Economist: Ο επικίνδυνος Φρανσουά Ολάντ

Ανεξάρτητα του τι γνώμη έχουμε για αυτήν, η απλή πραγματικότητα είναι πως η Γαλλία είναι μία χώρα που «μετράει». Το ΑΕΠ της υπερβαίνει τα 2 τρισεκατομμύρια ευρώ, ο πληθυσμός της αγγίζει τα 65 εκατομμύρια, ενώ το παλάτι των Ηλυσίων αποτελεί το έτερον ήμισυ στον γαλλογερμανικό άξονα που οδηγεί κατά τα τελευταία χρόνια την Ευρώπη.

Ο πρόεδρος της Γαλλίας είναι, εκ των πραγμάτων, ένας ισχυρός άνθρωπος, και είναι ακριβώς αυτή η επιρροή που καθιστά τον Σοσιαλιστή υποψήφιο, Φρανσουά Ολάντ, έναν «αρκετά επικίνδυνο» άνδρα εάν αναλάβει την προεδρία της χώρας, σύμφωνα με το περιοδικό Economist.

«Εάν είχαμε ψήφο στις 6 Μαΐου, θα τη δίναμε στον κ. Σαρκοζί», συνεχίζει η συντακτική ομάδα του Economist, «όχι όμως για τα προτερήματά του, αλλά για να κρατήσουμε τον κ. Ολάντ μακριά [από τον προεδρικό θώκο]».

Ομολογουμένως, με έναν Σοσιαλιστή πρόεδρο η Γαλλία θα είχε τη βούληση να αντισταθεί στη σκληρή και μονολιθική πολιτική λιτότητας, που πηγάζει από το Βερολίνο και «στραγγαλίζει τις πιθανότητες της ευροζώνης να ανακάμψει [από την κρίση]». Το πρόβλημα όμως είναι ότι ο κ. Ολάντ θα επιδίωκε την μετρίαση της λιτότητας για «τους λάθος λόγους», ενώ τα υπόλοιπα λάθη του «θα έθεταν σε κίνδυνο την ευημερία της Γαλλίας και της ευρωζώνης».

Γιατί η πολιτική Ολάντ θα μπορούσε να αποβεί επικίνδυνη για τη Γαλλία;

Μολονότι οι προεκλογικές εκστρατείες όλων των υποψηφίων εθελοτυφλούν, «η Γαλλία χρειάζεται απεγνωσμένα μεταρρυθμίσεις». Το δημοσιονομικό έλλειμμά της χώρας για το 2011 ξεπέρασε τα 103 δισεκατομμύρια ευρώ, 5,2% του ΑΕΠ, ενώ ο προϋπολογισμός δεν έχει πετύχει πλεόνασμα για περισσότερα από 35 χρόνια. Το δημόσιο χρέος της Γαλλίας ανέρχεται στα 1,7 τρισεκατομμύρια, δηλαδή 85,8% του ΑΕΠ, ενώ η ανεργία κατά την τελευταία τριετία κυμαίνεται μεταξύ 9,5 και 9,7%.

Το πρόγραμμα του Σοσιαλιστή ηγέτη μοιάζει με μία «πολύ κακή απάντηση σε όλα αυτά», συνεχίζει το Economist. «Μιλάει πολύ για κοινωνική δικαιοσύνη αλλά σχεδόν καθόλου για την ανάγκη παραγωγής πλούτου. Ενώ υπόσχεται να περικόψει το έλλειμμα, σχεδιάζει να το πετύχει αυξάνοντας τους φόρους, όχι μειώνοντας τις δαπάνες».

Υποστηρικτές του κ. Ολάντ βλέπουν στο πρόσωπό του έναν πραγματιστή, που θα υποχρεωθεί σε «καλή συμπεριφορά από τη Γερμανία και τους ανήσυχους επενδυτές». Αντιλαμβάνονται μάλιστα τις ακραίες προεκλογικές του προτάσεις (φορολογικό συντελεστή 75% για τους πλουσιότερους και επιστροφή του ορίου συνταξιοδότησης στα 60 χρόνια) ως συμβολικές κινήσεις που θα επηρέαζαν ελάχιστους γάλλους πολίτες.

Υπό αυτό το πρίσμα, ο Σοσιαλιστής υποψήφιος είναι ένας μετριοπαθής πολιτικός, «μπαρουτοκαπνισμένος» από τη συνεργασία του με ηγέτες του παρελθόντος όπως ο Φρανσουά Μιτεράν και ο Ζακ Ντελόρ. Δεδομένων των όσων έχει πει όμως, «μοιάζει πολύ αισιόδοξο να υποθέσουμε ότι ο κ. Ολάντ θα κάνει το σωστό [...] ενώ φανερώνει μία βαθιά αντι-επιχειρηματική νοοτροπία».

Ακόμα και στο ζήτημα του δημοσιονομικού συμφώνου, το οποίο ο κ. Ολάντ θέλει να εμπλουτίσει με μέτρα υπέρ της ανάπτυξης, η στάση των Σοσιαλιστών αντανακλά μία απόλυτη απόρριψη της ανάγκης για μεταρρυθμίσεις, μία «θέληση να προασπιστεί το [σπασμένο] γαλλικό μοντέλο με κάθε κόστος».

«Ένας γάλλος πρόεδρος τόσο εχθρικός προς την αλλαγή θα υπόσκαπτε τη θέληση της Ευρώπης να επιδιώξει τις επίπονες μεταρρυθμίσεις, που [είναι απαραίτητες] προκειμένου να επιβιώσει το ευρώ. Αυτό τον κάνει έναν αρκετά επικίνδυνο άνδρα», καταλήγει το Economist.
Πηγή: Επιμέλεια: Μαράκης Αλέξανδρος