Ημέρα εθνικού πένθους στο Καζακστάν μετά τις φονικές πυρκαγιές

Οι πυρκαγιές προκλήθηκαν από κεραυνό και εξαπλώθηκαν λόγω της ξηρασίας και των ανέμων, κάνοντας στάχτη 600.000 στρέμματα δασικών εκτάσεων

Ημέρα εθνικού πένθους ανακηρύχθηκε η σημερινή μετά τον θάνατο προχθές Σάββατο 14 εργαζομένων της υπηρεσίας προστασίας δασών σε τεράστιες πυρκαγιές στο βορειοανατολικό τμήμα της μεγαλύτερης χώρας της κεντρικής Ασίας, του Καζακστάν.

Πρόκειται για τον μεγαλύτερο απολογισμό θυμάτων των τελευταίων ετών σε δασικές πυρκαγιές που σημειώνεται στην πρώην σοβιετική Δημοκρατία με έκταση πενταπλάσια από αυτήν της Γαλλίας.

«Ανακηρύσσω τη Δευτέρα ημέρα εθνικού πένθους», είπε χθες ο πρόεδρος της χώρας Κάσιμ-Γιομάρτ Τοκάγεφ, ο οποίος μετέβη στον νομό Άμπαϊ,για να συναντηθεί με μέλη των οικογενειών των θυμάτων.

Το Σάββατο, ανακοινώθηκε πως βρέθηκαν νεκροί 14 δασοφύλακες που παγιδεύτηκαν στις φλόγες κοντά στα σύνορα του Καζακστάν και της Ρωσίας.

Οι τεράστιες πυρκαγιές προκλήθηκαν, σύμφωνα με τις αρχές, από κεραυνό και εξαπλώθηκαν λόγω της ξηρασίας και των ανέμων. Στοίχισαν τη θέση του στον υπουργό Αντιμετώπισης Εκτάκτων Καταστάσεων, τον οποίο απέπεμψε ο πρόεδρος Τοκάγεφ.

«Το υπουργείο (Αντιμετώπισης Εκτάκτων Καταστάσεων) και οι συναρμόδιες αρχές έκαναν λαθεμένες προβλέψεις για το εύρος της καταστροφής (...) Επέδειξαν έλλειψη επαγγελματισμού, αμέλεια. Οι ένοχοι θα τιμωρηθούν», διεμήνυσε ο αρχηγός του κράτους απευθυνόμενος στις οικογένειες των θυμάτων.

Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη ενημέρωση των αρχών χθες Κυριακή το μεσημέρι, η πυρκαγιά βρισκόταν υπό έλεγχο, δεν απειλούνταν κατοικίες και οι φλόγες απείχαν περίπου 70 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα του νομού, τη Σεμέι.

Περίπου 1.500 άνθρωποι, κυρίως εργαζόμενοι στο υπουργείο Αντιμετώπισης Εκτάκτων Καταστάσεων και μέλη των ένοπλων δυνάμεων, συνέχιζαν χθες τον αγώνα για να σβηστούν οι φλόγες που εξακολουθούσαν να κατακαίνε δάση για τέταρτη συνεχόμενη μέρα.

Η κεντρική Ασία είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στην κλιματική αλλαγή και στην υπερθέρμανση του πλανήτη: τα τελευταία τριάντα χρόνια, οι θερμοκρασίες εκεί αυξήθηκαν κατά 1,5° Κελσίου, ή επίπεδο διπλάσιο από τον παγκόσμιο μέσο όρο, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ