεις των γονιών σας που σας αφορούσαν, πόσα έχετε αναπαράγει στην δική σας οικογένεια, πόσα έρχονται συνεχώς στα αυτιά σας, σαν φωνές που δεν μπορείτε να απαλλαγείτε. Τέλος πόσες φορές εισπράξατε την ενοχή των γονιών σας για τον τρόπο που σας συμπεριφέρονται ( ; ).

Αγαπητοί νέοι γονείς, πόσες φορές «σκοτώνετε», ακυρώνετε σε καθημερινή βάση τα παιδιά σας, γιατί απλά έχετε πρόβλημα με τον εαυτό σας, την διαχείριση των δικών σας συναισθημάτων ή δυσκολεύεστε στην διάδραση με τον/την σύντροφο σας ( ; ).

Διαβάστε τα εν λόγω βιβλία ! Αν και διηγήματα, μαρτυρούν αλήθειες και καταδεικνύουν υπόκωφες κακοποιήσεις που ερμηνεύουν ποικίλες συμπεριφορές τόσο ανηλίκων όσο κι ενηλίκων. 

Ηλέκτρα Σιαλμά, MSc Ψυχοθεραπεύτρια –Οικογενειακή Θεραπεία –Ψυχοσεξουαλική Συμβουλευτική
www.elektrasialma.gr