Της Ηλέκτρας Σιαλμά

Πύκνωσαν τα διλήμματα ενώ τα φιλοσοφικά ερωτήματα έστησαν χορό, μετά το πέρας της αποτύπωσης της ζωής της Ευτυχίας επί της μεγάλης οθόνης. Εν τέλει οι αμαρτίες των γονέων παιδεύουν τα τέκνα ή όλα εδώ πληρώνονται σε αυτή την ζωή για τον καθένα ξεχωριστά. Τελικά οι άνθρωποι που έχουν γαλήνη είναι αυτοί που πράττουν κατά κοινωνική συνείδηση ή αυτοί που πράττουν κατά βούληση προς τέρψη των επιθυμιών τους;

Και ακριβώς επειδή προκύπτουν όλα αυτά τα βασανιστικά ερωτήματα αποφάσισα να μην γράψω την κριτική μου, αλλά με τις λίγες εικόνες και πληροφορίες που δέχθηκα από την ταινία, θα προσπαθήσω να προσεγγίσω λίγο την εκρηκτική προσωπικότητα της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου.

Τα πάθη είναι πάντα ίδια, όπως ακριβώς και οι προσωπικότητες των ανθρώπων που ονομάζονται «τυχοδιώκτες». Και ενώ τα τραγούδια της ταινίας άλλοτε προλογίζουν κι άλλοτε υπογράφουν την πρόταση κατακλείδα. «Δεν φταις εσύ, η φαντασία μου τα φταίει», «μα ποιο είναι εκείνο το όνειρο που βγαίνει πάντα αλήθεια…», ο θεατής νομίζει ότι η επόμενη σκηνή θα αναφέρει κάτι από την δική του ιστορία ζωής ..‘Όσο και να την χαστούκιζε η ζωή την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, ήξερε τι ήταν και δεν άλλαζε. Την ζωή της «την περπάτησε» όπως εκείνη ήθελε. Πόσο ωραία η έναρξη της ταινίας με αυτή την φράση. Ήταν όντως τυχοδιώκτρια ή απλώς αυτό που λέμε «μονομάχος του δρόμου», μια σημερινή street fighter. Έτσι της τα έφερε η ζωή της, έτσι και έκανε. Με απαρχή τον ξεριζωμό της από τα Μικρασιατικά παράλια με τις κόρες της και την μητέρας της, η Αιδινιώτισσα άλλαξε ταυτότητα, επάγγελμα και άφησε τους πόθους της να απελευθερωθούν. 

O Αυστριακός ποιητής και νοβελίστας Ράινερ Μαρία Ρίλκε έλεγε, πως η πατρίδα του ανθρώπου είναι η παιδική του ηλικία… αυτή η παιδική ηλικία μας ανήκει για πάντα. Ποια ήταν άραγε η παιδική ηλικία της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, που την ώθησε να ορμά στις προκλήσεις, να χαιρετά τον κίνδυνο με ματιά γεμάτη ζωντάνια και να σπαράζει εφιαλτικά, εμπρός στον θάνατο;

Με εκτυφλωτικό θράσος και μαγευτικό πάθος όσο την άφηνε ο καπνός του τσιγάρου της να διακρίνει τις παγίδες της τύχης, εκείνη προχωρούσε. Ερωτεύτηκε, αγάπησε ότι είχε γύρω της και σε κάθε είδους χαρτί έγραφε τα ποιηματάκια της. Τα έδινε στον Τσιτσάνη, στον Χιώτη, στον Χατζηδάκη… Αλλά δεν την ενδιέφερε η αμοιβή της, μόνο η ικανοποίηση της έξης της. Ο εθισμός της, το ξέσπασμά της ήταν το τρωτό της σημείο, καθώς της έδινε έμπνευση για να γράφει και να μοιράζει το συναίσθημα της αποτυπωμένο σε τσιγαρόχαρτο. «Δύο πόρτες έχει η ζωή, άνοιξα μια και μπήκα...». Θα έγραφε τους θησαυρού της αν δεν ζούσε όσο έντονα έζησε, ποιος ξέρει; Για αναρωτηθείτε έχετε συναντήσει πολλούς καλλιτέχνες με τετράγωνη λογική… Μπα, δεν νομίζω. 

Η ελληνική οικογένεια με τα στερεότυπα της οφείλει να εφεύρει μηχανισμούς άμυνας να επιβιώσει, πόσο μάλλον όταν κουβαλά στο αίμα της το ιστορικό-πολιτικό τραύμα της Μικρασιατικής καταστροφής και την απόγνωση του διωγμού και του ξεριζωμού. Πόσοι όμως, μπορούν να αποποιηθούν μνημών και τραυμάτων και να προχωρήσουν παρακάτω, όσα και αν αλλάξουν στην ζωή τους. «Δεν θέλω να θυμάμαι», λέει και κοιτάζει το κενό η Ευτυχία.
Κουπλέ-Ρεφραίν της λέει ο δάσκαλος και εκείνη το αφομοιώνει ψυχή τε και σώματι. «Να μένει στον κόσμο ο στίχος» της λέει ο Τσιτσάνης. Ποιο είναι το δικό σας κουπλέ λοιπόν; Ποιο είναι το ρεφραίν σας; Αυτό μωρέ, που σιγοτραγουδάτε όταν ανάβετε τσιγάρο ή όταν πίνετε το αγαπημένο σας κρασί! Τι αφήνετε πίσω σας, τι σας ακολουθεί προτού την φήμη σας, «με ένα όνειρο τρελό, όνειρο απατηλό…», ή το συγκλονιστικό «είμαι αετός χωρίς φτερά..» 

Αναρωτιόμουν λοιπόν το εξής, αν μετέφραζε κάποιος την ταινία και την πρόβαλε, στο εξωτερικό, σε κάποια από τις χώρες του Βορρά, Νορβηγία, Φιλανδία κοκ. Αν θα μπορούσε κάποιος, χωρίς την απήχηση των μελοποιημένων στίχων της Ευτυχίας δίχως ελληνικά βιώματα να αφουγκραστεί το μήνυμα και το κίνητρο της ταινίας. Όχι, είναι η απάντηση. Εντάξει μπορεί να γοήτευε ο χαρακτήρας της Ευτυχίας ή το σενάριο της Κατερίνας Μπέη και η σκηνοθεσία του Άγγελου Φραντζή. Όμως η κουλτούρα του Έλληνα είναι συνυφασμένη με τον πόνο, την οδύνη και τον σπαραγμό. Οι γειτονιές της Αθήνας, έχουν τα μυστικά τους… έχουν τους δοσάδες τους… έχουν τις πίκρες που τις κάνουν χαρές … Καλή η Ευρώπη, αλλά η παλιά Αθήνα δεν εξευρωπαΐζεται… 

Αγαπημένοι μου ερασιτέχνες στιχουργοί  γράψτε τα κουπλέ σας και ζήστε τα ρεφραίν σας, όσο είναι καιρός, για να έχετε να λέτε ιστορίες στα παιδία και στα εγγόνια σας!!! 

Ηλέκτρα Σιαλμά, MSc Ψυχοθεραπεύτρια 
www.elektrasialma.gr