Αποφεύγεται ο «εμπορικός πόλεμος» με την Ουάσινγκτον; ΗΠΑ και ΕΕ δεσμεύτηκαν να επιλύσουν τις διαφορές τους

Οι αμερικανικές επιδοτήσεις, ειδικά για την αυτοκινητοβιομηχανία, προκάλεσαν την αντίδραση της Ευρώπης

Αποφεύγεται ο «εμπορικός πόλεμος» με την Ουάσινγκτον; Οι ΗΠΑ και η ΕΕ δεσμεύτηκαν τη Δευτέρα να επιλύσουν τις διαφορές τους σχετικά με τον αμερικανικό νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού (IRA), ο οποίος σύμφωνα με την ΕΕ παρέχει άδικες επιδοτήσεις στους αμερικανικές βιομηχανίες. 

Ο IRA ήταν προγραμματισμένο να τεθεί σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου και έχει προκαλέσει αναστάτωση στην Ευρώπη.

Οι αμερικανικές επιδοτήσεις, ειδικά για την αυτοκινητοβιομηχανία, προκάλεσαν την αντίδραση της Ευρώπης. Το θέμα του αμερικανικού προστατευτισμού έθεσε ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν στον Αμερικανό ομόλογό του Τζο Μπάιντεν κατά την επίσκεψή του στην Ουάσινγκτον. 

Στο πλαίσιο αυτό, τη Δευτέρα συγκλήθηκε το Συμβούλιο Εμπορίου και Τεχνολογίας (TTC) μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ.

Στις διαβουλεύσεις από πλευράς ΕΕ βρέθηκαν ο Επίτροπος Οικονομίας και Εκτελεστικός Αντιπρόεδρος της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόφσκις, η Επίτροπος για τον Ανταγωνισμό και την Ψηφιακή Οικονομία Μαργκρέτε Βεστάγκερ, ενώ την Αμερική ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν και η υπουργός Εμπορίου Τζίνα Ραϊμόντο.

Η νέα νομοθεσία της κυβέρνησης Μπάιντεν καθιερώνει φοροαπαλλαγές ύφους έως και 7.500 δολαρίων για την αγορά ηλεκτρικού αυτοκινήτου στις ΗΠΑ, υπό την προϋπόθεση ότι τα βασικά μέρη του οχήματος (όπως η μπαταρία) είναι αμερικανικής κατασκευής και η συναρμολόγηση έχει γίνει επίσης εντός συνόρων.

Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ επέκρινε το Σάββατο την αμερικανική οικονομική πολιτική με τον IRA, και ταυτόχρονα προειδοποίησε για εμπορικό πόλεμο με τις Ηνωμένες Πολιτείες. «Οι ΗΠΑ είναι ο αξιακός μας εταίρος, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει μια εξαιρετικά προστατευτική οικονομική πολιτική», δήλωσε ο Λίντνερ στην «Welt am Sonntag». Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πρέπει επομένως να εκπροσωπήσει τα γερμανικά συμφέροντα στην Ουάσιγκτον και να επισημάνει τις αρνητικές συνέπειες για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία, πρόσθεσε.

Πηγή: skai.gr