ΚΑΙΡΟΣ

Σε επίπεδα ρεκόρ οι εκπομπές μεθανίου από τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων

Σύμφωνα με την ανάλυση του Διεθνή Οργανισμού Ενέργειας η παραγωγή ενέργειας, που συνδέεται με το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και τον άνθρακα, «προκάλεσε περίπου 120 εκατομμύρια τόνους εκπομπών μεθανίου το 2023, σημειώνοντας ελαφρά αύξηση σε σχέση με το 2022»

Οι παγκόσμιες εκπομπές μεθανίου από τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων, που οφείλονται κυρίως στις διαρροές αυτού του ισχυρού αερίου του θερμοκηπίου, παρέμειναν σε επίπεδα ρεκόρ το 2023 «άνευ λόγου», καθώς οι λύσεις υπάρχουν και είναι προσιτές, σύμφωνα με την ανάλυση που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΔΟΕ).

Η παραγωγή ενέργειας, που συνδέεται με το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και τον άνθρακα, «προκάλεσε περίπου 120 εκατομμύρια τόνους εκπομπών μεθανίου το 2023, σημειώνοντας ελαφρά αύξηση σε σχέση με το 2022», σημείωσε ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, ο οποίος προέβλεψε ωστόσο μια πολύ προσεχή μείωση, αν ληφθούν υπόψη οι αλλαγές που αρχίζουν να γίνονται στον τομέα και οι δεσμεύσεις που ελήφθησαν στην COP28.

«Άλλοι δέκα εκατομμύρια τόνοι» προέρχονται «από τη βιοενέργεια», όπως είναι η καύση ξυλείας για το μαγείρεμα, προσθέτει ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας στην ανάλυσή του για το 2024 «Global Methane Tracker» (Παγκόσμιος Ανιχνευτής Μεθανίου).

Το μεθάνιο, δεύτερο πιο ισχυρό αέριο του θερμοκηπίου μετά το CO2, είναι το κύριο συστατικό του φυσικού αερίου, το οποίο διαρρέει από τους αγωγούς φυσικού αερίου, τα ανθρακωρυχεία και τις κουζίνες μας, αλλά και εκλύεται από αγελάδες, ορυζώνες ή απόβλητα. Περίπου 580 εκατομμύρια τόνοι μεθανίου εκπέμπονται ετησίως, εκ των οποίων το 60% αποδίδεται στην ανθρώπινη δραστηριότητα (με πρώτη τη γεωργία) και σχεδόν ένα τρίτο στους φυσικούς υγροτόπους.

Έχει πολύ μεγαλύτερες επιπτώσεις όσον αφορά την υπερθέρμανση του πλανήτη από το CO2, αλλά μικρότερη διάρκεια ζωής (περίπου δέκα χρόνια), ευθύνεται για περίπου το 30% της κλιματικής αλλαγής παγκοσμίως μετά τη βιομηχανική επανάσταση. Η αποφυγή της εκπομπής του θα έχει ισχυρή επίδραση βραχυπρόθεσμα στην καταπολέμηση του φαινομένου του θερμοκηπίου.

Οι εκπομπές μεθανίου από τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων παραμένουν κοντά στα επίπεδα ρεκόρ του 2019 και απέχουν πολύ από την απαραίτητη μείωσή τους κατά 75% ως το 2030 για να επιτευχθεί ο στόχος να περιοριστεί στον 1,5 βαθμό Κελσίου η άνοδος της θερμοκρασίας στον πλανήτη, όπως ορίζεται από την συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα.

«Δεν υπάρχει λόγος που οι εκπομπές αυτές παραμένουν τόσο υψηλές», κατήγγειλε ο Τιμ Γκουλντ, ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΟΕ σε συνέντευξη Τύπου.

Το 2023 «περίπου το 40% θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί χωρίς καθαρό κόστος, καθώς η αξία του μεθανίου που συλλέχθηκε» και διατέθηκε στην αγορά ήταν μεγαλύτερη από τις δαπάνες για την κάλυψη των διαρροών», διευκρίνισε ο ΔΟΕ.

Η μείωση κατά 75% θα στοίχιζε «περίπου 170 δισεκατομμύρια δολάρια, δηλαδή λιγότερο από το 5% των εσόδων της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων το 2023», πρόσθεσε.

Περίπου τα δύο τρίτα του μεθανίου που εκπέμπεται από τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων «προέρχονται από μόνον δέκα χώρες», υπογράμμισε παράλληλα ο Κριστόφ Μακγκλέιντ, ειδικός για θέματα ενέργειας στον οργανισμό. Η Κίνα είναι «μακράν» η πρώτη στις εκπομπές μεθανίου που προέρχεται από τον άνθρακα, οι ΗΠΑ ηγούνται στις εκπομπές του αερίου αυτού του θερμοκηπίου που συνδέεται με το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, «ακολουθούμενες από κοντά από τη Ρωσία».

Το 2024, ένα έτος καμπής;

Ανάμεσα στις «ανησυχητικές τάσεις», ο Μακγκλέιντ επικαλέστηκε τις μεγάλες διαρροές «που εντοπίστηκαν δορυφορικά» οι οποίες «αυξήθηκαν περισσότερο από 50% σε σχέση με το 2022», αντιπροσωπεύοντας επιπλέον 5 εκατομμύρια τόνους. Η μία από αυτές, τεράστια, στο Καζακστάν, διήρκεσε περίπου 200 ημέρες.

Παρόλα αυτά, ο ΔΟΕ παραμένει αισιόδοξος: «οι σημαντικές πολιτικές και ρυθμίσεις που ανακοινώθηκαν τους τελευταίους μήνες, όπως και οι νέες δεσμεύσεις που ελήφθησαν στη διάσκεψη του ΟΗΕ για το κλίμα COP28 στο Ντουμπάι, μπορούν να προκαλέσουν σύντομα τη μείωσή τους», επισήμανε ο διεθνής οργανισμός, ο οποίος έχει μετατραπεί σε σημαντικό παράγοντα της ενεργειακής μετάβασης.

Στην COP28, 52 εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου δεσμεύτηκαν να επιτύχουν «σχεδόν μηδενικές εκπομπές μεθανίου» στις επιχειρήσεις τους ως το 2030, υπό το βλέμμα παρατηρητών που εξακολουθούν να δυσπιστούν λόγω της έλλειψης ακριβών σχεδίων.

Πάνω από 150 χώρες, μεταξύ των οποίων προσφάτως το Αζερμπαϊτζάν, που θα φιλοξενήσει την COP29, μετέχουν επίσης στην πρωτοβουλία «Global Methane Pledge» (Παγκόσμια Δέσμευση περί Μεθανίου), η οποία στοχεύει στη μείωση κατά 30% των εκπομπών του αερίου αυτού μεταξύ του 2020 και του 2030.

«Αν όλες οι υποσχέσεις αυτές εκπληρωθούν τελείως και εγκαίρως, θα μειώσουν τις εκπομπές κατά περίπου 50% ως το 2030», σύμφωνα με τον Κριστόφ Μακγκλέιντ.

Ωστόσο αυτές οι νέες δεσμεύσεις «δεν έχουν ακόμη υποστηριχθεί από λεπτομερή σχέδια», σύμφωνα με τον αναλυτή.

«Το 2024 θα μπορούσε να σηματοδοτήσει μια καμπή», υπογράμμισε ο οικονομολόγος Τιμ Γκουλντ, καθώς «αρχίζουν να εφαρμόζονται οι πολιτικές, να υπάρχει μεγαλύτερη διαφάνεια, να υπάρχει γενικότερη συνειδητοποίηση και έχουμε καλύτερες δυνατότητες εντοπισμού των σημαντικών διαρροών» ώστε να τις σταματάμε.

Ο ΔΟΕ, οι εκτιμήσεις του οποίου ξεπερνούν κατά 50% αυτές του ΟΗΕ, χαιρετίζει επίσης το γεγονός ότι μπορεί να υπολογίζει σε «αυξανόμενο αριθμό δορυφόρων αιχμής που παρακολουθούν τις διαρροές μεθανίου, όπως ο MethaneSAT», ο οποίος τέθηκε με επιτυχία σε τροχιά στις αρχές Μαρτίου από πύραυλο SpaceX και τελεί υπό τον έλεγχο της Νέας Ζηλανδίας.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ