Ως τον Μάρτιο «τελειώνει» η Τουρκία από τα F-35, στα εννέα δισεκ. το κόστος

Την αποβολή της Τουρκίας από το πρόγραμμα απόκτησης και συμπαραγωγής του μαχητικού F-35 ανακοίνωσαν η προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών και το Πεντάγωνο, προσπαθώντας ταυτόχρονα να περιορίσουν την ζημία στις σχέσεις της Ουάσιγκτον με την ’γκυρα.

Εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου επισήμανε ότι το F-35 «δεν μπορεί να συνυπάρξει» με το ρωσικό πυραυλικό σύστημα S-400, το οποίο η ’γκυρα άρχισε να παραλαμβάνει την περασμένη Παρασκευή. Χαρακτήρισε τους S-400 «ρωσική πλατφόρμα συλλογής πληροφοριών» που συγκεντρώσει δεδομένα για τις προηγμένες δυνατότητες του αμερικανικού μαχητικού.

Ο εκπρόσωπος ανέφερε πως η απόκτηση των S-400 θα έχει επιφέρει «σοβαρότατες επιπτώσεις» στην επιχειρησιακή διασυνδεσιμότητα της Τουρκίας με το NATO. Διευκρίνισε ωστόσο πως η Ουάσιγκτον εξακολουθεί να εναποθέτει μεγάλη αξία στην στρατηγική συνεργασία με την ’γκυρα, η οποία έχει πολλά επίπεδα.

Οικονομία και βιομηχανία

Την αποπομπή της Τουρκίας από την βιομηχανική συμπαραγωγή του F-35 έως το τέλος του προσεχούς Μαρτίου, που θα σημάνει απώλεια παραγγελιών αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων, προανήγγειλε εν τω μεταξύ η υφυπουργός ’μυνας Έλεν Λορντ, κατά την διάρκεια ενημέρωσης δημοσιογράφων.

Η κ. Λορντ δήλωσε ότι οι υπόλοιπες χώρες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα του F-35 έχουν αποφασίσει ομόφωνα της αποπομπής της Τουρκίας, καθώς το ρωσικό ραντάρ θα μπορούσε να συγκεντρώσει κρίσιμα δεδομένα για το μαχητικό stealth πέμπτης γενιάς.

Τόνισε πως η Τουρκία θα χάσει περισσότερα από 9 δισεκατομμύρια δολάρια που αναλογούν στο κομμάτι συμπαραγωγής που της είχε ανατεθεί σε βάθος χρόνου, συν θέσεις εργασίας και οικονομικές ευκαιρίες για την αμυντική βιομηχανία της. Τα τουρκικά εργοστάσια είχαν ήδη λάβει παραγγελίες αξίας περίπου $1 δισεκατομμυρίου.

Η παραγωγή των 900 και πλέον εξαρτημάτων του F-35 που είχε αναλάβει η Τουρκία θα μεταφερθεί σε πρώτη φάση πρωτίστως σε αμερικανικές μονάδες, και στην συνέχεια θα κατανεμηθεί και σε διεθνείς προμηθευτές, προσέθεσε.

Όσον αφορά την μονάδα παραγωγής και συντήρησης κινητήρων στο Εσκίσεχιρ, είπε ότι δύο ευρωπαϊκές βιομηχανίες που ήδη εμπλέκονται στο πρόγραμμα μπορούν να καλύψουν το κενό.

Η υφυπουργός άφησε να εννοηθεί ότι η έξοδος της Τουρκίας από το πρόγραμμα είναι εν πολλοίς μη αναστρέψιμη. Προσέθεσε πως η τροποποίηση της αλυσίδας παραγωγής θα κοστίσει στις ΗΠΑ από 500 έως 600 εκατομμύρια δολάρια.

Παράλληλα, η κ. Λορντ επιβεβαίωσε ότι το Πεντάγωνο ενημερώνει τους τούρκους πιλότους και μηχανικούς που είχαν μεταβεί για εκπαίδευση στο F-35 ότι θα πρέπει να αποχωρήσουν από τις Ηνωμένες Πολιτείες έως τις 31 Ιουλίου. Η επιμόρφωσή τους είχε ούτως ή άλλως ανασταλεί και δεν είχαν πρόσβαση σε σημαντικές εγκαταστάσεις.

’γνωστο παραμένει εάν η ’γκυρα θα αποζημιωθεί για τα περισσότερα από 100 F-35 που έχει παραγγείλει ή δηλώσει πως προτίθεται να αποκτήσει. Η κ. Λορντ ανέφερε ότι το ζήτημα είναι υπό συζήτηση δίχως να δώσει περαιτέρω πληροφορίες.

Αλλά παραμένουμε σύμμαχοι

Ωστόσο, το Πεντάγωνο ακολούθησε το παράδειγμα του Λευκού Οίκου, διαβεβαιώνοντας πως η αποβολή της Τουρκίας από το F-35 δεν ισοδυναμεί με ευρύτερη υποβάθμιση της διμερούς συνεργασίας ή εταιρικής σχέσης.

Στην ίδια ενημέρωση ο βοηθός υφυπουργός Ντέιβιντ Τραχτενμπέργκ δήλωσε κατ’ επανάληψη πως η συνεργασία σε επίπεδο ένοπλων δυνάμεων είναι πολύ στενή κι ότι ’γκυρα αποτελεί αξιόπιστο στρατηγικό εταίρο των ΗΠΑ επί δεκαετίες.

Διευκρίνισε πως η αποπομπή από το πρόγραμμα F-35 συνιστά μεμονωμένη αντίδραση στην συγκεκριμένη επιλογή της Τουρκίας να αποκτήσει αντιαεροπορικό σύστημα που θέτει σε κίνδυνο τα τεχνικά μυστικά του μαχητικού stealth.

Ο κ. Τραχτενμπέργκ απέφυγε επανειλημμένα να διευκρινίσει εάν η αμερικανική Αεροπορία θα συνεχίσει να λαμβάνει μέρος σε ασκήσεις όπου τα F-35 ή άλλα προηγμένα αεροσκάφη θα κινδυνεύουν να βρεθούν στο βεληνεκές του τουρκικού S-400.

«Για συγκεκριμένα αεροσκάφη, σε ασκήσεις, θα πρέπει να το δούμε», είπε.

Οι δύο αξιωματούχοι απέφυγαν
να εισέλθουν στο ενδεχόμενο επιβολής αμερικανικών κυρώσεων από το Κογκρέσο στην Τουρκία για την αγορά ρωσικού οπλισμού. Παρέπεμψαν το θέμα στο υπουργείο Εξωτερικών. Ούτε ο Λευκός Οίκος έκανε αναφορά στο ζήτημα.
Πηγή: skai.gr