Κλείσιμο

Επιδρομές εναντίον συριακών στόχων εξαπέλυσαν ΗΠΑ, Βρετανία και Γαλλία

Συντονισμένες πυραυλικές επιθέσεις εναντίον εγκαταστάσεων που σχετίζονται με τις «χημικές οπλικές δυνατότητες» του καθεστώτος Άσαντ, στη Συρία, εξαπέλυσαν στις 4:00 τα ξημερώματα ώρα Ελλάδος οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Βρετανία και η Γαλλία, με τις τρεις Δυτικές δυνάμεις να αποσαφηνίζουν πάντως ότι δεν επιδιώκουν βαθύτερη ανάμειξη στον συριακό εμφύλιο.

Έως τώρα έχει γίνει γνωστό πως επλήγησαν ένα ερευνητικό κέντρο κοντά στην πρωτεύουσα Δαμασκό, όπου νωρίτερα ακούστηκαν εκρήξεις, και τουλάχιστον δύο στρατιωτικές αποθήκες κοντά στην πόλη Χομς, στα κεντρικά της χώρας.

Η ερευνητική μονάδα πιστεύεται πως ήταν υπεύθυνη για την ανάπτυξη, δοκιμή και παραγωγή χημικών και βιολογικών όπλων. Η πρώτη εγκατάσταση στη Χομς πιστεύεται ότι περιείχε μεγάλες ποσότητες αερίου σαρίν ενώ η δεύτερη, πέρα από υλικό, φιλοξενούσε και κέντρο διοίκησης, όπως δήλωσε σε δημοσιογράφους ο αρχηγός των αμερικανών ένοπλων δυνάμεων, στρατηγός Τζόζεφ Ντάνφορντ.

Ο υπουργός Άμυνας Τζέιμς Μάτις διαβεβαίωσε ότι οι στόχοι επελέγησαν και οι επιχειρήσεις εκτελέστηκαν με μέριμνα να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος για ξένες δυνάμεις, σε μια έμμεση αναφορά στους ρώσους στρατιώτες που υπηρετούν στην Συρία.

Το ρωσικό υπουργείο Άμυνας επιβεβαίωσε ότι τα δυτικά βλήματα δεν πλησίασαν τις δύο μεγάλες βάσεις που διαθέτει στη Συρία, τη ναυτική βάση στην Ταρτούς και την αεροπορική μονάδα Χμέιμιμ.

Η κεντρική συριακή διοίκηση ανακοίνωσε οι σύμμαχοι εκτόξευσαν περισσότερους από 100 πυραύλους εναντίον συριακών θέσεων, και επιβεβαίωσε πως χτυπήθηκε κέντρο στη Δαμασκό που φιλοξενούσε «εκπαιδευτικές» και ερευνητικές εγκαταστάσεις. Υποστήριξε πως πολλά από τα δυτικά βλήματα αντιμετωπίστηκαν από την αεράμυνα, αν και αυτό διαψεύστηκε από τις ΗΠΑ.

Τουλάχιστον τρεις άμαχοι τραυματίστηκαν στην Χομς, με τη συριακή διοίκηση να αποδίδει τον τραυματισμό τους στο ότι η αεράμυνα άλλαξε την τροχιά ορισμένων πυραύλων με συνέπεια να αποκλίνουν από τους στόχους τους.


Στόχος να τεθεί τέλος στα χημικά

Οι συμμαχικές επιχειρήσεις έρχονται στον απόηχο της φερόμενης χημικής επίθεσης στην πόλη Ντούμα, προπύργιο των αντικαθεστωτικών ανταρτών στη Συρίας, που στοίχισε τη ζωή σε δεκάδες ανθρώπους και προκάλεσε διεθνή κατακραυγή. Η συριακή κυβέρνηση αρνείται κατηγορηματικά τις καταγγελίες.

Ο κ. Τραμπ χαρακτήρισε τη φερόμενη χρήση χημικών στη Ντούμα ως «σημαντική κλιμάκωση» της συστηματικής χρήσης χημικών όπλων από τις δυνάμεις του σύρου προέδρου. «Αυτά είναι τα εγκλήματα ενός τέρατος», είπε σε έκτακτο διάγγελμά του.

Τόνισε πως απώτερος στόχος της συμμαχικής επέμβασης είναι να αποτρέψει μελλοντική χρήση χημικών από τη Δαμασκό, διευκρινίζοντας πως η Ουάσιγκτον είναι διατεθειμένη να επιμείνει στην «απάντησή της» έως ότου το καθεστώς Άσαντ σταματήσει να χρησιμοποιεί «χημικούς παράγοντες».

Ο κ. Ντάνφορντ τόνισε πως τα πλήγματα θα υποβαθμίσουν σημαντικά τις δυνατότητες του συριακού καθεστώτος να παράγει και να χρησιμοποιεί χημικά, στερώντας του υλικό αλλά και χρόνια έρευνας.

«Είναι σαφές ότι το καθεστώς του Άσαντ δεν έλαβε το μήνυμα πέρυσι», δήλωσε ο κ. Μάτις υπενθυμίζοντας το αμερικανικό πλήγμα του Απριλίου 2017 στη στρατιωτική βάση του αλ-Σααϊράτ, κοντά στη Χομς, έπειτα από επίθεση με χημικά όπλα που είχε αποδοθεί στη Δαμασκό.

Ο κ. Τραμπ άφησε εκ νέου αιχμές εναντίον των δύο κυριότερων υποστηρικτών της Δαμασκού, τη Ρωσία και το Ιράν, σημειώνοντας πως τα κράτη κρίνονται από τους φίλους και τους συμμάχους τους.

«Ιράν και Ρωσία σας ερωτώ: Τι είδους έθνος θέλει να συνδέεται με την μαζική δολοφονία ανδρών γυναικών και παιδιών», είπε.

Κατηγόρησε ειδικά τη Μόσχα ότι μολονότι το 2013 υποσχέθηκε τον χημικό αφοπλισμό της Συρίας οι εξελίξεις αποδεικνύουν την «αποτυχία» της. Κάλεσε τη ρωσική κυβέρνηση να αποφασίσει εάν θα συνεχίσει να βαδίζει στον «σκοτεινό δρόμο» που έχει επιλέξει ή εάν θα ενώσει τις προσπάθειές της με τη διεθνή κοινότητα.

Τα μηνύματα Μέι και Μακρόν

Η βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι και ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν επιβεβαίωσαν, με σύντομες γραπτές δηλώσεις τους, τη συμμετοχή των χωρών τους στις επιχειρήσεις.

Αμφότεροι υπογράμμισαν ότι η διεθνής κοινότητα δεν δύναται να επιτρέψει την ατιμώρητη χρήση απαγορευμένων χημικών όπλων, ουσιαστικά συναινώντας στο να γίνουν φυσικό μέρος του πολέμου.

Η κ. Μέι επισήμανε πως οι εξελίξεις δεν άφησαν περιθώρια για εναλλακτικές λύσεις πέραν της βίας, με δεδομένη την επανειλημμένη χρήση χημικών εναντίον αμάχων στη Συρία και τα ρωσικά βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.

Διευκρίνισε πάντως πως το Λονδίνο δεν επιδιώκει αλλαγή καθεστώτος ούτε θέλει να εμπλακεί στον εμφύλιο πόλεμο, που μαίνεται επί επτά και πλέον χρόνια.

Σε παρόμοια μήκος κύματος κινήθηκε ο κ. Μακρόν, αναφέροντας πως οι επιθέσεις στη Ντούμα παραβίασαν μια «κόκκινη γραμμή». Υποστήριξε δε πως δεν υπάρχουν αμφιβολίες για την ενοχή του καθεστώτος Άσαντ.


Πηγή: skai.gr