ΚΑΙΡΟΣ

Στουρνάρας (ΤτΕ): Στο 2,3% η ανάπτυξη το 2024 - Στο 2,8% ο πληθωρισμός

Your browser doesn’t support HTML5 audio

Η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις θα συνεχίσουν να αποτελούν βασικές κινητήριες δυνάμεις της ανάπτυξης - Θετικές προοπτικές, παρά τη διεθνή αβεβαιότητα, παρουσιάζει ο τουρισμός - Την ανάγκη συνέχισης των μεταρρυθμίσεων τόνισε ο Γ. Στουρνάρας

Ρυθμό ανάπτυξης 2,3%, με αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στο 2,8%, πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ και νέα αποκλιμάκωση του δημοσίου χρέους στο 152,3% του ΑΕΠ προβλέπει για φέτος η Τράπεζα της Ελλάδος, όπως ανάφερε ο Γιάννης Στουρνάρας, παρουσιάζοντας την έκθεση της ΤτΕ για την οικονομία, στο πλαίσιο της γενικής συνέλευσης των μετόχων. 

Ο κεντρικός τραπεζίτης τόνισε την ανάγκη δημοσιονομικής σύνεσης και υπευθυνότητας, με περιορισμό των έκτακτων μέτρων και αξιοποίηση τυχόν δημοσιονομικού χώρου. Σημείωσε παράλληλα την ανάγκη συνέχισης των μεταρρυθμίσεων, χαρακτηρίζοντας τη μεταρρυθμιστική κόπωση ως τον μεγαλύτερο κίνδυνο και  τονίζοντας πως δεν υπάρχει περιθώριο εφησυχασμού. Επανέλαβε δε την ανάγκη διεύρυνσης της φορολογικής βάσης με επανεξέταση φοροαπαλλαγών και περιορισμό της φοροδιαφυγής.

Προβλέψεις 

Αναλυτικά, σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις της ΤτΕ, ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας προβλέπεται να επιταχυνθεί το 2024 σε 2,3%, πολύ πάνω από το μέσο όρο της ευρωζώνης. Η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις θα συνεχίσουν να αποτελούν βασικές κινητήριες δυνάμεις της ανάπτυξης, ενώ οριακά αρνητική θα είναι η συμβολή του εξωτερικού τομέα, καθώς η έντονη επενδυτική δραστηριότητα θα αυξήσει σημαντικά τις εισαγωγές. Ο τομέας του τουρισμού παρουσιάζει και φέτος θετικές προοπτικές, παρά τη διεθνή αβεβαιότητα.

Ο γενικός πληθωρισμός αναμένεται να υποχωρήσει κι άλλο το 2024 στο 2,8%, καθώς όλες οι επιμέρους συνιστώσες εμφανίζουν τάσεις αποκλιμάκωσης, παρά το κλίμα αβεβαιότητας που δημιουργούν οι γεωπολιτικές εξελίξεις.

Στο δημοσιονομικό πεδίο, η ΤτΕ εκτιμά ότι το 2024 το πρωτογενές πλεόνασμα θα αυξηθεί σε 2,1% του ΑΕΠ. Η βελτίωση αυτή εξηγείται κυρίως από την προβλεπόμενη αύξηση των φορολογικών εσόδων και των εσόδων από ασφαλιστικές εισφορές λόγω του ισχυρού ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας.

Το δημόσιο χρέος προβλέπεται να αποκλιμακωθεί περαιτέρω σε 152,3% του ΑΕΠ το 2024, με βραδύτερο ρυθμό σε σχέση με τα προηγούμενα τρία έτη, καθώς η μείωση του πληθωρισμού αναμένεται να αντισταθμίσει τόσο την επιτάχυνση του πραγματικού ΑΕΠ όσο και τη μειωτική επίδραση από τη διεύρυνση του πρωτογενούς πλεονάσματος. Επιπλέον, προβλέπεται μείωση του δημόσιου χρέους σε ονομαστικούς όρους για πρώτη φορά από το 2019.

Προοπτικές του χρηματοπιστωτικού τομέα

Όπως τόνισε ο κ. Στουρνάρας, το 2024 θα δημιουργηθούν οι συνθήκες για μείωση των εγχώριων τραπεζικών επιτοκίων, καθώς ο πληθωρισμός θα αποκλιμακώνεται σταδιακά και τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ θα αρχίσουν να μειώνονται.

Ο ρυθμός της πιστωτικής επέκτασης αρχικά θα συνεχίσει να επηρεάζεται αρνητικά από τις προγενέστερες αυξήσεις των δανειακών επιτοκίων. Στη συνέχεια, η διατήρηση ή η ενδεχόμενη μείωση του επιπέδου των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ θα επιδράσει θετικά στην πιστωτική επέκταση αλλά προοδευτικά, λόγω των εκτιμώμενων χρονικών υστερήσεων.

Η αναμενόμενη επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας και η προσδοκώμενη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, σε συνδυασμό με την πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις και τον τυχόν μεγαλύτερο βαθμό ενσωμάτωσης των αυξημένων επιτοκίων πολιτικής στα εγχώρια επιτόκια καταθέσεων, θα συμβάλουν σε περαιτέρω αύξηση των τραπεζικών καταθέσεων.

Τέλος, οι εκτιμήσεις για τα θεμελιώδη μεγέθη των τραπεζικών ιδρυμάτων είναι θετικές. Στην περαιτέρω βελτίωση των επιδόσεων των τραπεζών αναμένεται να βοηθήσει η συγκράτηση του κόστους χρηματοδότησής τους εν μέσω συνέχισης των εκδόσεων τραπεζικών ομολόγων, η οποία επίσης συμβάλλει στη διατήρηση της κερδοφορίας των τραπεζών.

Πηγές κινδύνου και αβεβαιότητας

Η επίτευξη ικανοποιητικού ρυθμού ανάπτυξης αποτελεί τη σημαντικότερη πρόκληση για την ελληνική οικονομία. Οι κίνδυνοι που περιβάλλουν την πρόβλεψη για την αύξηση του ΑΕΠ είναι κυρίως καθοδικοί και αφορούν: (1) το ενδεχόμενο περαιτέρω επιβράδυνσης του ρυθμού ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας, (2) την αυξανόμενη αβεβαιότητα, λόγω δυσμενών γεωπολιτικών εξελίξεων στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, και τις επιπτώσεις της στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον, (3) την τυχόν καθυστέρηση της υλοποίησης των δράσεων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας “Ελλάδα 2.0” και το βραδύτερο ρυθμό απορρόφησης των σχετικών κονδυλίων, (4) την εμφάνιση μεταρρυθμιστικής κόπωσης, με αρνητικές συνέπειες στην παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα, και (5) τις επιπτώσεις ενδεχόμενων φυσικών καταστροφών που συνδέονται με την κλιματική κρίση. Παράλληλα, η αύξηση της αβεβαιότητας που συνεπάγονται οι πρόσφατες γεωπολιτικές αναταράξεις ενδέχεται να ασκήσει ανοδικές πιέσεις στον πληθωρισμό.

Πηγή: skai.gr