Του Παναγιώτη Καρκατσούλη

Σε κύριο άρθρο της η «Καθημερινή», υπογραμμίζει τους κινδύνους του ακτιβισμού στον οποίο επιδίδονται κάποιοι υπουργοί της κυβέρνησης με σκοπό την αυτοπροβολή τους.

Οι λόγοι, όμως, που οδηγούν έναν υπουργό στον ακτιβισμό οιουδήποτε είδους- ομαδικό είτε ατομικό, επιδοκιμαζόμενο ή κακόγουστο-δεν εξαντλούνται στον ναρκισσισμό του. Επομένως, δεν αίρονται με νουθεσίες και παραινέσεις.  

Ο υπουργός που εμφανίζεται ως άλλος Σούπερμαν, όταν «η κοινωνία τον καλεί», το κάνει επειδή μπορεί! Έχοντας συγκεντρώσει στο πρόσωπό του την συντριπτική πλειοψηφία των αρμοδιοτήτων, μπορεί να υποδύεται άλλοτε τον στρατηγό κι άλλοτε τον στρατιώτη. 

Ελάχιστη γνώση έχουμε σε σχέση με τους παράγοντες που οδήγησαν στην υπερσυγκέντρωση αρμοδιοτήτων στο επίπεδο της κεντρικής κυβέρνησης. Η πρώτη και τελευταία φορά που επιχειρήθηκε η διερεύνηση του λαβυρίνθου των 23.143 αρμοδιοτήτων της κεντρικής κυβέρνησης ήταν το 2011, στο πλαίσιο αξιολόγησης των λειτουργικών προβλημάτων της ελληνικής δημόσιας διοίκησης. Τότε, κατετάγησαν οι αρμοδιότητες των υπουργείων- διάβαζε, υπουργών- σε 4 κατηγορίες:  Στρατηγικές, εκτελεστικές, υποστηρικτικές και ελεγκτικές. Μόνον οι μισές απ’ αυτές έχουν στρατηγικό χαρακτήρα, αλλά παρ’ όλα αυτά ο υπουργός τις διοικεί όλες. 

Στην πράξη, ωστόσο, διοκεί, κυρίως, εκείνες που δεν θα έπρεπε να έχει, δηλαδή, τις εκτελεστικές και τις υποστηρικτικές. Είναι, όμως, απείρως ευκολώτερο και ψηφοθηρικό να ασχολείται με την υπογραφή συμβάσεων για αναλώσιμα ή με τις μετακινήσεις του προσωπικού παρά με την οργάνωση του συντονισμού και τον έλεγχο των υπηρεσιών για την επίτευξη στόχων και αποτελεσμάτων στο πεδίο πολιτικής που έχει την ευθύνη.

Η υπερσυγκέντρωση των αρμοδιοτήτων στο πρόσωπο του υπουργού λειτουργεί ως πρόκληση και λόγω της υπερ-προβολής από τα ΜΜΕ συγκεκριμένων ανθρώπινων ιστοριών που ενεργοποιούν, ιδιώς, το θυμικό των θεατών. Η λογική, ωστόσο, ενός υπουργού πρέπει να είναι διαφορετική από εκείνη ενός παρουσιαστή ειδήσεων ή ενός ρεπόρτερ. Ο δημοσιογράφος πρέπει να αναδείξει το πραγματικό περιστατικό αφήνοντας στον πολιτικό την ερμηνεία, το νόημά του. Επίσης, ο δημοσιογράφος μπορεί να χρησιμοποιήσει το θυμικό ή την ευφυία του, κατά το δοκούν, αλλά η άποψή του, όσο κι αν  εκφράζει τους ακροατές/θεατές του δεν μπορεί να μετασχηματιστεί σε απόφαση με κανονιστικό χαρακτήρα (να ισχύει, δηλαδή, έναντι όλων, άρα και έναντι εκείνων που διαφωνούν μαζί του). Το προνόμιο αυτό το έχει μόνον ο υπουργός.  

Ο ακτιβισμός των υπουργών θα περιοριστεί, λοιπόν, εάν δημιουργηθεί ένα λειτουργικό κράτος στη θέση του υδροκέφαλου και αναποτελεσματικού που έχουμε σήμερα. Αυτό θα περιόριζε την κεντρική κυβέρνηση στην άσκηση των στρατηγικών αρμοδιοτήτων της (σχεδιασμός-παρακολούθηση-έλεγχος δημόσιων πολιτικών), ενώ θα εκχωρούσε τις εκτελεστικές στις Περιφέρειες και τους Δήμους και τις υποστηρικτικές στον ιδιωτικό τομέα (υπό την αίρεση της διασφάλισης της σταθερής ποιότητάς τους και της εξοικονόμησης πόρων). 

Η μεγάλη ευκαιρία της αποσυγκέντρωσης και της αποκέντρωσης χάθηκε, όμως, μέσα στην μονομέρεια των προκρούστειων μνημονιακών προτεραιοτήτων. Μείναμε μ’ ενα κράτος το ίδιο δυσλειτουργικό και απηρχαιωμένο, πλην όμως, κατά τι μικρότερο, και φθηνότερο.

Επείγει ένα σχέδιο πραγματικής αποκάθαρσης αρμοδιοτήτων, με λειτουργικό διαχωρισμό τους. Δυστυχώς, βλέπουμε να ακολουθείται η αντίστροφη και λανθασμένη πορεία συγκέντρωσης αρμοδιοτήτων κάτω από ακόμη μεγαλύτερες, φαραωνικές, κεντρικές δομές. Υφέρεπει η πεποίθηση ότι ο έλεγχος της αποτελεσματικότητας και η παραγωγικότητα είναι υπόθεση πυγμής και αυστηρότητας.

Οι υπουργοί, όμως, θα συνεχίσουν να κυνηγούν το εφήμερο και την αυτοπροβολή, όχι τόσο από την έλλειψη ήθους αλλά από ανυπαρξία στρατηγικού σχέδιου. Επαναλαμβάνω, ότι το σχέδιο αυτό δεν είναι υπόθεση ευφυίας και επιφοίτησης αλλά σκληρής και επίμονης εργασίας. 

Παρέλκει, βεβαίως, να υπογραμμίσω ότι ο μετασχηματισμός του κράτους είναι, εξόχως, πολιτικό θέμα και αποτυπώνει τις ιδεολογικές διαφορές των κομμάτων. Υπάρχει, παρ’ όλα αυτά, πεδίο συναίνεσης: Εκείνο της αποκατάστασης της στοιχειώδους ευρυθμίας του κρατικού μηχανισμού σε κρίσιμους τομείς πολιτικής που διασφαλίζουν την κοινωνική συνοχή και ευρυθμία.
Η κυβέρνηση έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων και θα κριθεί απ’ αυτό.  

Ο Παναγιώτης Kαρκατσούλης είναι Πρόεδρος του Ινστιτούτου Έρευνας Ρυθμιστικών Πολιτικών (www.inerp.gr)