Το «δώρο» του ΟΠΕΚ+ στη Ρωσία βάζει φωτιά στο πετρέλαιο

Πρόκειται για τη μεγαλύτερη μείωση παραγωγής από την αρχή της πανδημίας και, όσο και εάν προσπάθησε η Ουάσινγκτον για το αντίθετο, δεν κατάφερε να περάσει τη γραμμή της

της Αθηνάς Παπακώστα

Η απόφαση του ΟΠΕΚ+, μετά την εισήγηση Ρωσίας και Σαουδικής Αραβίας, για την περικοπή της παραγωγής πετρελαίου κατά δύο, τελικά, εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα ελήφθη. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη μείωση παραγωγής από την αρχή της πανδημίας και, όσο και εάν προσπάθησε η Ουάσινγκτον για το αντίθετο, δεν κατάφερε να περάσει τη γραμμή της. 

Η Μόσχα κατόρθωσε να βρει έναν σύμμαχο στον εν εξελίξει ενεργειακό πόλεμο που έχει κηρύξει τους τελευταίους μήνες κατά της Δύσης. Η Σαουδική Αραβία δεν πείστηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες -παρά την επίσκεψη Μπάιντεν πριν από σχεδόν τρεις μήνες στο Ριάντ- και ο πρίγκιπας διάδοχος, Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν, προτίμησε να ταχθεί υπέρ της σχέσης του με το Κρεμλίνο. 

Η χρονική στιγμή για τη λήψη της εν λόγω απόφασης έχει σημασία. Πριν από έξι μήνες, οι τιμές του πετρελαίου είχαν εκτιναχθεί έως και τα 130 δολάρια το βαρέλι εξαιτίας της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και τώρα ο «πόλεμος του πετρελαίου» κλιμακώνεται, εκ νέου.

Σε γραπτή τους δήλωση, ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, Τζέικ Σάλιβαν, και ο επικεφαλής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου της χώρας, Μπράϊαν Ντίζι, τονίζουν ότι ο αμερικανός πρόεδρος είναι «απογοητευμένος από αυτή την κοντόφθαλμη απόφαση». 

Οι Ηνωμένες Πολιτείες πίεζαν για όσο δυνατόν περαιτέρω απελευθέρωση του αποθηκευμένου πετρελαίου με σκοπό να μειωθεί το ενεργειακό κόστος, μία κίνηση - κλειδί εν όψει όχι μόνο του χειμώνα αλλά και των ενδιάμεσων εκλογών στη χώρα, τον Νοέμβριο. Ταυτόχρονα, ζητώντας αύξηση της παραγωγής, στόχευαν στη μείωση των τιμών της ενέργειας που τροφοδοτούν τον πληθωρισμό ασκώντας, παράλληλα, περαιτέρω οικονομική πίεση στη Μόσχα η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα έσοδα από το πετρέλαιο, χρήματα τα οποία διοχετεύει στην πολεμική της μηχανή.  

Πολλές, μάλιστα, ήταν οι χώρες που σταμάτησαν να αγοράζουν πετρέλαιο από τη Ρωσία μετά την εισβολή στις 24 Φεβρουαρίου του τρέχοντος έτους και το ρωσικό πετρέλαιο έφτασε να κοστίζει 30 δολάρια λιγότερα από το Μπρεντ. 

Η JP Morgan κρίνει ότι η Ουάσινγκτον δεν θα μείνει με σταυρωμένα τα χέρια και θεωρεί, σχεδόν με βεβαιότητα, ότι θα προβεί σε αντίμετρα αποδεσμεύοντας στρατηγικά αποθέματα πετρελαίου των ΗΠΑ. Όπως, χαρακτηριστικά, αναφέρεται στην ανακοίνωση του Λευκού Οίκου, στο πλαίσιο των αποφάσεων του περασμένου Μαρτίου, αναμένεται να απελευθερωθούν επιπλέον 10 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου, τον επόμενο μήνα, δίχως να αποκλείονται περαιτέρω ενέργειες. 

Το βλέμμα στρέφεται επίσης και στο γεωπολιτικό πεδίο αφού η απόφαση του ΟΠΕΚ+, στον οποίο μετέχουν οι 13 χώρες μέλη του ΟΠΕΚ και οι 10 σύμμαχοι τους - συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας - δημιουργεί προβλήματα στην προσπάθεια της Δύσης να κερδίσει τον οικονομικό πόλεμο με το Κρεμλίνο. 

Το τελευταίο χρονικό διάστημα οι τιμές του πετρελαίου υποχωρούσαν, επιτρέποντας - κυρίως στην ΕΕ - να πάρει μία ανάσα ενώ, συνεχιζόταν η μάχη της με τις τιμές φυσικού αερίου. Το σκηνικό, όμως, άλλαξε μετά την ανακοίνωση της περικοπής παραγωγής πετρελαίου κατα δύο εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως και το Μπρεντ, την Τετάρτη, αυξήθηκε κατά 2%, στα 93 δολάρια το βαρέλι. Αναλυτές κάνουν λόγο για αναπόφευκτη αύξηση των τιμών και μετακύλιση του κόστους. 

Η Ρωσία, αυτή τη στιγμή, είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής πετρελαίου της Κίνας και ο τρίτος μεγαλύτερος της Ινδίας. Από κοινού, οι δύο αυτές χώρες εισήγαγαν, τον περασμένο Μάρτιο, περισσότερο πετρέλαιο από όσο τα 27 Κράτη - Μέλη της Ένωσης. Κάποτε η Ευρώπη αντιπροσώπευε το ήμισυ των συνολικών εξαγωγών πετρελαίου της Ρωσίας. Τώρα, εν μέσω των δυσοίωνων προβλέψεων για παγκόσμια οικονομική... αταξία, οι Βρυξέλλες προετοιμάζονται για απαγόρευση εισαγωγών ρωσικού αργού ασκώντας, αναπόφευκτα, επιπλέον πίεση στις παγκόσμιες αγορές πετρελαίου.  

Πηγή: skai.gr