ΚΑΙΡΟΣ

Αντί απολογισμού

από την Πηνελόπη Δαμάλα

Ενώ πλησιάζει το τέλος του φετινού θεατρικού καλοκαιριού, νοιώθει κανείς την ματαιότητα του να σχολιάσει τα όσα παρουσιάστηκαν τους τελευταίους μήνες στις σκηνές της Αθήνας και της επαρχίας. Ματαιότητα που πηγάζει τόσο από την γενική κρίση της οικονομίας και του Ελληνικού κράτους, όσο και από την έλλειψη διαχρονικού και μακροπρόθεσμου πολιτιστικού σχεδιασμού – τουλάχιστον από την περίοδο της μεταπολίτευσης.

Όσο πιο πολύ έρχεται σε επαφή κανείς με τις ξένες πολιτιστικές βιομηχανίες (industries), τόσο περισσότερο διαπιστώνει ότι πραγματικά δεν υπάρχει καμία μέριμνα, καμία σκέψη, κανένας σχεδιασμός σε ότι συμβαίνει. Φέροντας το ειδικό βάρος της αρχαίας (μας) κληρονομιάς, τόσο οι υπουργοί και οι ιθύνοντες, όσο και η μεγαλύτερη μερίδα των καλλιτεχνών δυσκολεύεται να λειτουργήσει κοιτώντας μπροστά. Επίσης δυσκολεύεται να λειτουργήσει οργανωμένα, με στόχους και συγκεκριμένο πλάνο. Με εξαίρεση κάποιες (πολύ συγκεκριμένες) θεατρικές σκηνές και σχήματα που διαθέτουν (κάποια) σαφή κατεύθυνση και (ενδεχομένως) αναπτυξιακό πλάνο, η πλειοψηφία των πολιτιστικών “προϊόντων” που παράγονται τα τελευταία χρόνια είναι παραστάσεις ατάκτως ειρημένες σε ένα πεδίο όπου υπάρχει υπερπροσφορά του είδους.

Χρόνια τώρα βαυκαλιζόμαστε ότι είμαστε η ευρωπαϊκή πρωτεύουσα με τα περισσότερα θέατρα. Κάθε Ιούνιο βγαίνουν από τις δραματικές σχολές εκατοντάδες νέοι ηθοποιοί, όπως επίσης και αναρίθμητοι θεατρολόγοι. Προς τι; Τα περισσότερα θέατρα απευθύνονται στην καλύτερη των περιπτώσεων σε “θιασάρχες”- πρωταγωνιστές, πιο συνηθισμένα , δε, σε “άστεγες” ομάδες νέων καλλιτεχνών που ρίχνουν στις παραστάσεις τους τα χρήματα που βγάζουν από τις άλλες, τις “κανονικές” τους δουλειές. Οι περισσότεροι νέοι ηθοποιοί συμμετέχουν σε αυτές τις ομάδες και τα πρωινά σερβίρουν καφέδες και μπύρες στα μπαρ του κέντρου. Ας μην μιλήσουμε για τους θεατρολόγους, μιας και η συντριπτική τους πλειοψηφία εγκαταλείπει εξ’ ολοκλήρου τον κλάδο και ασχολείται με κάτι τελείως διαφορετικό.

Αν αναλογιστεί κανείς την μεθοδικότητα και την στρατηγική με την οποία προωθούν διάφορα ευρωπαϊκά κράτη τα πολιτιστικά τους “προϊόντα” (εντός και εκτός εισαγωγικών) μόνο θλίψη μπορεί να τον πιάσει. Η Μεγάλη Βρετανία, παραδείγματος χάρη, έχει αναγάγει το θέατρο στην πιο προσοδοφόρα βιομηχανία της. Εκτός από το West End, στο οποίο συρρέουν οι τουρίστες του Λονδίνου καθημερινά, ένα ολόκληρο σύστημα προώθησης των λιγότερο “mainstream” παραστάσεων έχει δομηθεί με εξαιρετικά αποτελέσματα. Διάφορα φεστιβάλ εντός και εκτός Λονδίνου, ομάδες που περιοδεύουν συστηματικά, workshops, ομιλίες. Δε με αφορά πραγματικά αν αυτό γίνεται ως αποτέλεσμα της αποικιοκρατικής ιστορίας της Αγγλίας. Το αποτέλεσμα μετρά – ότι, δηλαδή, έχουμε πλέον όλοι πειστεί ότι οτιδήποτε καινοτόμο στον χώρο του θεάτρου ξεκινά από εκεί. Όπως, επίσης, και, πρακτικά, ότι ένας πολύ μεγάλος αριθμός καλλιτεχνών βιοπορίζεται από αυτόν τον κλάδο.

Τι θα μπορούσε να πει κανείς για τα εδώ τεκταινόμενα; Για το σύστημα επιχορηγήσεων που για 30 χρόνια δημιούργησε και έθρεψε θιάσους χωρίς καμία αίσθηση εμπορικότητας (και δεν αναφέρομαι στην καλλιτεχνική εμπορικότητα, αλλά στο γεγονός ότι ένας χώρος οφείλει να υπολογίζει και στο box office του, όπως επίσης οφείλει να ψάχνει και άλλες πηγές χρηματοδότησης εκτός των κρατικών!); Ότι το ίδιο σύστημα επιχορηγήσεων λειτουργούσε όπως και το ίδιο το ελληνικό κράτος, με σχέσεις ανταποδοτικότητας; Ή ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων που έκριναν τις προτάσεις αξιολόγησης είχαν από ελάχιστη ως ανύπαρκτη επαφή με το “τώρα” του θεάτρου παγκοσμίως;

Όσο δημιουργικό και ενδιαφέροντα προγραμματισμό και αν κάνει ο Γιώργος Λούκος στο Φεστιβάλ Αθηνών και ο Γιάννης Χουβαρδάς στο Εθνικό Θέατρο, και όσο προς τα έξω και αν κοιτάνε χώροι όπως το Bios και, από πέρσυ, η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, αν δεν αλλάξει ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε και διαχειριζόμαστε τον σύγχρονο πολιτισμό, δυστυχώς ελάχιστα μπορούν να αλλάξουν. Και μέχρι τότε θα αναλωνόμαστε στην καλύτερη των περιπτώσεων στο πόσο καλή ήταν η Αμαλία Μουτούση ως Μήδεια στην φετινή παράσταση του Αντώνη Αντύπα ή στο αν το “Περί της έννοιας του προσώπου του Υιού του Θεού” του Ρομέο Καστελλούτσι είναι θεατρική παράσταση ή live art.

Καλή θεατρική σαιζόν!

Πηνελόπη Δαμάλα Πηγή: skai.gr