Κλείσιμο

ΔΝΤ: Η ενίσχυση των κεφαλαιακών αναχωμάτων των τραπεζών περιορίζει τους κινδύνους

Οι μεγάλες τράπεζες έχουν ένα μοντέλο λειτουργίας που ενέχει κινδύνους και εγείρει το μεγαλύτερο μέρος των συστημικών ρίσκων για τους φορολογούμενους, σύμφωνα με νέα μελέτη αναλυτών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Σύμφωνα με την έρευνα, κατά τη δεκαετία πριν την κρίση του 2008 τα περιουσιακά στοιχεία των μεγαλύτερων τραπεζών, συμπεριλαμβανομένων των επισφαλών επενδύσεων, 10πλασιάστηκαν.

Την ίδια στιγμή ωστόσο, το μέγεθος των σταθερών κεφαλαιακών αποθεμάτων από καταθέσεις μειώθηκε, και τα ασφαλή έσοδα από παραδοσιακά δάνεια συρρικνώθηκαν, δημιουργώντας μία ανισορροπία μεταξύ επισφαλειών και αξιόπιστων περιουσιακών στοιχείων.

Κατά τους μελετητές του ΔΝΤ, αυτή η ανισορροπία, σε συνδυασμό με τη στροφή των μεγάλων τραπεζών μακριά από πιο παραδοσιακές δραστηριότητες, προκαλεί μεγάλα συστημικά ρίσκα για τους φορολογούμενους, καθώς γιγαντώνει το μέγεθος της "τρύπας" που θα πρέπει να καλυφθεί σε περίπτωση διάσωσης των ιδρυμάτων.

Πίσω από αυτή τη διόγκωση των επισφαλών δραστηριοτήτων βρίσκεται πρωτίστως η σιωπηρή προσδοκία των μεγάλων τραπεζών πως αν βρεθούν σε κίνδυνο θα διασωθούν από το Δημόσιο, ακριβώς επειδή είναι «too big to fail».

Παρά την κριτική που ασκούν όμως, οι αναλυτές του Ταμείου υπογραμμίζουν πως το ιδανικό μέγεθος μιας τράπεζας δεν είναι δυνατό να υπολογιστεί.

Συνεπώς, ως καλύτερη λύση για την χαλιναγώγηση του συστημικού κινδύνου που εγείρουν οι μεγάλες τράπεζες, συστήνουν όχι την επιβολή περιορισμών στο μέγεθος των ιδρυμάτων, αλλά την ενίσχυση των κεφαλαιακών αναχωμάτων που πρέπει να τηρούν οι μεγάλες τράπεζες.

Ενδεικτικά, οι αναλυτές αναφέρουν πως αν μία τράπεζα με περιουσία ύψους 1 τρισ. δολάρια αυξήσει το ποσοστό κεφαλαιακών αποθεμάτων που πρέπει να έχει κατά 2,5 μονάδες θα μειώσει τον συστημικό κίνδυνο που γεννά για τους φορολογούμενους κατά 25%.
Πηγή: Αλέξανδρος Μαράκης