Της Χριστίνας Αλεξοπούλου*

Η δημιουργία αυτόνομου Υφυπουργείου Δημογραφικής Πολιτικής και Οικογένειας, κατά την πρόσφατη αναδιάταξη του κυβερνητικού σχήματος, αποτελεί την πιο διορατική και ουσιώδη θεσμική αλλαγή του Κυριάκου Μητσοτάκη. 

Είναι μια μεταρρύθμιση που δεν απολαμβάνει της δημοσιότητας που θα έπρεπε, κι αυτό διότι το δημογραφικό ζήτημα αναπτύσσεται αργά και μακριά από τα φώτα της καθημερινότητας. Αποτελεί όμως πραγματική βόμβα στα θεμέλια του ‘Έθνους, και  αυτή η Κυβέρνηση έχει αποφασίσει να την εξουδετερώσει.

Το Ελληνικό Σύνταγμα προβλέπει πως «O σχεδιασμός και η εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής, καθώς και η λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων αποτελεί υποχρέωση του Κράτους». Η συγκεκριμένη όμως συνταγματική επιταγή, όπως τουλάχιστον δείχνουν οι περισσότεροι δείκτες οικογενειακής μέριμνας στη χώρα μας, εφαρμόζεται πλημμελώς τις τελευταίες δεκαετίες. 

Στα τελευταία δέκα έτη είχαμε στη χώρα 220.000 λιγότερες γεννήσεις απ’ ότι θανάτους. Ένας ολόκληρος δήμος Πατρέων! Την ίδια στιγμή, η αναλογία των εργαζομένων προς τους συνταξιούχους, είναι τέτοια, που απειλείται τόσο το ασφαλιστικό, όσο και το συνταξιοδοτικό σύστημα της χώρας. Με απλά λόγια κάθε  εργαζόμενος θα δουλεύει για τον εαυτό του και για ένα πλήθος συνταξιούχων. Αυτό, με μαθηματική ακρίβεια, θα πρέπει κάποτε να το κάνουν τα παιδιά μας, για όσο αντέξουν και χωρίς να αρκεί. 

Η διαρκώς επιδεινούμενη αυτή εικόνα στις γεννήσεις, σε συνδυασμό με το φαινόμενο του “brain drain” -την απώλεια δηλαδή, Ελλήνων επιστημόνων και εργατικού δυναμικού λόγω μετοίκησης στο εξωτερικό- καθώς και με την αυξημένη παρουσία μεταναστών τρίτων κρατών, έχει δημιουργήσει ορατά και δραματικά αποτελέσματα, τα οποία απαιτούν άμεσες παρεμβάσεις αλλά και συνεπή εφαρμογή των κατάλληλων πολιτικών, σε βάθος χρόνου. 

Η κρισιμότητα του δημογραφικού, το εύρος και η πολυπλοκότητα των παρεμβάσεων που απαιτούνται και η ανάγκη καθολικής ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης, υπαγόρευαν δεκαετίες τώρα, την δημιουργία εξειδικευμένου κυβερνητικού χαρτοφυλακίου. 
Καμία όμως κυβέρνηση, μέχρι σήμερα, δεν προσπάθησε να χειριστεί το μείζον αυτό ζήτημα, με μεθοδικό και συνεπή τρόπο και με τη σοβαρότητα που του αναλογεί. 

Η ευθύνη για τον συντονισμό, την παρακολούθηση και την εφαρμογή όλων των πολιτικών για την οικογένεια και το παιδί, συγκεντρώνεται πλέον σε ένα φορέα, κάτι το οποίο εγγυάται τον ολοκληρωμένο σχεδιασμό και την αποτελεσματική εφαρμογή των μέτρων που θα ληφθούν.
Ο συντονισμός και η ενίσχυση των υπαρχόντων κυβερνητικών δράσεων στήριξης της μητρότητας, της πατρότητας και η ενίσχυσης της οικογένειας, είναι το πρώτο βήμα. Μέτρα όπως τα επιδόματα γέννησης, οι συντάξεις στις πολύτεκνες μητέρες, τα επιδόματα στους τριτέκνους, βοηθήματα σε οικογένειες παραμεθορίων περιοχών κ.α. αποτελούν πράγματι σημαντικά κίνητρα και επέφεραν και στο παρελθόν, μετρήσιμα αποτελέσματα.  

Απαιτούνται όμως και ευρύτερες δράσεις, προσαρμοζόμενες στις δυνατότητες της οικονομίας και στις ανάγκες της σύγχρονης εποχής.

Η στήριξη της Νεανικής Επιχειρηματικότητας και των καινοτόμων startups, μπορεί να οδηγήσει στην δημιουργία σταθερών θέσεων εργασίας, που θα συγκρατήσουν το ρεύμα  μετανάστευσης των Ελλήνων επιστημόνων προς το εξωτερικό. Παράλληλα, η παροχή κινήτρων για τον επαναπατρισμό αποδήμων και ομογενών, (brain gain), με την θέσπιση φορολογικών και άλλων κινήτρων για την επανεγκατάστασή  τους στη χώρα, θα συμβάλλει καθοριστικά. Οι νέοι θα επιστρέψουν στην Πατρίδα και θα γεννήσουν Ελληνόπουλα. Οι οικογένειες θα γυρίσουν ξανά στον τόπο τους.

Μια νέα εθνική πολιτική για το δημογραφικό, πρέπει επίσης να αντιμετωπίσει κατά προτεραιότητα όλες τις παθογένειες στο σύστημα υιοθεσιών. Απαιτείται και έχει ξεκινήσει ήδη, ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού και διοικητικού πλαισίου των υιοθεσιών, ώστε να σταματήσει το δράμα χιλιάδων οικογενειών και παιδιών που στερούνται αλλήλους για γραφειοκρατικούς λόγους.

Δυστυχώς η νοοτροπία μεγάλου μέρους, τόσο των δημοσίων λειτουργών, όσο και της κοινωνίας, χαρακτηρίζονται ακόμα από αναχρονιστικές αντιλήψεις. Οι παθογένειες του συστήματος ήταν ασύλληπτες. 
Τον τελευταίο ένα χρόνο, έγιναν σημαντικά βήματα προόδου στη χώρα μας για όσους επιθυμούν να αναλάβουν την φροντίδα, την αναδοχή ή την υιοθεσία ενός παιδιού.

Οι χρόνοι όμως, αναμονής και η γραφειοκρατία, εξακολουθούν να μη συμβαδίζουν με την σπουδαιότητα που έχει το κάθε λεπτό της ζωής ενός παιδιού, που μεγαλώνει χωρίς την αποκλειστικότητα μιας οικογένειας. 

Οφείλουμε να αντιστρέψουμε την νοοτροπία και την προσέγγιση όλων των συμμετεχόντων σε αυτή τη διαδικασία. Αντί για τη δυσπιστία προς τους υποψήφιους γονείς, τους οποίους οι πάντες σπεύδουν να συγχαρούν μόλις τελειώσει η ταλαιπωρία τους, ας επικρατήσει η εμπιστοσύνη.

Ο περαιτέρω εκσυγχρονισμός του πλαισίου υιοθεσιών, θα μπορέσει να δώσει λύση και σε πολλές γυναίκες, νεαρής κυρίως ηλικίας, οι οποίες αναγκάζονται να καταφύγουν στην άμβλωση ή στην εγκατάλειψη των ανήλικων τέκνων τους, ενώ θα μπορούσαν, οικειοθελώς και νομίμως, να τα δώσουν σε άλλες οικογένειες.

Στο ίδιο πλαίσιο θα μπορούσαν να υλοποιηθούν μέτρα για την κοινωνική  ενσωμάτωση μικρών παιδιών από τρίτες χώρες (π.χ. βρέφη ή ασυνόδευτα τέκνα προσφύγων ή μεταναστών), και η παρένθετη μητρότητα.

Σημαντικό είναι το νέο Υφυπουργείο να μπορέσει να αποτελέσει και το σημείο αναφοράς της χώρας, για την διεκδίκηση πόρων και θεσμικών δράσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση,  εν όψει μάλιστα και της  νέας Προγραμματικής Περίοδου 2021–2027, αναδεικνύοντας διεθνώς την Ελλάδα σε πρότυπο αντιμετώπισης του προβλήματος.

Ένας ολοκληρωμένος χάρτης παρεμβάσεων και μια πανελλαδική ενημερωτική εκστρατεία, επιστρατεύοντας κορυφαίες προσωπικότητες της χώρας, θα αναδείξει το δημογραφικό ως ένα από τα μεγαλύτερα και πιο επείγοντα ζητήματα στην συνείδηση των πολιτών.

Η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, με την ίδρυση του Υφυπουργείου Δημογραφικής Πολιτικής και Οικογένειας, εντάσσει το δημογραφικό στο κέντρο των θεσμικών παρεμβάσεών της. Θα αναδείξει την Ελλάδα, σε πρωτοπόρο της προσπάθειας αντιμετώπισης ενός προβλήματος, που απειλεί ολόκληρη την -κυριολεκτικά πλέον- Γηραιά Ήπειρο. 

*Η Χριστίνα Αλεξοπούλου είναι βουλευτής Αχαΐας της Ν.Δ. και πολιτικός μηχανικός