ΚΑΙΡΟΣ

Πέρα από τα νησιά: Η «άλλη Ελλάδα» στη Διεθνή Έκθεση Τουρισμού

Η Ελλάδα δεν προσφέρει μόνο καλοκαίρι-ήλιο-θάλασσα. Μικρότεροι ή όχι τόσο γνωστοί προορισμοί δίνουν τη δική τους τουριστική μάχη. Και την κερδίζουν, όπως φάνηκε στο Βερολίνο

Καταγάλανες παραλίες με κρυστάλλινα νερά σε μια μεγάλη, ποικιλόμορφη ακτογραμμή, ξακουστά τοπικά εδέσματα, φύση που κόβει την ανάσα, πολιτισμός, ιστορία. Ναι, οι περιγραφές αυτές είναι συνυφασμένες με την Ελλάδα. Αλλά οι ξένοι και ειδικότερα οι Γερμανοί τουρίστες συνήθως όταν λένε Ελλάδα εννοούν τα ελληνικά νησιά το καλοκαίρι. Τις ίδιες όμως επιλογές -και ίσως πολύ περισσότερες- σε συνδυασμό με βουνά, πόλεις με τη δική τους τοπική ιστορία και παραδοσιακά χωριά, προσφέρει εδώ και χρόνια η περιοχή της ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, η οποία αθόρυβα διανύει τη δική της «χρυσή εποχή», όπως μας είπε στη Διεθνή Έκθεση Τουρισμού ΙΤΒ του Βερολίνου, που ολοκληρώθηκε χθες, ο Γιώργος Σγούρος, υπεύθυνος Τουρισμού αν. Μακεδονίας και Θράκης: «Αν κάτι μπορούμε να πούμε για την ανατολική Μακεδονία και Θράκη είναι ότι μοιάζει με ένα ψηφιδωτό από εμπειρίες. Μπορούμε ως περιοχή να προσφέρουμε τα πάντα».

Από την αρχαιότερη οροσειρά της Ευρώπης, τη Ροδόπη, με σπάνια είδη χλωρίδα και πανίδας, σπήλαια μέχρι πολιτισμό και ιστορία, από το διάσημο καρναβάλι της Ξάνθης μέχρι τον αρχαιολογικό χώρο των Φιλίππων κοντά στην Καβάλα, η βορειοανατολική Ελλάδα κρύβει «διαμάντια». Όπως και τα δύο νησιά της περιοχής, η Θάσος και η Σαμοθράκη. Κορυφαίοι προορισμοί στην περιοχή είναι σταθερά η Καβάλα και η Θάσος αλλά πλέον «ανεβαίνουν πολύ» και η Αλεξανδρούπολη, η Ξάνθη με την Παλιά Πόλη και τα ξακουστά σιροπιαστά της και βέβαια η Δράμα με τον εναλλακτικό τουρισμό και τα διάσημα οινοποιεία της με κορυφαίες ετικέτες που πωλούνται στη διεθνή αγορά. «Η Εγνατία Οδός, η αρχαία αυτή οδός, έχει κάνει εύκολη την πρόσβαση στην περιοχή μας. Το ταξίδι είναι ευχάριστο και ασφαλές μέχρι τα σύνορα με την Τουρκία», αναφέρει ο κ. Σγούρος μιλώντας στην DW.

Αναρρίχηση στα Μετέωρα, πεζοπορία στο Πήλιο, καταδύσεις στην Αλόννησο

Για τα καλά όμως στον ευρωπαϊκό -και όχι μόνο- τουριστικό χάρτη έχει μπει τα τελευταία χρόνια και η Θεσσαλία. Όχι μόνο με την κοσμοπολίτικη Σκιάθο ή την Σκόπελο της ταινίας «Mama mia», αλλά και με το Πήλιο, ιδανικό για ορεινή πεζοπορία με υψηλού επιπέδου καταλύματα, τα ιστορικά Τρίκαλα και τα επιβλητικά Μετέωρα ή την σταθερά ανερχόμενη Λίμνη Πλαστήρα. Η Θεσσαλία είναι εναλλακτική και συνδυάζει πολλές επιλογές. Ο Θανάσης Τσιάρας από την περιφέρεια Θεσσαλίας δίνει την εικόνα: «Συνδυάζει θρησκευτικό τουρισμό, ορειβασία, καταδυτικά πάρκα όπως στην Αλόννησο. Θέλω να πιστεύω ότι μετά την ΙΤΒ θα προσελκύσουμε κι άλλους τουρίστες. Οι Γερμανοί προτιμούν τη Θεσσαλία, τα Μετέωρα, τα παράλια της Λάρισας και του Βόλου και θέλω να πιστεύω ότι θα έχουμε περαιτέρω αύξηση στο εξής.»

Έκδηλη ωστόσο είναι η ανησυχία και η θλίψη στη Θεσσαλία για το μέλλον των σιδηροδρομικών συνδέσεων στην περιοχή μετά την τραγωδία στα Τέμπη. Ο σιδηρόδρομος αποτελεί «ραχοκοκαλιά της Ελλάδας που συνδέει την Αθήνα με τη Θεσσαλονίκη κι από εκεί με τα Βαλκάνια και είναι άμεσα συνδεδεμένος με τη συγκοινωνία στην περιοχή της Θεσσαλίας. «Ο πρωθυπουργός εξήγγειλε ότι θα ολοκληρωθεί σε τρεις μήνες η ηλεκτροκίνηση από Αθήνα για Θεσσαλονίκη. Αν αυτό συμβεί θα υπάρχει ασφάλεια στον σιδηρόδρομο, αυτή τη στιγμή είναι όλα χειροκίνητα», αναφέρει ο κ. Τσιάρας στην DW.

Θεσσαλονίκη-Χαλκιδική πάνε μαζί

Με κοινή εκπροσώπηση στην ΙΤΒ «κατεβαίνουν» πλέον η Χαλκιδική και η Θεσσαλονίκη, προτείνοντας στον τουριστικό κόσμο κοινά συνδυαστικά πακέτα: το καλοκαίρι Χαλκιδική και τον χειμώνα Θεσσαλονίκη. Η Θεσσαλονίκη μπορεί για τους Έλληνες να μη χρειάζεται συστάσεις, όμως μέχρι πριν από λίγες δεκαετίες δεν ήταν συνήθης διεθνής τουριστικός προορισμός. Αυτό έχει αλλάξει, με τον κύριο όγκο των τουριστών να προέρχονται μάλιστα από το Ισραήλ και τη Γερμανία. Η Μαρία Πουλουκτσή από τον Τουριστικό Οργανισμό Θεσσαλονίκης σημειώνει: «Η Θεσσαλονίκη αξίζει να είναι τουριστικός προορισμός. Έχει 15 μνημεία της Unesco. Είναι η πρώτη πόλη της Ελλάδας που έχει ενταχθεί και στον κατάλογο πόλεων γαστρονομίας της Unesco και οπωσδήποτε αυτό πρέπει να το εξαργυρώσει». Όπως μας είπε, η πλειοψηφία των τουριστών έρχονται στη Θεσσαλονίκη από το Ισραήλ και τη Γερμανία.

Και στη Χαλκιδική το 35% των τουριστών είναι Γερμανοί, σύμφωνα με τον Γιώργο Μπρουτζά, διευθυντή του οργανισμού τουριστικής προβολής Χαλκιδικής. Μάλιστα, όπως επισημαίνει, οι απώλειες από τους Ρώσους τουρίστες που τα προηγούμενα έτη άγγιζαν τις 180.000 αλλά και τους Ουκρανούς (40.000), αντισταθμίστηκαν από τις αφίξεις Γερμανών, Ολλανδών και Σκανδιναβών τουριστών. «Απεγκλωβίστηκε η Χαλκιδική από το κομμάτι της ρωσικής αγοράς. Φέτος είχαμε γύρω στους 12.000 Ρώσους τουρίστες, οι οποίοι έρχονται κυρίως μέσω Κωνσταντινούπολης και μέσω Λευκωσίας», συμπληρώνει ο κ. Μπρουτζάς.

Η ξεχωριστή περίπτωση της Ηπείρου

Αν θέλει κανείς πάντως να μιλήσει με απτά παραδείγματα και ιστορίες επιτυχίας για την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου στην Ελλάδα ή τους νέους «τοπ» χειμερινούς προορισμούς, η αναφορά στην Ήπειρο είναι επιτακτική. Μπορεί κάποτε η πρόσβαση στη δύσβατη αυτή περιοχή να ήταν δύσκολη, πλέον όμως η Ιόνια Οδός έχει αλλάξει άρδην την κατάσταση.

Όπως μας είπε ο Δημήτρης Χάνδρας, ξενοδόχος από τα Τζουμέρκα, τα τελευταία χρόνια η Ήπειρος βιώνει πράγματι στην πράξη αυτή την «στροφή» του τουριστικού προφίλ της Ελλάδας, για την οποία όλοι μιλούν. Η Ήπειρος προσφέρει πολλά στους ταξιδιώτες: «Από την Πάργα, τα Σύβοτα και την Πρέβεζα στο Ιόνιο μέχρι τους ορεινούς όγκους της, τα Τζουμέρκα, το Ζαγόρι, το Μέτσοβο και βέβαια υπάρχει και η έντονη ζωή της πόλης στα Ιωάννινα».

Στα Τζουμέρκα οι ξένοι τουρίστες προέρχονται κυρίως από το Ισραήλ, τη Γερμανία και την Ολλανδία, μας λέει ο κ. Χάνδρας, και όσοι έρχονται στην Ήπειρο για διακοπές επιστρέφουν σε αυτή με χαρά. Πάντως η ενεργειακή κρίση στους κρύους ορεινούς όγκους της περιοχής αύξησε τον φετινό χειμώνα αισθητά το κόστος και «ζόρισε» επιχειρηματίες και πελάτες. Ωτόσο οι απώλειες, όπως εξηγεί ο Δημήτρης Χάνδρας, ήταν διαχειρίσιμες. «Εξισορροπήθηκαν τόσο με τον κοινωνικό τουρισμό όσο και με την αυξημένη τουριστική ζήτηση πλέον από το εξωτερικό».

Πηγή: DW - Δήμητρα Κυρανούδη, Βερολίνο