Της Παναγιώτας Μιχαλοπούλου*

Τις τελευταίες μέρες ήρθε στο προσκήνιο ένα θέμα που εμείς ως ειδικοί στην ψυχικής υγεία ακούμε συχνά στις συνεδρίες μας σαν κατάθεση ψυχής είτε ως ενοχή, άλλοτε ως ντροπή, πάντα ειπωμένα με αμφιβολία. Πολλές φορές μάλιστα μας ερωτούν αν ήταν όντως βιασμός, αν ήταν σεξουαλική παρενόχληση ή κακοποίηση. Όλα αυτά ανάλογα με το γεγονός που συνέβη. Η απάντηση σε όλα τα ερωτήματα είναι σχεδόν η ίδια: Εσύ πως αισθάνθηκες έπειτα από αυτό; Τότε οι απαντήσεις έρχονται από μόνες τους, στην καθεμία ξεχωριστά.

Σεξουαλική κακοποίηση είναι ο εξαναγκασμός σε ερωτική πράξη χωρίς τη θέληση του ενός, αλλά και οποιαδήποτε λεκτική ή σωματική συμπεριφορά σεξουαλικού χαρακτήρα που προσβάλλει το άτομο. Δυστυχώς υπάρχουν αρκετά περιστατικά, όπου τα θύματα δεν αναφέρουν τον εξαναγκασμό, στον οποίο έχουν υποκύψει λόγω φόβου. Ο βιασμός διαπράττεται από διάφορα πρόσωπα, από άνδρες και γυναίκες, ανεξάρτητα από τα κοινωνικά στρώματα, στα οποία ανήκουν. «Τις περισσότερες φορές τα θύματα είναι γυναίκες και αντιμετωπίζονται με δυσπιστία ακόμη και στις μέρες μας. Δεν είναι λίγες οι φορές που θεωρούνται υπεύθυνες από την κοινωνία, αλλά ακόμη και οι ίδιες, πολλές φορές, κατηγορούν τους εαυτούς τους για το συμβάν» (Κωστελίδου, 2001). Τα θύματα υφίστανται σοβαρό ψυχολογικό τραυματισμό, έντονη συναισθηματική και ψυχολογική αναστάτωση, όπως θλίψη και αγωνία, ενώ ορισμένες φορές δικαιολογούν τον δράστη ενοχοποιώντας τον εαυτό τους.

Ένα τεράστιο θέμα της σύγχρονης εποχής είναι η σεξουαλική κακοποίηση γυναικών στις οθόνες. Όταν ένας χρήστης διαδικτύου δημοσιεύει ή μοιράζεται προσωπικές στιγμές ενός άλλου ατόμου χωρίς την συγκατάθεση του δεν είναι μια απλή απερισκεψία, αλλά ένα έγκλημα με έντονο αντίκτυπο στην ψυχολογία του θύματος. Δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε μελετήσει τέτοια φαινόμενα που έχουν οδηγήσει ακόμα και στον θάνατο. Η εκδικητική πορνογραφία, μία μορφή έμφυλης βίας, είναι ένα φαινόμενο που λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις, ενώ στην Ελλάδα δεν υπάρχει σχετικό νομοθετικό πλαίσιο. Επιπλέον ένα ακόμα ανερχόμενο φαινόμενο που συμβαίνει τον τελευταίο καιρό, αποκαλείται stalking , και αφορά έναν ακραίο «θαυμασμό» για ένα άτομο. Περιλαμβάνει παρακολουθήσεις στο σπίτι, στον χώρο εργασίας, στις εξόδους, προσεγγίζει φίλους και γνωστούς με ποικίλους τρόπους, στέλνει μηνύματα και e-mails χωρίς αυτό να είναι επιθυμητό από τον δέκτη, αντιθέτως μπορεί να είναι ανυπόφορο, καταπιεστικό και να δημιουργεί αγωνία και άγχος.

Όλα τα παραπάνω που αναφέρθηκαν έχουν μία και μόνο λύση. Τα θύματα που υπόκεινται σε οποιαδήποτε μορφή βίας να μιλήσουν και να καταγγείλουν το περιστατικό και έπειτα να ζητήσουν στήριξη από κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας. Ίσως φαντάζει δύσκολο και ενδεχομένως να μην υπήρχε κατάλληλη υποστήριξη ή συμπαράσταση. Σε αυτές τις περιπτώσεις συχνό είναι και ο χλευασμός των γυναικών. Η κατανόηση όμως του προβλήματος είναι και η αρχή της λύσης του.

Η Παναγιώτα Μιχαλοπούλου, είναι Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια michalopoulou.pl@ gmail.com