Κλείσιμο

Σέρτζιου Τσλελιμπιντάκε: Ο μάγος που ερμήνευε τη μουσική όπως κανένας άλλος

Εκατό χρόνια συμπληρώνονται από τη γέννηση του μεγάλου Γερμανορουμάνου διευθυντή ορχήστρας Σέρτζιου Τσελιμπιντάκε. Παρά την άρνησή του, τα έργα του ηχογραφήθηκαν.

Για κάποιους ο Σέρτζιου Τσλελιμπιντάκε ήταν ένας μάγος, ο οποίος ερμήνευε τη μουσική όπως κανένας άλλος. Κάποιοι άλλοι έβλεπαν στο πρόσωπό του έναν εκκεντρικό τύραννο, που ήθελε να κάνει άπειρες πρόβες και να είναι συχνά σκληρός απέναντι στους μουσικούς του. Παρά τις πολλές και διαφορετικές γνώμες, σε ένα πράγμα ήταν σύμφωνοι. Κανένας δεν διηύθυνε τις συμφωνίες του Άντον Μπρούγκνερ όπως αυτός.

Ο Σέρτζιου Τσελιμπιντάκε γεννήθηκε στις 11 Ιουλίου του 1912 και ήταν γιος ενός αξιωματικού του ιππικού. Παρά την άρνηση του πατέρα του, σπούδασε μουσική στο Βουκουρέστι και ήρθε σε ρήξη με την οικογένειά του. Το 1936 συνέχισε τις σπουδές του στο Βερολίνο και στους δασκάλους του ανήκουν ο Άρντολντ Σέρινγκ, ο Ούγκο Ντίστλερ και ο Βάλτερ Γκμάιντλ.

Τον Αύγουστο του 1945 διηύθυνε για πρώτη φορά την Φιλαρμονική του Βερολίνου. Οι ερμηνείες του δίχασαν κοινό και κριτικούς. Κριτική του ασκούσαν για τους πολύ αργούς χρόνους του. Ο ίδιος απαντούσε σ' αυτό:

«Αυτοί οι άσχετοι πιστεύουν ότι χρησιμοποιώ έναν αργό ρυθμό γιατί έτσι το θέλω. Αλλά τι είναι ο ρυθμός; Ο ρυθμός είναι η προϋπόθεση ώστε όλη η ποικιλία που υπάρχει να μειώνεται και να μετατρέπεται σε μια ενότητα, αυτός είναι ο ρυθμός».

Μύθος και όσο ζούσε

Ο Γερμανορουμάνος διευθυντής ορχήστρας αγαπούσε πολύ και ξεχώριζε τη μουσική του Μπετόβεν, του Μπραμς και του Μπρούκνερ. Ιδίως τα έργα του Μπρούκνερ ήταν πολύ συχνά στο ρεπερτόριο που παρουσίαζε σαν διευθυντής της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Μονάχου. Την αγάπη του για τον Μπρούκνερ τη δικαιολογούσε ως εξής:

«Ο Μπρούκνερ είναι ένας άγνωστος ακόμα. Είναι ο πιο μεγάλος από τους συμφωνικούς συνθέτες και αυτό δεν το ξέρει ακόμα ο κόσμος. Μόνο ο Ούγκο Βολφ το ήξερε. Ο τρόπος που χειρίζεται την ορχήστρα ήταν μοναδικός».

Το τελευταίο του κονσέρτο στη Φιλαρμονική του Μονάχου το έδωσε δύο μήνες πριν από το θάνατό του στις 14 Αυγούστου του 1996. Ήδη τότε θεωρούνταν ένας μύθος.

Πηγή: Klaus Gehrke, Μαρία Ρηγούτσου