Οι εκλογές δεν είναι ψυχανάλυση...

Πίσω από το παραβάν είμαστε εμείς και ο εαυτός μας. Δεν μας περιμένει ούτε ο ψυχαναλυτής, ούτε ο εξομολογητής, ούτε ο πνευματικός, ούτε κάποιο προσφιλές μας πρόσωπο.

Όπως και πολλά άλλα στη ζωή, η συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία είναι μια πράξη προσωπική, ατομική. Πάμε, ακόμη παρά την τεχνολογική εξέλιξη, στο εκλογικό κέντρο, ίσως και με παρέα, αλλά για να ψηφίσουμε περνάμε πίσω από το παραβάν μόνοι.

Πίσω από το παραβάν είμαστε εμείς και ο εαυτός μας. Δεν μας περιμένει ούτε ο ψυχαναλυτής, ούτε ο εξομολογητής, ούτε ο πνευματικός, ούτε κάποιο προσφιλές μας πρόσωπο.

Είμαστε μόνοι, κρατώντας ένα στύλο, περασμένο σε σπάγκο, έτοιμοι να «σταυρώσουμε» το ψηφοδέλτιο που θα επιλέξουμε ανάμεσα στα πολλά. Μόνοι, χωρίς κάποια βοήθεια, ούτε από το κοινό στην αίθουσα...

Η ψήφος είναι προφανώς προσωπική απόφαση, κατάκτηση του Δημοκρατικού Πολιτεύματος, απολύτως περιφρουρημένο, προστατευμένο ατομικό δικαίωμα με το οποίο εκφράζουμε τη γνώμη σας και επιλέγουμε την κυβέρνηση μέσω της ψήφου στο κόμμα της επιλογής μας. Η επιλογή μας πάλι είναι διεργασία εγκεφαλική. Αποφασίζουμε για την ψήφο μας με το μυαλό μας. Δεν αποφασίζουμε (ή τουλάχιστον προσπαθούμε να μείνουμε ανεπηρέαστοι), ούτε με την καρδιά, ούτε με την ψυχή μας. Η ψήφος είναι λογικό να αντανακλά το συμφέρον, τα προσδοκόμενα οφέλη από πιθανές πολιτικές ή προγραμματικές εξαγγελίες. Δεν είναι λογικό να αντανακλά την ψυχολογική ή και συναισθηματική μας κατάσταση, που ενδεχομένως να αλλοίωνε την ορθότητα της τελικής επιλογής.
Στην τελική, το θυμικό δεν βγάζει κυβέρνηση.

Λογικά, η έκφραση περί της σοβαρότητας των περιστάσεων που επικαλούνται οι πολιτικοί, πρέπει να είναι από εκείνες  που συγκεντρώνουν την περισσότερη απέχθεια του κοινού. Το κοινό δεν έχει άδικο. Μια τυποποιημένη παραχρησιμοποιημένη έκφραση  που ακυρώνει την ουσία της διαπίστωσης. Φέρνει αδιαφορία παρά κινητοποιεί.

Σε μια τέτοια πολιτική στιγμή βρισκόμαστε τώρα. Οι εκλογές, ειδικά με το σύστημα της απλής αναλογικής, είναι εξαιρετικά κρίσιμες για την εξέλιξη της Ελλάδας. Η πορεία της εξαρτάται άμεσα από την σοβαρότητα της επόμενης κυβέρνησης. Η σταθερότητα στον βηματισμό και οι επιλογές θα επηρεάσουν τη θέση στην οποία επιθυμούμε να βρεθεί η πατρίδα μας.

Πρόοδος ή οπισθοδρόμηση; Εκσυγχρονισμός ή πισωγύρισμα; Μεταρρύθμιση ή αντιμεταρρύθμιση;

Εμείς θα επιλέξουμε...

Όσο κι αν φανεί ενοχλητικό ή πιθανώς άλλους να δυσαρεστήσει, η σημερινή πολιτική εικόνα παραπέμπει ευθέως στο 2015!

Η Ελλάδα ξαναβρίσκεται, πάλι, σ´ ένα ακόμη σταυροδρόμι. Το ΚΙΝΑΛ ΠΑΣΟΚ έχασε την ευκαιρία να καταδείξει και να πείσει ότι παραμένει κόμμα εξουσίας, ασχέτως εάν τα τελευταία χρόνια υποχώρησε σημαντικά στην προτίμηση του κοινού. Ο ΣΥΡΙΖΑ αδιαφόρησε πλήρως τριάμισι χρόνια στην οργάνωση που απαιτείτο να κάνει ώστε να επανέλθει ως κόμμα εξουσίας και να διεκδικήσει εκ νέου την εξουσία.

Προτίμησε να περιχαρακωθεί στην περίμετρο του κατά κύριο λόγο αντισυστημικού χώρου, αναζητώντας ψήφους με χαρακτηριστικά λούμπεν, προκειμένου να κρατήσει το ποσοστό των εκλογών του 2019. Δεν ανασυγκροτήθηκε ώστε να αναζητήσει κάτι άλλο από το κοινό του 70% στο οποίο η Ν.Δημοκρατία διεκδικεί την αυτοδυναμία.

Είναι κοινός τόπος, στο πεδίο της λογικής, ότι ο Μητσοτάκης δεν έχει αντίπαλο, παρά μόνο τον «κακό» κατά καιρούς εαυτό του. Όμως, παρά τα προτερήματα που συνομολογούνται ακόμη και από τους επικριτές του, οι σκοτεινές στιγμές της κυβέρνησης επηρεάζουν την ορθή κρίση ψηφοφόρων, όταν αφήνονται να «σκεφθούν» με την καρδιά τους. Στην περίπτωση η ραγισμένη καρδιά είναι ο κακός σύμβουλος, που δεν πρέπει να βρει χαραμάδα να τρυπώσει.

Αυτό εξαρτάται ξανά από τον Μητσοτάκη και την Κυβέρνηση. Δεν συγχωρείται πλέον κανένα λάθος!
Ούτε φυσικά από τους ψηφοφόρους...