Κλείσιμο

Τις βρετανικές επιδιώξεις από το Brexit ανέλυσε η Τερέζα Μέι

Τις επιδιώξεις της για την εμπορική σχέση με την ΕΕ μετά από το Brexit παρουσίασε η Πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Τερέζα Μέι σε πολυαναμενόμενη ομιλία της στο Λονδίνο.

Οι περισσότεροι σχολιαστές επισημαίνουν ότι ο τόνος της ήταν πιο συναινετικός και ότι παραδέχθηκε μερικές υπαναχωρήσεις από προηγούμενες απόλυτες θέσεις, ωστόσο τονίζουν ότι η επιδίωξή της, δηλαδή η απρόσκοπτη συνεργασία με την ΕΕ αλλά εκτός ενιαίας αγοράς και τελωνειακής ένωσης, μάλλον δεν είναι απολύτως ρεαλιστική.

Σε μία φράση που εκλαμβάνεται τόσο ως παραδοχή της ανάγκης υπαναχωρήσεων από την πλευρά της όσο και ως μήνυμα προς τις Βρυξέλλες, η κα Μέι είπε ότι «καμία από τις δύο πλευρές δεν μπορεί να πάρει ακριβώς αυτό που θέλει» από τις διαπραγματεύσεις, κάνοντας λόγο για ανάγκη αποδοχής κάποιων «δύσκολων δεδομένων» και από τις δύο πλευρές.

Η προσέγγισή της, όπως είπε, δεν έχει αλλάξει, δηλαδή η Βρετανία θα βγει από την ενιαία αγορά και από την τελωνειακή ένωση, αλλά για πρώτη φορά παραδέχθηκε ότι αυτό συνεπάγεται πως η πρόσβαση της Βρετανίας στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά και αντιστρόφως «με ορισμένους τρόπους θα είναι μικρότερη από όση είναι τώρα».

Παρόλα αυτά επανέλαβε ότι θέλει μία εξειδικευμένη σχέση με την ΕΕ που θα εξασφαλίζει «τη βαθύτερη και ευρύτερη δυνατή συνεργασία» και την όσο πιο απρόσκοπτη γίνεται πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά. Για το σκοπό αυτό, δήλωσε, η Βρετανία είναι διατεθειμένη να αναλάβει «δεσμευτικές υποχρεώσεις» διατήρησης των κανονιστικών προτύπων της ΕΕ σε διάφορους τομείς οικονομικής δραστηριότητας.

Είπε ότι η μελλοντική σχέση πρέπει να βασίζεται σε πέντε αρχές: την αμοιβαιότητα δεσμεύσεων για εξασφάλιση θεμιτού και ανοιχτού ανταγωνισμού, τη λειτουργία ενός εντελώς ανεξάρτητου μηχανισμού διαιτησίας, το συνεχή διάλογο, τη συμφωνία για προστασία δεδομένων και τη διατήρηση των δεσμών μεταξύ των πολιτών του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ

Αφού σημείωσε ότι κατά την ΕΕ η Βρετανία μπορεί να φύγει μόνο υιοθετώντας ένα από τα υπάρχοντα μοντέλα εμπορικής σχέσης με τρίτες χώρες, απάντησε πως αν η στενή συνεργασία που επιθυμεί η Βρετανία θεωρείται μία απορριπτέα επιλεκτική διατήρηση των πλεονεκτημάτων που προσφέρει η ΕΕ, τότε κάθε συμφωνία ελευθέρου εμπορίου αποτελεί μια τέτοια άσκηση επιλογής όρων ανάλογα με τα συμφέροντα των συμβαλλόμενων χωρών.

«Αυτό θα ίσχυε αν δεν αναγνωρίζαμε ότι μαζί με τα δικαιώματα θα αναλάβουμε και υποχρεώσεις και ότι μεταξύ αυτών πρέπει να υπάρχει μία ισορροπία», ήταν η απάντηση της Βρετανίδας πρωθυπουργού.

Η κα Μέι επανέλαβε, εξάλλου, ότι με το Brexit «πρέπει να λήξει η δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στο Ηνωμένο Βασίλειο», Ωστόσο, ανέφερε ότι όπου κρίνεται κατάλληλο οι κρίσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου θα μπορούν να λαμβάνονται υπόψη από τη βρετανική δικαιοσύνη.

Σε περιπτώσεις διενέξεων που θα αφορούν τη μελλοντική σχέση, πάντως, εκτίμησε ξανά ότι τελικός κριτής δεν μπορεί να είναι ούτε τα βρετανικά ούτε τα ευρωπαϊκά δικαστήρια αλλά κάποιος νέος μικτός μηχανισμός που έχει προταθεί από το Λονδίνο.

Σε ό,τι αφορά το ακανθώδες ζήτημα του τρόπου αποφυγής «σκληρών» συνόρων μεταξύ Δημοκρατίας της Ιρλανδίας και Βόρειας Ιρλανδίας, η κα Μέι δεν συνεισέφερε κάποια καινούρια ιδέα, αλλά επανέλαβε με λεπτομέρεια δύο επιλογές που έχει καταθέσει το Λονδίνο. Αυτές επικεντρώνονται στην αποφυγή ανάγκης τελωνειακών ελέγχων με έναν συνδυασμό χρήσης της τεχνολογίας και εφαρμογής κοινών κανόνων μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και ΕΕ, με διαφοροποιήσεις όπου απαιτείται για να εξασφαλίζεται η ελευθερία του Λονδίνου να καθορίζει δικές του διμερείς εμπορικές συμφωνίες με χώρες εκτός ΕΕ.

Δήλωσε εκ νέου με κατηγορηματικό τρόπο ότι δε θα υπάρξουν σύνορα στην Ιρλανδία και απέρριψε ξανά την ευρωπαϊκή πρόταση που προβλέπει την παραμονή της Βόρειας Ιρλανδίας στην τελωνειακή ένωση, ξέχωρα από το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο.

Σημείωσε επίσης ότι η Βρετανία θέλει την παραμονή ως συνδεδεμένο μέλος στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Φαρμάκων, την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Χημικών και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ασφάλειας Αεροπλοΐας, αλλά θα βγει από την ενιαία ψηφιακή αγορά για να μπορεί να καθορίζει και να προσαρμόζει μόνη τους κανόνες

Η ομιλία έγινε δεκτή με ικανοποίηση από τους Βορειοϊρλανδούς Ενωτικούς του DUP που στηρίζουν την κυβέρνηση μειοψηφίας της Τερέζα Μέι και από τις πρώτες αντιδράσεις φαίνεται να μην ενοχλεί τους πιο σκληροπυρηνικούς Brexiteers στο Συντηρητικό Κόμμα. Ταυτόχρονα και Συντηρητικοί βουλευτές που εναντιώνονται στο σκληρό Brexit, όπως η Νίκυ Μόργκαν, καλωσόρισαν τον «ρεαλιστικό» και «συναινετικό» τόνο της ομιλίας. «Η ΕΕ δε μπορεί τώρα να λέει ότι δε γνωρίζει τι θέλει το Ηνωμένο Βασίλειο», σημείωσε ενδεικτικά στο Twitter η κα Μόργκαν.

Αντίθετα η κα Μέι επικρίθηκε από τους αντιπολιτευόμενους πολέμιους του σκληρού Brexit, που επισήμαναν μεταξύ άλλων ότι ακόμα δεν έχουν ακούσει κάποια ρεαλιστική λύση για την αποφυγή συνόρων στην Ιρλανδία και ότι η κα Μέι δεν πείθει πως τα δικαιώματα που διεκδικεί στη νέα σχέση με την ΕΕ εξισορροπούνται από τις υποχρεώσεις που αποδέχεται.

Οι ίδιοι επικριτές, όπως ο Νικ Κλεγκ και η Συνομοσπονδία Εργατικών Συνδικάτων, χαρακτήρισαν ασύμβατη την επιδίωξη ενός πολύ «μαλακού» Brexit που φαίνεται να θέλει η κα Μέι χωρίς τη συμμετοχή στην ενιαία αγορά και στην τελωνειακή ένωση. Ο Ντέιβιντ Λάμι των Εργατικών παρατήρησε ότι «πιο πιθανό είναι να μπορέσει να πετάξει ένα γουρούνι». Ο αρχηγός των Φιλελεύθερων Δημοκρατών σερ Βινς Κέιμπλ σχολίασε χαρακτηριστικά ότι στην ομιλία της η πρωθυπουργός «ανέπτυξε όλους τους λόγους για τους οποίους θα έπρεπε να μείνουμε στην ενιαία αγορά και στην τελωνειακή ένωση».

Ο Γκι Φερχόφσταντ από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχολίασε ότι η Βρετανίδα πρωθυπουργός περιορίστηκε ξανά σε «ασαφείς φιλοδοξίες».

Ο επικεφαλής διαπραγματευτής της Κομισιόν Μισέλ Μπαρνιέ έγραψε στο Twitter ότι καλωσορίζει τη σαφήνεια αναφορικά με την έξοδο από την ενιαία αγορά και την τελωνειακή ένωση, όπως και την αναγνώριση της ανάγκης συμβιβασμών.
Πηγή: skai.gr - Θανάσης Γκαβός, Λονδίνο