Πόσο ζυγίζει η ενοχή;

Μέχρι στιγμής, σίγουρα όλοι μας έχουμε κάνει (τουλάχιστον) ένα ή δύο πραγματάκια για τα οποία μετανιώνουμε.

Τη μετάνοια τη βαπτίζουμε λάθος, και το δικαιολογούμε, εφόσον τα λάθη είναι «αναγκαία» για την προσωπική μας εξέλιξη. Ωστόσο δεν μπορούμε να παραβλέψουμε την ενοχή, η οποία βρίσκει τον τρόπο να «τρυπώνει» στη συνείδηση μας, προκαλώντας έτσι άφθονη συναισθηματική και σωματική αναστάτωση. Συνήθως, η ενοχή συστήνεται με το πρόσωπο της ναυτίας που αισθανόμαστε στο στομάχι μας, η οποία συνοδεύει τη γνώση, ότι κάποιον έχουμε πληγώσει ή αδικήσει. Επίσης, η ενοχή μας φέρνει αντιμέτωπους με μία επαναλαμβανόμενη αυτοδικία και με μία σκληρή κριτική, οι οποίες δεν είναι ανεξάρτητες από την ανάμνηση μας για το τι συνέβη και τον φόβο μας, μη τυχόν ανακαλύψουν οι άλλοι τι κάναμε. Η ενοχή, ως συναίσθημα, έχει πολλή δύναμη. 


Ανάλογα τη συνθήκη, οι ενοχές δύνανται να μας βοηθήσουν να αναγνωρίσουμε τις ίδιες μας τις πράξεις, καθώς και να γίνουν η κινητήριος δύναμη να βελτιώσουμε τη συμπεριφορά μας. Αν σε κάποια στιγμή της ζωή μας, εγώ, εσύ ή ο οποιοσδήποτε, δεν νιώσαμε ικανοί να ξεκαθαρίσουμε μία κατάσταση, η ενοχή τροφοδοτήθηκε σε βαθμό σχεδόν ανυπόφορο. Και σε περίπτωση που η ενοχή μπορεί, μερικές φορές, να προάγει τη θετική ανάπτυξη, έχει επίσης και τη δύναμη να μας κρατήσει πίσω, για αρκετό καιρό, ακόμα και αν οι άλλοι έχουν ξεχάσει ή ίσως και συγχωρήσει αυτό που συνέβη.
Το να δώσουμε όνομα στην ενοχή μας, ίσως είναι η αρχή της «αποσυμπίεσης» του βάρους που φέρει. Το να εθελοτυφλούμε, να αγνοούμε, ή ακόμα και να απωθούμε τις ενοχές μας, μπορεί να φαντάζει σωστό. Αν δεν τη σκεφτούμε, θα μπορούσε να πει κάποιος, ίσως μειωθεί και τελικά εξαφανιστεί. Στην πραγματικότητα όμως, δεν συμβαίνει ποτέ κάτι τέτοιο.


Όπως συμβαίνει και με άλλα συναισθήματα, οι ανεπίλυτες ενοχές μπορεί να παρά-και-επιμείνουν, κάνοντάς μας να αισθανόμαστε χειρότερα με την πάροδο του χρόνου. Το να αρνούμαστε να αναγνωρίσουμε την ενοχή μας, μπορεί προσωρινά να μην ταράζει τα νερά της καθημερινής μας ζωής, αλλά η συγκάλυψη των συναισθημάτων μας, γενικά, δεν λειτουργεί ως μόνιμη στρατηγική. Η πραγματική αντιμετώπιση της ενοχής απαιτεί πρώτα, να αποδεχθούμε αυτά τα συναισθήματα, όσο δυσάρεστα κι αν είναι.


Τα παρακάτω, λίγο πολύ, όλοι κάπου τα έχουμε διαβάσει ή πιστεύουμε πως τα γνωρίζουμε. Αλλά επειδή η επανάληψη είναι η μήτηρ πάσης μαθήσεως, αξίζει να κάνουμε μία σύντομη αναφορά σε ορισμένους τρόπους που ενδέχεται να μας απαλύνουν “λίγο” από το βάρος της ενοχής. 


Το πρώτο βήμα είναι να ζητήσουμε συγνώμη από το άτομο που έχουμε αδικήσει και να επανορθώσουμε. Προσοχή όμως. Οφείλουμε η συγνώμη να είναι ειλικρινής. Γιατί και η πιο ειλικρινής συγνώμη δεν σημαίνει απολύτως τίποτα, αν ποτέ δεν κάνουμε τα πράγματα διαφορετικά στο μέλλον. Το δεύτερο βήμα, είναι στο να βάλουμε στη ζωή μας ασκήσεις «ενσυνειδητότητάς» (mindfulness), όπως είναι για παράδειγμα, η εξάσκηση στην ευγνωμοσύνη, ή η αντικατάσταση της αρνητικής αυτό-κριτικής και αυτό-ομιλίας με αυτό-συμπόνια. 


Κάτι ακόμα που σίγουρα μπορεί να μας βοηθήσει στην προσπάθεια μας να αποτινάξουμε από πάνω μας το αίσθημα της ενοχής είναι να γνωρίζουμε πως δεν είναι απαραίτητο να το κάνουμε μόνοι μας. Το να μιλήσουμε σε άτομα που εμπιστευόμαστε ή ακόμα και σε έναν θεραπευτή, μπορεί να μας διδάξει πως να συγχωρούμε τον εαυτό μας πρώτα από όλα, και ύστερα να προχωράμε μπροστά. Τέλος, ας μη ξεχνάμε πως οι ενοχές ανήκουν στο παρελθόν. Και για αυτό, μπορούμε να ξεκινήσουμε να τις αφήνουμε πίσω μας, ενισχύοντας την ανθεκτικότητά μας και χτίζοντας την αυτοπεποίθηση μας, για να κάνουμε καλύτερες επιλογές στο μέλλον.


Πιστέψτε με, ο εαυτός μας αξίζει την καλύτερη συμπεριφορά. Καθημερινά υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι εκεί έξω, οι οποίοι παραμονεύουν στη γωνία, για να του φερθούν με τον χειρότερο τρόπο. Γιατί να του φερόμαστε και εμείς έτσι; Έναν εαυτό τον έχουμε, ας του φερθούμε όπως του πρέπει.