Η επίσκεψη του αντιπροέδρου των ΗΠΑ, Βανς, στο Ισραήλ στόχο είχε, να επιβεβαιώσει τη δέσμευση της Ουάσινγκτον για υπεράσπιση της κατάπαυσης του πυρός. Αλλά μεταξύ πολιτικών ασαφειών και στρατηγικών κενών, η «επόμενη μέρα» κινδυνεύει να μοιάζει με την προηγούμενη.
Κι αν η επόμενη μέρα δεν φθάσει
Η επίσκεψη του Βανς είναι ένα σαφές μήνυμα προς όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, ότι οι Αμερικανοί θεωρούν την κατάπαυση του πυρός με τη μεσολάβηση του Τραμπ μεγάλο επίτευγμα και δεν σκοπεύουν να τη δουν να χάνει την δυναμική της.
Ωστόσο, σύμφωνα με αρκετούς παρατηρητές, η αμερικανική κυβέρνηση μόλις τώρα άρχισε να αναζητά μια φόρμουλα για την «επόμενη μέρα» στη Λωρίδα.
Μέχρι στιγμής, οι μόνοι σαφείς στόχοι του σχεδίου δράσης του Τραμπ ήταν να τερματίσει τις μάχες, να απελευθερώσει τους ομήρους και να αναβάλει τη συζήτηση για την ανοικοδόμηση και τη διακυβέρνηση της Γάζας για αργότερα. Ο δρόμος προς τη βιώσιμη ειρήνη γίνεται θολός.
«Το γεγονός ότι οι συνομιλίες για την πολυεθνική δύναμη η οποία θα αναπτυχθεί στη Γάζα, τη σύνθεσή της και τον ρόλο της μόλις τώρα αρχίζουν, αποκαλύπτει ότι δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία σοβαρή επιτελική εργασία», σημειώνει ο Jack Khouri στη Haaret'z (22/10/25), υποστηρίζοντας, ότι «όποιος ήθελε να διασφαλίσει τη σταθερότητα, θα έπρεπε να έχει ήδη παρουσιάσει ένα σαφές επιχειρησιακό πλαίσιο – ποιος και πως θα διοικήσει τη Λωρίδα – έτσι, ώστε η πολυεθνική δύναμη να τεθεί σε ισχύ αμέσως, αντί να αφήνει ένα επικίνδυνο κενό».
Μέχρι στιγμής, καμία χώρα εκτός από την Ινδονησία δεν έχει δηλώσει επίσημα ότι θα συμμετάσχει στη δύναμη.
Σύμφωνα με την L. Rasovsky ( Haaretz, 21/10/2025), η Ουάσιγκτον συναντά αντίσταση για μια τέτοια “στρατολόγηση” από άλλες χώρες, καθώς υπάρχει, απροθυμία να σταλούν στρατεύματα χωρίς εντολή του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και ασάφεια για τους κανόνες εμπλοκής. Απεναντίας, τόσο ο Τραμπ όσο και ο Βανς ήταν πολύ σαφείς, ότι κανένα αμερικανικό απόσπασμα δεν θα εισέλθει στη Λωρίδα.
Θα μπορούσε να υπάρξει κανονικότητα;
Σύμφωνα με παρατηρητές, ο Λευκός Οίκος δεν έχει πραγματική επιθυμία να αμφισβητήσει τον πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, ούτε σκοπεύει να τον βλάψει πολιτικά. Ταυτόχρονα, το Ισραήλ έχει θέσει μόνιμο βέτο σε οτιδήποτε θα άνοιγε τον δρόμο για την επιστροφή της Παλαιστινιακής Αρχής στη Γάζα.
Το αποτέλεσμα είναι ένας φαύλος κύκλος αναβλητικότητας, στον οποίο παρεμβάλλεται και η πρόθεση, που ανακοινώθηκε από τον ίδιο τον Βανς, να εκκινήσει η ανοικοδόμηση των περιοχών της Γάζας που εξακολουθούν να βρίσκονται υπό πλήρη ισραηλινό έλεγχο.
Πρόσφατα, ανώτερος αξιωματούχος της κυβέρνησης Τραμπ μίλησε για τη δυνατότητα δημιουργίας μιας «νέας Γάζας» σε περιοχές ελεύθερες και υπό ισραηλινό έλεγχο.
Θα επρόκειτο για την ανοικοδόμησης γειτονιών, που «ανακτήθηκαν» από τους μαχητές της Χαμάς και στις οποίες οι Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις έχουν τον απόλυτο έλεγχο, έτσι ώστε να δημιουργηθεί εκεί μια νέα κανονικότητα για τους Παλαιστινίους, με στέγαση και θέσεις εργασίας.
«Θα φτάσει λίγη περισσότερη βοήθεια, χιλιάδες τραυματίες θα εκκενωθούν για ιατρική περίθαλψη, ο πληθυσμός της Γάζας θα αραιώσει και μια νέα κανονικότητα θα εδραιωθεί. Η Γάζα θα είναι μια περιοχή της οποίας οι ανθρωπιστικές ανάγκες θα ικανοποιηθούν, αλλά που δεν θα έχει ούτε διπλωματικό ορίζοντα ούτε δυνατότητα κυριαρχίας», σχολιάζει η L. Rosovsky.
Στρατηγικό αδιέξοδο
Εν τω μεταξύ, η επισιτιστική βοήθεια στη Γάζα παραμένει πολύ κάτω από τα επίπεδα που απαιτούνται, επειδή μόνο δύο περάσματα έχουν ανοίξει μετά την εκεχειρία. Κανένα από αυτά δεν βρίσκεται στη βόρεια Γάζα, όπου διεθνείς παρατηρητές έχουν κηρύξει λιμό.
Εάν το αδιέξοδο συνεχιστεί, είναι επίσης επειδή, ούτε οι αραβικές χώρες πιέζουν πλέον για την έναρξη της «δεύτερης φάσης».
Μέχρι τώρα, τα κράτη του Κόλπου έχουν προτείνει ιδέες για τη διακυβέρνηση και την ανασυγκρότηση μετά τις συγκρούσεις, αλλά ποτέ δεν άσκησαν πραγματική πίεση για την εφαρμογή τους.
Όσο το Ισραήλ αρνείται να κάνει παραχωρήσεις για τη μελλοντική διακυβέρνηση της Γάζας, τα αραβικά κράτη δεν ασκούν πίεση και η Αμερική προσπαθεί να κερδίσει χρόνο, χωρίς να δυσαρεστήσει τον Νετανιάχου.
Είναι δύσκολο να πιστέψει κάποιος, ότι το σχέδιο θα προχωρήσει. Και όποιος περιμένει μια αλλαγή το 2026 μπορεί να απογοητευτεί. Το Ισραήλ θα εισέλθει σε έτος εκλογών και οποιαδήποτε απόφαση θα αναβαλλόταν.
Εν τω μεταξύ, εάν η ανοικοδόμηση της Γάζας ξεκινούσε πράγματι σε περιοχές υπό πλήρη ισραηλινό έλεγχο, εκτιμάται ότι αυτό θα μπορούσε να σταθεροποιήσει την τρέχουσα κατάσταση και να επιτρέψει στο Ισραήλ να μην αποσυρθεί κατά περισσότερο από το ήμισυ της επικράτειας της Λωρίδας, για τα επόμενα χρόνια.
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει επενδύσει ένα σημαντικό κομμάτι της αξιοπιστίας του στο ειρηνευτικό σχέδιο για τη Γάζα.
Πολύ περισσότερο από την περίπτωση στην Ουκρανία, η εμπλοκή της Ουάσιγκτον στη Μέση Ανατολή έχει γίνει πλέον «πολύ μεγάλη για να αποτύχει».
Η εσωτερική αντιπολίτευση στον Πρόεδρο – ο οποίος τις τελευταίες ημέρες έχει λοιδορηθεί στους δρόμους με τις διαμαρτυρίες του κινήματος «No Kings» – προσφέρει ένα ακόμη κίνητρο για την αναζήτηση μιας «μεγάλης» επιτυχίας στο εξωτερικό, η οποία θα βελτίωνε την εικόνα του στο εσωτερικό.
Η αμφιβολία παραμένει για την ικανότητα της Ουάσινγκτον να κρατήσει τα μέρη προσηλωμένα στις αντίστοιχες δεσμεύσεις τους, δεδομένης, αφενός της δυσπιστίας του παλαιστινιακού μετώπου απέναντι σε έναν μεσολαβητή που θεωρείται μη αμερόληπτος, και αφετέρου της αυξανόμενης αυτονομίας που φαίνεται να έχει αποκτήσει η ισραηλινή κυβέρνηση σε σχέση με τις υποδείξεις της αμερικανικής κυβέρνησης.
Είναι σοβαρό το ενδεχόμενο να υφέρπει μια έντονη δυσπιστία για την ισχύ της βούλησης και των προθέσεων του Τραμπ, παρά τα περί αντιθέτου προβαλλόμενα, καθώς σε παράλληλο χρόνο θολώνει η εικόνα και στο ουκρανικό.
* Ο Νικήτας Σίμος είναι Οικονομολόγος, Γεωπολιτικός Αναλυτής