ΚΑΙΡΟΣ

Συζήτηση για την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα στη Βουλή των Λόρδων - Αμετακίνητη η κυβέρνηση

Your browser doesn’t support HTML5 audio

Από τους συνολικά έντεκα ομιλητές πλην του υφυπουργού που πήραν το λόγο, μόνο ακόμα δύο υπερασπίστηκαν τη διατήρηση των Γλυπτών στο Βρετανικό Μουσείο

Λονδίνο, Θανάσης Γκαβός

Σε παράθεση επιχειρημάτων υπέρ της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα εξελίχθηκε συζήτηση στη βρετανική Βουλή των Λόρδων το απόγευμα της Πέμπτης, παρά το ότι ο εισηγητής ήταν αρνητικός έναντι μιας τέτοιας προοπτικής.

Ο υφυπουργός Πολιτισμού λόρδος Πάρκινσον που εκπροσώπησε την κυβέρνηση, ωστόσο, επέμεινε στις επίσημες θέσεις του Λονδίνου αναφορικά με το ζήτημα.

Όπως είπε, τα Γλυπτά αποκτήθηκαν νομίμως από τον λόρδο Έλγιν και κατά συνέπεια βρίσκονται και ανήκουν σήμερα νομίμως στο Βρετανικό Μουσείο.

Ο λόρδος Πάρκινσον είπε επίσης ότι το μνημείο δεν μπορεί να ενωθεί πλήρως, αφού πολλά τμήματά του χάθηκαν ή καταστράφηκαν στο πέρασμα των αιώνων.

Στάθηκε δε ιδιαιτέρως στο νόμο περί Βρετανικού Μουσείου που απαγορεύει στο «ανεξάρτητο από την κυβέρνηση» ίδρυμα να εκχωρεί μονίμως αντικείμενα της συλλογής του. «Δεν έχουμε σχέδια να αλλάξουμε το νόμο», επανέλαβε εκ μέρους της βρετανικής κυβέρνησης ο υφυπουργός Πολιτισμού.

Συμπλήρωσε δε ότι «είναι δύσκολο να δούμε πώς μπορεί να συμφωνηθεί ένα δάνειο» μεταξύ του Βρετανικού Μουσείου και της ελληνικής πλευράς από τη στιγμή που οι Έλληνες επιμένουν να μην αναγνωρίζουν τη βρετανική κυριότητα επί των Γλυπτών.

Πρόσθεσε πως στην υποθετική περίπτωση που η ελληνική πλευρά αλλάξει θέση, οι άδειες εξαγωγής σε αυτές τις περιπτώσεις επιτρέπουν το δανεισμό εκθεμάτων για μέγιστη περίοδο τριών ετών.

Ο λόρδος Λέξντεν των Συντηρητικών που εξασφάλισε και άνοιξε τη συζήτηση τάχθηκε υπέρ της παραμονής των Γλυπτών στο Λονδίνο, υποστηρίζοντας ότι το Βρετανικό Μουσείο έχει την πλήρη νομική κυριότητα. Μεταξύ άλλων επέκρινε την ελληνική πλευρά για τη χρήση του όρου «κλοπή» αναφορικά με τις ενέργειες του Έλγιν, τη στιγμή που «δεν έχει ζητηθεί κάποια νομική κρίση». Πρόσθεσε δε πως μετά από δύο αιώνες τα «Ελγίνεια» είναι πλέον μέρος και της βρετανικής πολιτιστικής κληρονομιάς.

Από τους συνολικά έντεκα ομιλητές πλην του υφυπουργού που πήραν το λόγο, μόνο ακόμα δύο υπερασπίστηκαν τη διατήρηση των Γλυπτών στο Βρετανικό Μουσείο.

Ενδεικτικά ο λόρδος Χάναν των Συντηρητικών σχολίασε πως «ακόμα και αν ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης μπορούσε να ισχυριστεί ότι κατάγεται απευθείας από τον Φειδία, ε και τι μ' αυτό;». Πρόσθεσε πως αν τα γλυπτά μπορούσαν να επιστρέψουν πάνω στο κτίριο του Παρθενώνα, τότε δε θα υπήρχε συζήτηση.

Η βαρόνη Τσακραμπάρτι των Εργατικών παρατήρησε ότι η κυβέρνηση των Συντηρητικών είναι διατεθειμένη να αλλάξει το νόμο για να στέλνει μετανάστες στη Ρουάντα αψηφώντας δικαστικές αποφάσεις, αλλά δεν νομοθετεί για να προωθήσει την πολιτιστική συνεργασία. Σχολίασε επίσης ότι ο βρετανικός λαός, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, ξέρει να είναι πιο μεγαλόψυχος από τους κυβερνώντες.

Ο λόρδος Άλαν των Φιλελεύθερων Δημοκρατών είπε ότι προτιμά την αθηναϊκή αφήγηση της ιστορίας των Γλυπτών και η βαρόνη Μπένετ των Πρασίνων σημείωσε ότι η Βρετανία στερεί από τον κόσμο την εμπειρία θέασης των Γλυπτών στο χώρο από τον οποίο προέρχονται.

Ο εκ των πρωτεργατών του Brexit λόρδος Φροστ, που είχε προκαλέσει αίσθηση όταν αρχικά είχε ταχθεί υπέρ της επανένωσης, είπε ότι για τον ίδιο δεν πρόκειται για νομικό ζήτημα, αλλά για επιχείρημα που αφορά την καλλιτεχνική και ηθική διάσταση του πράγματος. «Είναι μια ειδική περίπτωση που απαιτεί ειδική λύση», είπε, τονίζοντας ότι τα Γλυπτά «για εμάς τους Βρετανούς είναι ένα πολύ σημαντικό έκθεμα σε ένα μουσείο, αλλά για τους Έλληνες είναι μέρος της εθνικής τους ταυτότητας».

Τάχθηκε υπέρ όχι ενός δανείου, αλλά μιας «μεγάλης χειρονομίας» που μόνο η κυβέρνηση θα μπορούσε να κάνει, δηλαδή να δωρίσει τα Γλυπτά στην Αθήνα στο πλαίσιο μιας ευρείας διμερούς πολιτιστικής συνεργασίας.

Καυτηρίασε δε, όπως και άλλοι ομιλητές, την «απαξιωτική» συμπεριφορά του Ρίσι Σούνακ έναντι του Κυριάκου Μητσοτάκη, με την ακύρωση της συνάντησής τους.

Ο Συντηρητικός λόρδος Βέιζι, πρώην υφυπουργός Πολιτισμού και νυν πρόεδρος του Parthenon Project, παρενέβη για να πει ότι το όλο θέμα αφορά «την επανένωση ενός μοναδικού έργου τέχνης» και ότι προσφέρεται μία μοναδική ευκαιρία για μια μεγάλη χειρονομία και για ενίσχυση μίας σημαντικής διμερούς φιλίας.

Το μέλος του Parthenon Project και συγγραφέας του House of Cards λόρδος Ντομπς, επίσης Συντηρητικός, συμπλήρωσε πως η Βρετανία δε θα χάσει τίποτα αλλά θα ωφεληθεί αν αξιοποιήσει την ευκαιρία για χρήση της «ήπιας δύναμης» για την οποία τόσος λόγος γίνεται.

Ο λόρδος Νταμπς των Εργατικών δηλωσε «έντρομος» από την «ντροπιαστική» συμπεριφορά του Βρετανού πρωθυπουργού έναντι του Έλληνα ομολόγου του. Στάθηκε στο ότι η επανένωση των Γλυπτών δε θα δημιουργούσε προηγούμενο για άλλες διεκδικήσεις, διότι πρόκειται για ένα μοναδικό έργο τέχνης. Εκτίμησε δε ότι θα μπορούσε να επιτευχθεί ακόμα και αλλαγή του νόμου που αφορά τη συλλογή του Βρετανικού Μουσείου.

Ο λόρδος ΜακΝάλι των Φιλελεύθερων Δημοκρατών είπε ότι τα Γλυπτά συνιστούν «ένα δίλημμα που ως λύση έχει μια ευκαιρία», δηλαδή να δείξει η Βρετανία πως ατενίζει το μέλλον με μεγαλοψυχία, ενώ τόνισε παράλληλα τη «μοναδική σημασία» του έργου του Φειδία.

Εκπροσωπώντας, τέλος, το Εργατικό Κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο λόρδος Μπάσαμ επικεντρώθηκε στην πιθανότητα δανεισμού των Γλυπτών, λέγοντας πως αν επιτευχθεί μια αμοιβαία αποδεκτή συμφωνία μεταξύ Βρετανικού Μουσείου και ελληνικής πλευράς «γιατί να σταθούμε εμπόδιο;».

Επανέλαβε πως οι Εργατικοί ως κυβέρνηση δε θα εμπλέκονταν σε μια αλλαγή νομοθεσίας.

Επέκρινε δε τον Ρίσι Σούνακ για έλλειμα ηγεσίας όπως απέδειξε η κίνηση να αποφύγει μία «ενήλικη» συζήτηση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Πηγή: skai.gr