ΚΑΙΡΟΣ

Διάγνωση καρκίνος: Διαβάστε πώς βοηθά η Ψυχο-ογκολογία

Το χτύπημα είναι μεγάλο, για τον ίδιο τον καρκινοπαθή, αλλά και για το περιβάλλον του. Δύο παθόντες εξιστορούν πόσο η Ψυχο-ογκολογία τους βοήθησε να ξεπεράσουν τον φόβο του θανάτου

«Το χειρότερο για μένα δεν ήταν η ίδια η διάγνωση, αλλά ότι έμαθα πρόσφατα ότι οι γιατροί βρήκαν και πάλι καρκινικά κύτταρα στο σώμα μου», λέει ο Κουρτ Σρέντερ, που μιλά με αυτό το ψευδώνυμο. «Μια καθόλου καλή είδηση όταν πάσχεις από  καρκίνο του παγκρέατος. Εγχειρίστηκα, αλλά έμειναν παρόλα αυτά υπολείμματα από καρκινικά κύτταρα, θα ήταν καλύτερο να μην έβρισκαν τίποτα, αλλά είμαι ένας ασυγκράτητα αισιόδοξος».

Ο Σρέντερ, 61 ετών, ήταν πάντα υγιής. Ασχολείται με τα χόμπι του με πάθος, τη φυσική ιστορία και τη φωτογραφία. Τον Αύγουστο του 2022 διαγνώστηκε με καρκίνο, τον Οκτώβριο έγινε η πρώτη επέμβαση. Αφαιρέθηκαν η κεφαλή του παγκρέατος και το δωδεκαδάκτυλο. Ακολούθησε χημειοθεραπεία, με τις γνωστές παρενέργειες όπως ναυτία, εμετός και αλλαγές στη γεύση. «Το ψωμί απέκτησε τη γεύση γυαλόχαρτου, οι μπανάνες ήταν σιρόπι, δεν μπορούσα να τις φάω». Έτσι απευθύνθηκε στην Γκούντρουν Μπρουνς, επικεφαλής του Καρκινολογικού Κέντρου στο Μίντστερ.

Βάρος στη συναισθηματική και ψυχολογική πτυχή

Η Μπρουνς έχει μακρά εμπειρία στον τομέα της Ψυχο-ογκολογίας, ενός επιστημονικού κλάδου, που αναπτύχθηκε στη δεκαετία του 70. «Η Ψυχο-ογκολογία ασχολείται με τις ψυχολογικές και κοινωνικές αλλαγές που δημιουργούνται από την ασθένεια του καρκίνου. Υπάρχει επίσης αλληλεπίδραση ανάμεσα στη σωματική και ψυχική κατάσταση του ασθενούς», λέει η Μπρουνς. Μελέτες έχουν δείξει ότι περίπου το 25 με 30% όλων των ατόμων που διαγιγνώσκονται με καρκίνο αναπτύσσουν ψυχολογικές διαταραχές ή ψυχοκοινωνικές βλάβες κατά τη διάρκεια της νόσου. Το προσωπικό των συμβουλευτικών κέντρων δίνει βάρος στα ατομικά προβλήματα των καρκινοπαθών και τους φόβους τους, προκειμένου να τους συνοδεύσει στη δύσκολη πορεία επιστροφής στην καθημερινή ζωή. Παρέχει επίσης βοήθεια σε πρακτικά θέματα και πληροφορίες σχετικά με τα επόμενα πιθανά βήματα: Στη Γερμανία, για παράδειγμα, ένα από αυτά είναι η υποβολή αίτησης για την απόκτηση κάρτας αναπηρίας. Πολλοί δεν γνωρίζουν καν ότι μπορούν να την  διεκδικήσουν. «Η Μπρουνς γνωρίζει πολλούς ανθρώπους και θεσμούς, έχει διασυνδέσεις που ούτε εσείς οι ίδιοι δεν γνωρίζετε", λέει ο Σρέντερ "Είναι μια τεράστια ψυχολογική ανακούφιση, όταν ξέρεις ότι μπορείς να απευθυνθείς σε διάφορους φορείς που σε υποστηρίζουν με πολλούς τρόπους».

Μερικοί από τους στόχους της Ψυχο-ογκολογικής Εταιρείας IPOS είναι η στροφή της προσοχής στη συναισθηματική και ψυχολογική πτυχή του καρκίνου, η ενσωμάτωσή τους στη θεραπεία της ασθένειας και η βελτίωση των συνθηκών παγκοσμίως. Ο οργανισμός ιδρύθηκε το 1984 με έδρα το Τορόντο και τη Νέα Υόρκη και έχει δεσμευτεί να καταστήσει την Ψυχο-Ογκολογία αναπόσπαστο κομμάτι της θεραπείας του καρκίνου παγκοσμίως. Σε αυτό βοηθούν οι διεθνείς συνεργασίες και οι διάφορες ομάδες συμφερόντων, και φυσικά και πρωτίστως η εντατική έρευνα. Πρόκειται εξάλλου για περισσότερα από 19 εκατομμύρια άτομα που διαγνώσθηκαν με καρκίνο μόνο το 2020, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Έρευνας για τον Καρκίνο (IARC).Ο αριθμός θα αυξηθεί. Ο IARC εκτιμά ότι ο αριθμός των θανάτων από καρκίνο παγκοσμίως θα διπλασιαστεί σχεδόν από 9,96 εκατομμύρια το 2020 σε περίπου 16,3 εκατομμύρια το 2040. Αυτό καθιστά ακόμη πιο σημαντική την προσφορά της Ψυχο-Ογκολογικής συμβουλευτικής και θεραπείας παγκοσμίως. Οι ανησυχίες και οι φόβοι που αντιμετωπίζουν οι πάσχοντες είναι σχεδόν οι ίδιοι, ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για ανθρώπους στην Αφρική, την Ασία ή την Ευρώπη, και ανεξάρτητα από τον τύπο του καρκίνου.

Ψυχολογική στήριξη και στους συγγενείς

Δεν είναι όμως μόνο ο ίδιος ο ασθενής αλλά και το περιβάλλον του. Η διάγνωση του καρκίνου φέρνει τα πάνω κάτω στη ζωή των συγγενών. Μελέτες δείχνουν ότι εκτίθενται επίσης σε έντονο ψυχολογικό στρες, επειδή αλλάζει και η καθημερινότητά τους. «Οι συγγενείς έχουν συχνά την αίσθηση ότι πρέπει να στηρίξουν τον άρρωστο στο μέγιστο δυνατό βαθμό και τότε η δική τους ζωή χάνεται εντελώς από το οπτικό πεδίο. Αν όμως κάποιος ικανοποιεί τις δικές του επιθυμίες και ανάγκες, αυτό συχνά συνδέεται με ηθικούς ενδοιασμούς και ενοχές, ακόμη και αν πρόκειται απλώς για μια επίσκεψη στον κινηματογράφο ή για διάφορες δραστηριότητες αναψυχής», εξηγεί η Μπρουνς. «Μια τέτοια συμπεριφορά, ωστόσο, δεν βοηθάει κανέναν, είναι απολύτως απαραίτητο οι συγγενείς να βρουν τρόπους για να επαναφορτίσουν τις δικές τους μπαταρίες».

Ο Σρέντερ έχει ιδία εμπειρία. Γνωρίζει από πρώτο χέρι ότι η υπερβολική αυτοθυσία μπορεί γρήγορα να γυρίσει στο αντίθετο. Η σύντροφός του, Σιμόνε Μπούρμαν, (κι αυτό ψευδώνυμο), είχε ήδη διαγνωσθεί με καρκίνο το 2010. «Όταν συνόδευα τη σύντροφό μου τότε, συνειδητοποίησα πόσο τρομερά εξαντλητικό ήταν», θυμάται ο Σρέντερ. «Στη συνέχεια, όταν πήρα τη δική μου διάγνωση για καρκίνο, συνέχισα να λέω στην σύντροφό μου να μην έρχεται καθημερινά στο νοσοκομείο. Κάποια στιγμή έφτασε στα όριά της και κατέρρευσε ψυχικά". Η Μπούρμαν είχε διαγνωστεί τότε με καρκίνο του τραχήλου της μήτρας. «Ήταν ένας όγκος που αναπτυσσόταν γρήγορα και υποβλήθηκα σε τρεις επεμβάσεις», λέει. «Μου αφαιρέθηκε η μήτρα και τμήματα του κόλπου». Από τότε η 55χρονη ζει μια κανονική ζωή χωρίς καρκίνο.

Η ίδια βίωσε την παραμονή της στο νοσοκομείο εντελώς διαφορετικά από τον σύντροφό της. «Για εμένα ήταν πολύ σημαντικό να έχω συχνές επισκέψεις, να έχω υποστήριξη και να ξέρω ότι κάποιος είναι εκεί». «Μετά από διάγνωση καρκίνου βγαίνει συνήθως στην επιφάνεια όλη η γκάμα των συναισθημάτων. Όχι μόνο ο φόβος, θυμός και διακυμάνσεις στη διάθεση, αλλά και θλίψη», λέει η Μπρουνς. «Θλίψη για την απώλεια του αγαθού της υγείας που είχε κάποιος πριν αρρωστήσει». Γιατί πριν από τη διάγνωση οι περισσότεροι θεωρούν την υγεία δεδομένη. Βέβαια στο μεταξύ οι καρκίνοι είναι πιο ιάσιμοι και καλύτερα θαραπεύσιμοι. "Αλλά αυτό που μένει είναι ο συσχετισμός της ασθένειας με τον θάνατο" επισημαίνει η Μπρουνς. «Η συνεχής ενθάρρυνση των καρκινοπαθών ξανά και ξανά είναι ένα από τα πιο σημαντικά καθήκοντα στην Ψυχο-ογκολογία. "Συχνά το ζητούμενο είναι να μην αφήνουμε τους ανθρώπους μόνους τους και απλά να τους ακούμε». Από τη δική του εμπειρία ο Σρέντερ λέει ότι συγκεκριμένη διαδικασία δεν υπάρχει. «Οι συζητήσεις απλά προέκυπταν από μέρα σε μέρα. Ξεκίνησαν, για παράδειγμα, με την κυρία Μπρουνς να ρωτά: "Πώς είστε σήμερα; Και μετά απλά αρχίζεις να μιλάς και να μιλάς».

Πηγή: Deutsche Welle