Οι αντιδράσεις για μια δικαστική απόφαση, είναι εύλογες, όταν υπάρχουν δικαστικοί χειρισμοί που προκαλούν το αίσθημα της δικαιοσύνης των πολιτών, ειδικά για αδικήματα, όπως οι βιασμοί η στυγερές δολοφονίες. Οι δικαστικές αποφάσεις δεν είναι στο απυρόβλητο.

Η απόφαση του Δικαστηρίου για τον Δημήτρη Λιγνάδη προκάλεσε αντιδράσεις, καθώς η κοινή γνώμη ήρθε αντιμέτωπη με την εφαρμογή του νόμου, που δίνει τη δυνατότητα στο δικαστήριο να αφήνει εκτός φυλακής κάποιον που καταδικάζεται για βιασμούς.

Ομως ο νόμος αυτός που προκαλεί, δεν εφαρμόστηκε επιλεκτικά στην περίπτωση του Δημήτρη Λιγνάδη. Εφαρμόζεται σε καθημερινή βάση επί χρόνια, με αποτέλεσμα δεκάδες καταδικασθέντες και σε μεγαλύτερες ποινές, δώδεκα, δεκατέσσερα χρόνια, να μην πηγαίνουν φυλακή, έως ότου δικαστούν σε δεύτερο βαθμό από το Εφετείο.

Αν ένας νόμος είναι κακός, η διόρθωση του είναι ευθύνη της πολιτείας, των πολιτικών κομμάτων που εκλέγονται από τους πολίτες, είτε βρίσκονται στην κυβέρνηση, οπότε η ευθύνη τους είναι μεγαλύτερη, είτε στην αντιπολίτευση. Οι νόμοι μπορεί να επικρίνονται, μπορεί να δέχονται σκληρή κριτική, όμως πρέπει να εφαρμόζονται, έως ότου αλλάξουν.

Και πάντως δεν μπορούν να αλλάζουν με αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις, με κινηματικές λογικές που δεν έχουν σχέση με την ουσία της δημοκρατίας. Νόμος δεν είναι το δίκαιο του καθενός. Ο νόμος για την αναστολή στην εκτέλεση της ποινής που δημιουργεί, όντως προβλήματα, με την εφαρμογή του σε πολλές περιπτώσεις, ας αλλάξει. Τα πολιτικά κόμματα έχουν την ευθύνη, πρωτίστως η κυβέρνηση, να μετρήσουν πού πάσχει η συγκεκριμένη νομοθεσία, σε ποια σημεία πρέπει να μεταβληθεί με γνώμονα την καλύτερη εφαρμογή του, και όχι τη συγκυρία και τις κραυγές της στιγμής.

Ομως άλλο η κριτική σε ένα νόμο και άλλο η υπονόμευση των θεσμών, η υποκατάσταση της δικαιοσύνης από το κοινό περί δικαίου αίσθημα και διάβρωση της διάκρισης των εξουσιών. Επικίνδυνες αυτές οι ατραποί. Πολύ επικίνδυνοι...