Πώς ο πόλεμος στη Γάζα επηρεάζει τον Τζο Μπάιντεν ενόψει των εκλογών στις ΗΠΑ

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η συμπάθεια του εκλογικού ακροατηρίου των Δημοκρατικών έχει μετατοπιστεί από το Ισραήλ προς τους Παλαιστίνιους τις τελευταίες δύο περίπου δεκαετίες

Ο πόλεμος του Ισραήλ στη Γάζα φέρνει αντιμέτωπο τον πρόεδρο, Τζο Μπάιντεν, με την κομματική του βάση, αλλά και με μία κομματική διαίρεση που αφορά στη διαχρονική στήριξη των Δημοκρατικών στο Ισραήλ, αναφέρει σε ανάλυσή του το CNN.

Στην ανάλυσή του το αμερικανικό δίκτυο, αναφέρει ότι πολύ πριν ξεσπάσει ο πόλεμος στη Γάζα, οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι η συμπάθεια του εκλογικού ακροατηρίου των Δημοκρατικών έχει μετατοπιστεί από το Ισραήλ προς τους Παλαιστίνιους περίπου τις τελευταίες δύο δεκαετίες, μια περίοδος που συμπίπτει με την ανάληψη της εξουσίας στο Ισραήλ από δεξιές κυβερνήσεις, με επικεφαλής κυρίως τον σημερινό πρωθυπουργό, Μπένιαμιν Νετανιάχου. Ταυτόχρονα, η υποστήριξη προς το Ισραήλ κατά την ίδια περίοδο έχει αυξηθεί σημαντικά μεταξύ των ριζοσπαστικών Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων.

Το ποσοστό των Ρεπουμπλικανών που στηρίζει σήμερα το Ισραήλ είναι διπλάσιο σε σχέση με εκείνο των Δημοκρατικών, γεγονός που καταδεικνύει ταυτόχρονα τη διεύρυνση του χάσματος μεταξύ των κομμάτων σε σχέση με το παρελθόν, σύμφωνα με δημοσκόπηση του Οργανισμού Gallup. 

Αυτό το όλο και διευρυνόμενο κομματικό χάσμα στις Ηνωμένες Πολιτείες, αναφέρει το CNN υποδηλώνει παράλληλα ότι ακόμα και όταν εγκαταλείψει την πολιτική σκηνή ο Νετανιάχου, η διακομματική συναίνεση στο Ισραήλ, που αποτελούσε μια σχεδόν αδιαμφισβήτητη θέση στην πολιτική των ΗΠΑ, έχει πληγεί.

Αν και η συντριπτική πλειονότητα των Δημοκρατικών αξιωματούχων δεν επιδιώκει μία ουσιαστική ρήξη με το Ισραήλ, ο Μπάιντεν θα μπορούσε να είναι ο τελευταίος Δημοκρατικός πρόεδρος που ευθυγραμμίζεται τόσο ανεπιφύλακτα με το Ισραήλ. Στο πλαίσιο αυτό την Τρίτη αναμένεται να κάνει μια ομιλία για τον αντισημιτισμό σε εκδήλωση που χρηματοδοτείται από το Μουσείο Μνήμης του Ολοκαυτώματος. Σε ό,τι αφορά τους επικριτές του στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών, το ενδιαφέρον εστιάζεται στα πεπραγμένα της κυβέρνησής του, η οποία πρόκειται να υποβάλει έκθεση στο Κογκρέσο για το εάν το Ισραήλ χρησιμοποιεί τα αμερικανικά όπλα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και εάν συνεργάζεται με την παράδοση ανθρωπιστικής βοήθειας.

Ο βαθύς προσωπικός δεσμός του Μπάιντεν με το Ισραήλ εντάσσεται στη διαχρονική πολιτική στάση των Δημοκρατικών προέδρων των ΗΠΑ καθώς μετά την ίδρυση του Ισραήλ το 1948, ο Χάρι Τρούμαν, ο Λίντον Μπ. Τζόνσον, ο Τζίμι Κάρτερ και ο Μπιλ Κλίντον στήριξαν όλοι τους το εβραϊκό κράτος.

Οι Ρεπουμπλικάνοι πρόεδροι, συμπεριλαμβανομένων των Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, Ρίτσαρντ Νίξον, Ρόναλντ Ρίγκαν και Τζορτζ Χ. Β. Μπους, υποστήριξαν επίσης το Ισραήλ, αλλά περισσότερο όταν έρχονταν σε σύγκρουση με τους άλλους περιφερειακούς στόχους τους προκειμένου να διατηρήσουν την πρόσβαση στο πετρέλαιο και να απωθήσουν τη σοβιετική επιρροή. Τόσο ο Ρίγκαν όσο και ο Μπους είχαν αντιταχθεί στο Ισραήλ με αφορμή την προσωρινή αναστολή της βοήθειας.

Κατά το τελευταίο τέταρτο περίπου του αιώνα, αυτό το κομματικό μοτίβο έχει αντιστραφεί. Οι Ρεπουμπλικάνοι Πρόεδροι Τζορτζ Μπους και Ντόναλντ Τραμπ έχουν ταυτιστεί περισσότερο με το Ισραήλ, ενώ ο Κλίντον (στη δεύτερη θητεία του) και ο Μπαράκ Ομπάμα εξέφρασαν τις περισσότερες διαφωνίες απέναντι στην ισραηλινή κυβέρνηση. Πολλοί παράγοντες συνέβαλαν σε αυτή την αντιστροφή των ρόλων με κορυφαίο την εκστρατεία του Μπους κατά του ισλαμικού εξτρεμισμού μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 ανέδειξε το Ισραήλ σε περιφερειακό σύμμαχο. 

Η όλο και αυξανόμενη ταύτιση με το Ισραήλ των Λευκών Ευαγγελικών Χριστιανών των ΗΠΑ ώθησε επίσης το Ρεπουμπλικανικό κόμμα να υποστηρίξει περισσότερο το εβραϊκό κράτος. Αντίθετα, όλο και περισσότεροι  ψηφοφόροι του Δημοκρατικού κόμματος, από τις φυλετικές μειονότητες έως τους φιλελεύθερους, εκφράζουν την αντίθεσή τους στις πολιτικές του Ισραήλ, χαρακτηρίζοντας τις ενέργειές του στα κατεχομένα παλαιστινιακά εδάφη αποικιακές και καταπιεστικές.

Ο Νετανιάχου φαίνεται να έπαιξε επίσης τεράστιο προσωπικό ρόλο στη μη αποδοχή εντός του στρατοπέδου των Δημοκρατικών, καθώς έχει ακολουθήσει σταθερά συντηρητικές πολιτικές στο Ισραήλ (όπως η προσπάθειά του να αποδυναμώσει το δικαστικό σώμα που προκάλεσε μαζικές διαμαρτυρίες σε εθνικό επίπεδο), ενώ απέρριψε τις πιέσεις των Δημοκρατικών προέδρων να διαπραγματευτεί ένα ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος. Παράλληλα,  έχει ευθυγραμμιστεί με το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα τόσο απροκάλυπτα όσο κανένας άλλος ξένος ηγέτης. Ο Νετανιάχου το 2015 εκφώνησε μια ομιλία στο Κογκρέσο  με την οποία αντιτάχθηκε στη συμφωνία για το πυρηνικά του Ιράν μετά από πρόσκληση των Ρεπουμπλικανών της Βουλής. Ο Νετανιάχου, επίσης, υιοθέτησε τα επιχειρήματα των Ρεπουμπλικανών επικρίνοντας τις διαμαρτυρίες για τον πόλεμο στις πανεπιστημιουπόλεις των ΗΠΑ, κάνοντας λόγο για αντισημιτισμό.

Σε αυτό το πλαίσιο, η κομματική πόλωση για το Ισραήλ μεταξύ των Αμερικανών ψηφοφόρων είχε ήδη διευρυνθεί χρόνια πριν από τη βάναυση επίθεση της Χαμάς τον περασμένο Οκτώβριο και την καταστροφική ισραηλινή απάντηση.

Ένα μέτρο είναι οι ετήσιες δημοσκοπήσεις της Gallup που θέτει το ερώτημα στους Αμερικανούς εάν τάσσονται με το Ισραήλ ή με τους Παλαιστίνιους. Το 2001, το ποσοστό των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων που εξέφρασαν τη συμπάθειά τους κυρίως προς το Ισραήλ ξεπέρασε το ποσοστό των Δημοκρατικών μόνο κατά οκτώ ποσοστιαίες μονάδες (59% έναντι 51%) υπέρ του Ισραήλ. Το χάσμα μεταξύ των ερωτηθέντων που συμπαθούν το Ισραήλ διευρύνθηκε επί Τραμπ σε σχεδόν 40 μονάδες και έχει εκτοξευθεί σε 45 μονάδες επί Μπάιντεν. Στις έρευνες του 2023 και του 2024, η Gallup κατέγραψε για πρώτη φορά μεγαλύτερο ποσοστό Δημοκρατικών ανάμεσα στους υποστηρικτές των Παλαιστινίων.

Ο Μπάιντεν κατά τη διάρκεια του πολέμου επέκρινε πιο ανοιχτά τον Νετανιάχου και τον ακροδεξιό συνασπισμό με τον οποίο κυβερνά, αλλά εξακολουθεί να απορρίπτει τις αυξανόμενες απαιτήσεις στις τάξεις των Δημοκρατικών να τιμωρήσουν το Ισραήλ για τη διεξαγωγή του πολέμου και την αντίσταση στην παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας. 

Οι σύμμαχοι του Μπάιντεν, ωστόσο, πιστεύουν επίσης ότι οι επικριτές του Ισραήλ εντός του κόμματος υπερεκτιμούν τους πολιτικούς κινδύνους από τη συνεχιζόμενη υποστήριξή του. 

Καθώς ο πόλεμος συνεχίζεται με το κύμα διαμαρτυριών στις πανεπιστημιουπόλεις να επιδεινώνει τα ρήγματα, υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι το κέντρο βάρους του κόμματος απομακρύνεται από την ενστικτώδη υποστήριξη του Ισραήλ που εξέφρασαν παλαιότεροι Δημοκρατικοί όπως ο Μπάιντεν και ο Σούμερ .


 

Πηγή: skai.gr